«Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μάλιστα από την περίοδο της πανδημίας και του υποχρεωτικού εγκλεισμού τα περιστατικά έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας (στην Ελλάδα) είναι σε έξαρση και φυσικά αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό» δηλώνει σε συνέντευξή της προς την ‘δ’ η πρόεδρος της ΧΕΝ Ελλάδας, κα Σταυρούλα Χαϊδεμενάκου.
Επίσης μιλάει για τον αγώνα της ΧΕΝ όπως και άλλων φεμινιστικών γυναικείων οργανώσεων κατά της έμφυλης βίας και κατά των γυναικοκτονιών, καθώς και για τις δράσεις της οργάνωσης ανά την χώρα.
• Η ΧΕΝ Ελλάδος, είναι πάντα μπροστά στον αγώνα κατά της έμφυλης βίας και κατά των γυναικοκτονιών. Μιλήστε μας για τις δράσεις που προγραμματίζετε.
Στην Χ.Ε.Ν. Ελλάδος θεωρούμε την γυναικοκτονία ως την υψίστη μορφή έμφυλης βίας κατά των γυναικών και από τις 25 Νοεμβρίου 2024, σε σύμπραξη με τα 20 Τοπικά Κέντρα μας σε όλη την Ελλάδα, έχουμε ξεκινήσει διετή εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού για την θεσμοθέτηση της γυναικοκτονίας ως αυτοτελούς ποινικού αδικήματος. Καλούμε την κοινωνία των ενεργών πολιτών, με την ψήφο τους στην πλατφόρμα Avaaz, να στηρίξουν τον αγώνα μας, γιατί όταν οι γυναίκες δολοφονούνται επειδή είναι γυναίκες, έχει σημασία. Για τις ανάγκες της εκστρατείας έχει δημιουργηθεί και το ανάλογο υλικό, με τις θέσεις, τα κοινωνιολογικά και νομικά επιχειρήματα της ΧΕΝ Ελλάδος και έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα μας, στο Femina Lab και σε όλα τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης που διαθέτουμε. Με δράσεις ενημέρωσης και συνεντεύξεις των στελεχών μας- και εδώ θέλω να σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μας δίνετε μέσω της εφημερίδας σας – γνωστοποιούμε το αίτημά μας και ζητάμε την υποστήριξη όλων, ανδρών και γυναικών.
• Στο νομοσχέδιο που έφερε στη Βουλή ο κ. Φλωρίδης, δεν δέχτηκε τον όρο «γυναικοκτονία». Μάλιστα, δεν συνομίλησε εκ των προτέρων με τις γυναικείες οργανώσεις που έχουν εμπειρία χρόνων από τον εθελοντικό τους αγώνα. Θα ήθελα το σχόλιό σας.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, κ. Φλωρίδης, είναι γνωστό ότι δεν δέχεται σε νομικό, θεσμικό επίπεδο τον όρο «γυναικοκτονία», όπως και αρκετοί εκπρόσωποι του νομικού κόσμου. Ωστόσο το γεγονός αυτό δεν μας πτοεί στον αγώνα που έχουμε αναλάβει για την αναγνώριση της γυναικοκτονίας ως αυτοτελούς ποινικού αδικήματος και στην έκφραση των νομικών επιχειρημάτων που τεκμηριώνουν την διεκδίκησή μας. Άλλωστε η αναγνώριση στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου ότι η “βία κατά των γυναικών” είναι βία που στρέφεται εναντίον τους εξαιτίας του φύλου τους, ανοίγει έναν κρίσιμο διάλογο για τη νομική και κοινωνική μας προσέγγιση απέναντι σε αυτό το νοσηρό φαινόμενο. Η διάταξη αυτή δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε επόμενο χρόνο στην θεσμική αναγνώριση της γυναικοκτονίας ως αυτοτελούς ποινικού αδικήματος. Η Οδηγία δε, της ΕΕ που ενσωματώθηκε εν μέρει στο νομοσχέδιο, στο άρθρο 3 αναγνωρίζει τη γυναικοκτονία ως την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας, ενώ στο προοίμιό της την συνδέει με την άνιση κατανομή εξουσίας μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ο χρόνος που δόθηκε στην διαβούλευση του νομοσχεδίου για την κατάθεση των σχολίων μας επ’ αυτού ήταν ελάχιστος και μάλιστα μέσα στο διάστημα των εορτών των Χριστουγέννων και του νέου ετους. Φυσικά, αυτό προκάλεσε την αγανάκτηση τόσο τη δική μας, όσο και όλων των γυναικείων οργανώσεων που παρακολουθούμε και εργαζόμαστε επί χρόνια στα θέματα αυτά. Θα ήθελα, όμως, να σας ενημερώσω ότι ο υπουργός, πριν την συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή, δέχτηκε την εκπρόσωπο της Χ.Ε.Ν. Ελλάδος στο Γραφείο του μαζί με άλλες εκπροσώπους γυναικείων οργανώσεων, ενώ μας κάλεσε και στην Ειδική Επιτροπή της Βουλής κατά την ακρόαση των φορέων σχετικά με το υπό ψήφιση νομοσχέδιο, όπου του εκθέσαμε τις ενστάσεις και τις προτάσεις μας – υποβάλαμε μάλιστα και σχετικό υπόμνημα- και αυτό το θεωρούμε ένα θετικό βήμα για την συνέχιση του διαλόγου που είναι φανερό ότι έχει ανοίξει τόσο με το Υπουργείο Δικαιοσύνης όσο και με την κοινωνία των πολιτών.
