Σοβαρές αρρυθμίες στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος στη χώρα μας διαπιστώνει η ΕΣΕΕ (Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας) καθώς, όπως σημειώνει, εκτός του ότι οι ελληνικές τράπεζες χρεώνουν υψηλά επιτόκια, δεν επιτελούν τον ουσιαστικό τους ρόλο, εκείνο των χορηγήσεων δανείων.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία «The European Small Business Finance Outlook (ESBFO) 2023» του EIF, οι ελληνικές επιχειρήσεις βρίσκονται στην τελευταία θέση στην πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Επιπλέον, η όποια πρόσβαση στη χρηματοδότηση έχει ιδιαίτερα υψηλό κόστος, επιβραδύνοντας τον μετασχηματισμό των εμπορικών επιχειρήσεων, καθώς μετά την παρατεταμένη περιπέτεια της ελληνικής οικονομίας τα κριτήρια για την παροχή δανείων έχουν αυστηροποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, εξαιρώντας τη συντριπτική πλειονότητα επιχειρήσεων, οι οποίες χαρακτηρίζονται μη αξιόχρεες (non bankable). Σε δήλωσή του ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Σταύρος Καφούνης κάνει λόγο «για ένα new deal τραπεζών – αγοράς», έτσι ώστε στο πλαίσιο και της δημόσιας συζήτησης για τη βελτίωση λειτουργίας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και την ενίσχυση της ρευστότητας της αγοράς, «η ευρωστία των ελληνικών τραπεζών να αποτυπωθεί σε μια νέα σχέση εμπιστοσύνης με το σύνολο της επιχειρηματικότητας».
Υπό πίεση σε τρία μέτωπα οι τράπεζες
Η μελέτη του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ αναδεικνύει το θέμα του υψηλού επιτοκιακού περιθωρίου που έχουν οι ελληνικές τράπεζες σε σχέση με τις ευρωπαϊκές, που σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για το β΄ τρίμηνο του 2024 διαμορφώθηκε σε διπλάσιο επίπεδο (3,32%) σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (1,61%). Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το καθαρό περιθώριο επιτοκίου των τεσσάρων συστημικών τραπεζών ήταν το πέμπτο υψηλότερο στην Ευρώπη με μεγάλη απόσταση από τις υπόλοιπες χώρες, ιδιαίτερα σε σχέση με όσες διαθέτουν ώριμα τραπεζικά συστήματα. Οπως σημειώνει το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ, «εδώ εγείρονται και ζητήματα ανταγωνισμού και ορθής λειτουργίας της αγοράς, αφού στην Ελλάδα τα συστημικά ιδρύματα είναι τέσσερα, όταν π.χ. στη Γερμανία είναι 22, στην Ιταλία 12, στη Γαλλία 11. Αντιθέτως, σε Λετονία, Σλοβενία και Εσθονία είναι μόλις τρία και στη Λιθουανία δύο. Από την άλλη, στο Βέλγιο, όπου το περιθώριο επιτοκίων είναι το τρίτο χαμηλότερο, τα συστημικά ιδρύματα είναι πέντε, ενώ σε Λουξεμβούργο και Φινλανδία μόλις τρία».
Την ίδια στιγμή, παρά την ευρωστία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου των τεσσάρων ελληνικών συστημικών (18,84%) βρίσκεται πολύ κοντά στον αντίστοιχο ευρωπαϊκό (19,71%), το ποσοστό δανείων προς καταθέσεις είναι πολύ χαμηλότερο στην Ελλάδα και μάλιστα βαίνει μειούμενο. Αυτό το εύρημα υπογραμμίζει ουσιαστικά ότι οι εγχώριες τράπεζες, εκτός του ότι χρεώνουν υψηλά επιτόκια, δεν επιτελούν τον ουσιαστικό τους ρόλο, εκείνο των χορηγήσεων δανείων.
Οι χρεώσεις
Η ΕΣΕΕ επισημαίνει ότι μια σειρά από νέες χρεώσεις σωρευτικά δημιουργούν έναν ασφυκτικό κλοιό στις επιχειρήσεις. Χρεώσεις σε εισερχόμενα και εξερχόμενα εμβάσματα, στις αναλήψεις από ΑΤΜ, αλλά και στη μεταφορά χρημάτων σε άλλη τράπεζα, χρέωση για την επανέκδοση χρεωστικής ή πιστωτικής κάρτας λόγω λήξης, κλοπής, απώλειας ή φθοράς, επανέκδοση κάρτας, προμήθεια για την πληρωμή λογαριασμών (π.χ. ΔΕΚΟ, κινητής τηλεφωνίας) μέσω τραπεζικών καναλιών, ετήσια χρέωση για τη διατήρηση πιστωτικής κάρτας, χρήση POS από μικρές επιχειρήσεις, προμήθειες σε βασικές συναλλαγές και, τέλος, χρέωση για άνοιγμα λογαριασμού.
Πηγή: kathimerini.gr