Τα τρία συμπεράσματα από τις εκλογές – Ο Μερτς ζητά αμέσως «ανεξαρτησία» από την Αμερική και την πιθανότητα μιας «ανεξάρτητης ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής»
Καθώς οι εκλογές στη Γερμανία έφτασαν στο τέλος τους τρία πράγματα είναι πλέον ξεκάθαρα, επισημαίνει σε ανάλυσή του ο Economist.
Το πρώτο είναι ότι το συντηρητικό κόμμα της αντιπολίτευσης, οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU), μαζί με το κόμμα της Βαυαρίας, τη Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CSU), είχαν μια ξεκάθαρη νίκη – αν και συγκέντρωσαν χαμηλά ποσοστά, μόλις το 29% των ψήφων. Το ποσοστό αυτό όμως ανοίγει το δρόμο για τον υποψήφιο τους, Φρίντριχ Μερτς να γίνει ο επόμενος Καγκελάριος της χώρας αφότου επιτευχθεί συνασπισμός.
Το δεύτερο είναι ότι τα ποσοστά της σκληροδεξιάς, Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) εκτοξεύτηκαν αφού είχε το καλύτερο αποτέλεσμά της, με 21%, ποσοστό που θα διπλασιάσει περίπου τον αριθμό των εδρών της στην Bundestag. Η Alice Weidel, η συναρχηγός του κόμματος, χαιρέτισε την «ιστορική επιτυχία».
Το τρίτο είναι η εξαιρετική προσέλευση πολιτών στις κάλπες. Περίπου το 83% των επιλέξιμων Γερμανών ψήφισε, πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό μετά από την επανένωση πριν από 35 χρόνια.
Από εκεί και πέρα τα πράγματα είναι πιο μπερδεμένα. Ο Φρίντριχ Μερτς ελπίζει να σχηματίσει συνασπισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του Όλαφ Σολτς οι οποίοι με ποσοστό 16% κατρακύλησαν καταγράφοντας τη χειρότερη ήττα τους στη μακρά ιστορία του κόμματος. Όμως, σύμφωνα με τους εκλογικούς κανόνες της Γερμανίας, το εάν τα βασικά κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα μπορούν να σχηματίσουν αυτό που ονομάζεται «μεγάλος» συνασπισμός εξαρτάται εξ ολοκλήρου από το αν η νέα «αριστερά συντηρητική» Συμμαχία της Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) θα μπορούσε να φτάσει το όριο του 5% που απαιτείται για να κερδίσει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Αυτό σημαίνει ότι το CDU/CSU και το SPD θα έχουν πλειοψηφία, αν και εύθραυστη, και δεν θα χρειαστεί να συνεργαστούν με τους Πράσινους. Αυτή η ιδεολογικά ακατάστατη τρικομματική κυβέρνηση είναι όμως ακριβώς αυτό που ήθελε να αποφύγει ο Μερτς, ο οποίος θέλει να δράσει αποφασιστικά για να αποκαταστήσει την πίστη των Γερμανών ψηφοφόρων στην πολιτική.
Ακόμη και η δημιουργία συνασπισμού μόνο με το SPD δεν θα είναι καθόλου εύκολη. Μετά από μια σκληρή εκστρατεία σύμφωνα με τα γερμανικά πρότυπα, πολλοί φοβούνται ότι θα αποδειχθεί δύσκολο να οικοδομηθεί η απαραίτητη εμπιστοσύνη και να βρεθούν οι συμβιβασμοί που απαιτούν οι συμφωνίες του γερμανικού συνασπισμού. Μια βουλευτής του SPD είπε πρόσφατα ότι η προοπτική ενός μεγάλου συνασπισμού την έκανε «να αισθάνεται σαν να φιμώνεται». Σε μια τέτοια περίπτωση μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που θα έχει να αντιμετωπίσει ο Μερτς είναι να συμβιβαστεί με τις προτάσεις του για τη διαχείριση της παράτυπης μετανάστευσης στη Γερμανία, κάτι για το οποίο δεν είναι καθόλου πρόθυμος να κάνει. Ο ίδιος έχει επισημάνει ότι τα αιτήματά του για μόνιμους ελέγχους στα σύνορα της Γερμανίας και την απόρριψη των αιτούντων άσυλο είναι αδιαπραγμάτευτα. Αλλά τόσο το SPD όσο και οι Πράσινοι λένε ότι οι απόψεις αυτές παραβιάζουν το εσωτερικό και το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Τα επίδοξα κυβερνητικά κόμματα θα πρέπει επίσης να καταλήξουν σε συμφωνία για τη χαλάρωση του συνταγματικού «φρένου χρέους» της Γερμανίας, που καθιστά αδύνατο για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να έχει περισσότερα από μικροσκοπικά ελλείμματα. Οι επενδυτικές ανάγκες της Γερμανίας ανέρχονται σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια, καλύπτοντας τα πάντα, από την επισκευή της κατεστραμμένης δημόσιας υποδομής της έως την ενίσχυση των αμυντικών της δαπανών. Απλώς για να επιτύχει τον (ολοένα και ανεπαρκή) στόχο του ΝΑΤΟ του 2% του ΑΕΠ, η χώρα θα χρειαστεί να βρει τουλάχιστον άλλα 30 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως από το 2028.