• Είναι πάντως ανησυχητικά τα περιστατικά της έμφυλης βίας και των γυναικοκτονιών στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια. Τι λέτε γι αυτό;
Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μάλιστα από την περίοδο της πανδημίας και του υποχρεωτικού εγκλεισμού τα περιστατικά έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας είναι σε έξαρση και φυσικά αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό. Οι πατριαρχικές και στερεοτυπικές αντιλήψεις για τον ρόλο των φύλων και τις προσδοκίες του ρόλου αυτού επανέρχονται με νέο μανδύα και θεωρητική στήριξη. Μιλούν μάλιστα και για τιμωρητικό φεμινισμό, υποστηρίζοντας έτσι τα φαινόμενα έμφυλης βίας, ακόμη και την γυναικοκτονία κάποιες φορές. Για τον λόγο αυτό έχουμε εντείνει τις προσπάθειές μας να ληφθούν μέτρα με τις δράσεις συνηγορίας που υλοποιούμε και με τις παρεμβάσεις των δύο νομικών εκπροσώπων μας, στην Ομάδα Εργασίας, με αντικείμενο τη βελτίωση της αστυνομικής ανταπόκρισης σε περιστατικά βίας κατά των γυναικών, του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, στην οποία έχουν ενεργό παρουσία με την κατάθεση των θέσεων και των προτάσεων της ΧΕΝ Ελλάδος.
• Θα ήθελα να μας μιλήσετε για την πορεία και τις παρεμβάσεις της ΧΕΝ στην Ελλάδα. Πότε δημιουργήθηκε και πώς δραστηριοποιείται;
Η Χ.Ε.Ν. Ελλάδος ιδρύθηκε το 1923, λίγο μετά την Μικρασιατική Καταστροφή από γυναίκες μέλη της Χ.Ε.Ν. Σμύρνης που θέλησαν να στηρίξουν και να ενδυναμώσουν τις προσφυγοπούλες αρχικά και αργότερα και τις υπόλοιπες γυναίκες ώστε να στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις, να αποκτήσουν μία επαγγελματική ειδίκευση, να εργαστούν, να αναπτυχθούν και να εξελιχθούν. Στα 20 Τοπικά μας Κέντρα, που λειτουργούν σε όλη την Ελλάδα, εθελόντριες και επαγγελματικά στελέχη μοιραζόμαστε ένα κοινό όραμα, αυτό της δημιουργίας ενός κόσμου ασφάλειας, ισότητας, συμπερίληψης, δικαιοσύνης για όλες τις γυναίκες, τις νέες γυναίκες και τα κορίτσια. Η Κοινωνική υπηρεσία μας καθώς και το Κέντρο Συμβουλευτικής Σταδιοδρομίας παρέχουν δωρεάν ενημέρωση και συμβουλευτική υποστήριξη σε όποια γυναίκα μας το ζητήσει είτε δια ζώσης είτε διαδικτυακά. Το κοινωνικό έργο της ΧΕΝ Ελλάδος ολοκληρώνεται με την λειτουργία του Προγράμματος δωρεάν στέγασης για φοιτήτριες «Αθηνά», όπου φέτος φιλοξενούμε 37 κοπέλες, με χαμηλά εισοδήματα στο διεθνών προδιαγραφών κτήριό μας στην Ηλιούπολη, παρέχοντάς τους την δυνατότητα να σπουδάσουν στην Αθήνα, στο επιστημονικό πεδίο της επιλογής τους, ώστε να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους χωρίς εμπόδια και περιορισμούς εξαιτίας των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών.