«Ηκαταστροφή που βιώσαμε στη Ρόδο ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων, που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και καθιστούν την περιοχή εξαιρετικά ευάλωτη σε πλημμυρικά φαινόμενα», επισημαίνει ο καθηγητής Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ, Ευθύμης Λέκκας.
Μιλώντας στην «Κ», προέβαλε μία συνδυαστική προσέγγιση των αιτίων που οδήγησαν στις καταστροφικές πλημμύρες, προχωρώντας παράλληλα σε προτάσεις για την αποτροπή ανάλογων καταστάσεων στο μέλλον.
«Η πρώτη βασική παράμετρος είναι ο κίνδυνος», εξηγεί ο καθηγητής. «Στη Ρόδο, ο κίνδυνος συνίσταται κυρίως από υδρομετεωρολογικούς και γεωλογικούς παράγοντες». Συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε έντονη ραγδαιότητα της βροχής, με πάνω από 300 χιλιοστά βροχής μέσα σε 24 ώρες.
«Αυτός ο εξαιρετικά υψηλός ρυθμός βροχόπτωσης δεν αφήνει χρόνο στο έδαφος να απορροφήσει το νερό, οδηγώντας σε πλημμύρες».
Ωστόσο, η ένταση της βροχής από μόνη της δεν αρκεί για να εξηγήσει την καταστροφή. «Η γεωλογία της περιοχής είναι επίσης κρίσιμη», συνεχίζει.
«Τα πετρώματα είναι ιδιαίτερα αποσαθρωμένα και διαλύονται εύκολα με τη βροχή, δημιουργώντας μεγάλες ποσότητες λάσπης. Οι όχθες των ποταμών κατέρρευσαν, ενώ τα καλάμια που φύονται στην περιοχή ενίσχυσαν τον κίνδυνο, καθώς παρασύρονται εύκολα από τα ορμητικά νερά».
«Η τρωτότητα, δηλαδή η ευαλωτότητα μιας περιοχής, συνδέεται άμεσα με τις ανθρώπινες δραστηριότητες», σημειώνει ο καθηγητής Λέκκας
Η τρωτότητα της περιοχής
Πέρα από τους φυσικούς παράγοντες, ο κ. Λέκκας δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις ανθρώπινες παρεμβάσεις. «Η τρωτότητα, δηλαδή η ευαλωτότητα μιας περιοχής, συνδέεται άμεσα με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Στην Ιαλυσό, το κλείσιμο του φυσικού ρέματος με πλακοσκεπή κατασκευή μήκους 1-1,5 χιλιομέτρου περιόρισε δραματικά τη φυσική διατομή του ρέματος, με αποτέλεσμα το νερό να μην μπορεί να απορροφηθεί επαρκώς».
Οπως σημειώνει, το πρόβλημα ξεκινούσε από το νεκροταφείο της πόλης της Ιαλυσού και κατέληγε 100 μέτρα πριν από τη θάλασσα, όπου εκεί γινόταν πάλι ανοιχτό ποτάμι.
Το πρόβλημα επιδεινώθηκε από την ύπαρξη μιας ιδιωτικής γέφυρας στην εκβολή του ποταμού, η οποία δεν μπορούσε να διαχειριστεί τις τεράστιες ποσότητες νερού.
«Είχαμε μια οπισθοδρομούσα πλημμύρα», σημειώνει και προσθέτει: «Προς το βουνό επάνω, η κοίτη νόμιμα ή παράνομα τακτοποιημένη ή αναγνωρισμένη είχε φύγει από το φυσικό της μέγεθος. Την είχαν στενέψει πολύ».
«Ακόμα και αν η βροχόπτωση ήταν λιγότερο έντονη, τα προβλήματα θα εξακολουθούσαν να υπάρχουν», προειδοποιεί. «Το 2013, για παράδειγμα, είχαμε μια πλημμύρα καρμπόν με μόλις 120 χιλιοστά βροχής».
«Αυτό που πετύχαμε αυτή τη φορά, και υπάρχει διαφορά από το 2013, είναι ότι μπορέσαμε και στείλαμε το 112. Και έτσι δεν είχαμε απώλειες ανθρώπινων ζώων», σημειώνει ο Ευ. Λέκκας
Η αδιέξοδη κατάσταση
Ερωτηθείς για τις πιθανές λύσεις, ο κ. Λέκκας εμφανίστηκε επιφυλακτικός.
«Η κατάσταση είναι πράγματι αδιέξοδη σε μεγάλο βαθμό. Οι φυσικές διεργασίες δεν λαμβάνουν υπόψη τους πολεοδομικούς νόμους, τις τακτοποιήσεις και τις καταπατήσεις. Για να αποσοβήσουμε τις καταστροφές, θα χρειαζόταν πλήρης ανασχεδιασμός της περιοχής, κάτι που δεν είναι ούτε τεχνικά ούτε οικονομικά εφικτό».
«Η πρώτη μας προτεραιότητα είναι να προστατεύσουμε την ανθρώπινη ζωή», λέει ο καθηγητής. «Λύσεις υπάρχουν, αλλά για να μειωθεί το επίπεδο των επιπτώσεων» χρειάζονται «μικρά, συμβατά με το περιβάλλον έργα, όπως αντιδιαβρωτικές κατασκευές και ανασχετικά φράγματα ανάντη των ποταμών, που μπορούν να καθυστερήσουν τη ροή του νερού και να μειώσουν την πίεση στα χαμηλότερα επίπεδα».
Επιπλέον, προτείνει την καθαίρεση των περιφράξεων δίπλα στα ποτάμια και τον καθαρισμό του υδρογραφικού δικτύου. «Ωστόσο, αυτές οι λύσεις έρχονται αντιμέτωπες με νομικά και κοινωνικά εμπόδια. Πολλοί ιδιοκτήτες έχουν νομιμοποιήσει κατασκευές, κάτι που καθιστά τις απαραίτητες παρεμβάσεις σχεδόν αδύνατες», υπογραμμίζει.
Έλλειψη σχεδιασμού
Καταλήγοντας, ο Ευ. Λέκκας επισημαίνει ένα βαθύτερο πρόβλημα: την έλλειψη συσχέτισης μεταξύ πολεοδομικού σχεδιασμού και φυσικών κινδύνων.
«Αυτό είναι ένα διαχρονικό ζήτημα που ξεκινά από τη δεκαετία του 1950. Η Ελλάδα ακολούθησε ένα μοντέλο ανάπτυξης χωρίς να λαμβάνει υπόψη τους φυσικούς κινδύνους. Αυτό πρέπει να αλλάξει άμεσα», δηλώνει.
«Αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία και πρακτικές, οι καταστροφές αυτές θα επαναλαμβάνονται», προειδοποιεί.
Πηγή: kathimerini.gr