Οι περικοπές του προϋπολογισμού που πρότεινε ο Μερτς δεν είναι δυνατόν όμως να καλύψουν αυτές τις ανάγκες. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο έχει δηλώσει ότι είναι ανοιχτός στη χαλάρωση του «φρένου του χρέους».
Ωστόσο, οι συνταγματικές αλλαγές απαιτούν πλειοψηφία, τα δύο τρίτα στο κοινοβούλιο. Για να γίνει αυτό τα κυβερνώντα κόμματα θα χρειαστούν την υποστήριξη από το Die Linke, ένα σκληροπυρηνικό αριστερό κόμμα που γνώρισε μια εξαιρετική άνοδο την τελευταία στιγμή, ειδικά μεταξύ των νεαρών ψηφοφόρων, κερδίζοντας το 9% των ψήφων. Ως κόμμα «υπέρ της ειρήνης», η υποστήριξή του, εάν υπάρξει, σίγουρα θα έχει υψηλό τίμημα. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να ανταγωνιστεί τους σκληροπυρηνικούς βουλευτές στις τάξεις του Μερτς που απεχθάνονται τους αριστερούς και είναι δύσπιστοι εξαρχής για την άρση του «φρένου του χρέους».
Έτσι, το εκλογικό αποτέλεσμα δύσκολα θα ευχαριστήσει όλους όσους ήλπιζαν πως θα υπάρξει πολιτική σαφήνεια σε μια χώρα που εδώ και πολύ καιρό την έχει στερηθεί. Η νίκη του CDU/CSU είναι σε μεγάλο βαθμό συνάρτηση της αντιδημοφιλίας της απερχόμενης κυβέρνησης: κάποτε ήλπιζε να κερδίσει πάνω από το 35% των ψήφων, αλλά στο τέλος σημείωσε το δεύτερο χειρότερο αποτέλεσμα που είχε ποτέ. Αυτό μπορεί να αναζωπυρώσει παλιές αμφιβολίες στο εσωτερικό του κόμματος για τον Μερτς, ο οποίος είχε αναστατώσει πολλούς Γερμανούς τον περασμένο μήνα αποδεχόμενος τις ψήφους του AfD για να προωθήσει τις αντιμεταναστευτικές του προτάσεις μέσω της Bundestag.
Εν τω μεταξύ, το καταστροφικό για το SPD εκλογικό αποτέλεσμα θα αποτελέσει μια ευκαιρία για εκκαθαρίσεις μέσα στο κόμμα και ο Σολτς σύντομα αναμένεται να γίνει παρελθόν, όπως σχολιάζει το δημοσίευμα. «Είναι ένα πικρό αποτέλεσμα και πονάει», είπε στον Economist ο Alexander Schweitzer, υπουργός-πρόεδρος του SPD της πολιτείας Ρηνανίας-Παλατινάτου. Τα μόνα κόμματα που γιορτάζουν απόψε είναι το AfD και το Die Linke που δεν έχουν ελπίδα να μπουν στην κυβέρνηση.
Κανονικά, ένα αποτέλεσμα σαν αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει μια περίοδο ομφαλοσκοπίας για τα κύρια κόμματα προτού ξεκινήσουν συνομιλίες για την επίτευξη συνασπισμού. Όμως αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο Ντόναλντ Τραμπ ανέτρεψε τη διπλωματία γύρω από την Ουκρανία, προκαλώντας πανικό στην Ευρώπη η οποία βλέπει πως πρέπει να αναλάβει δράση. Ένα μόλις λεπτό μετά το κλείσιμο των κάλπες στη Γερμανία, ο Αντόνιο Κόστα, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, συγκάλεσε έκτακτη σύνοδος κορυφής στις 6 Μαρτίου προκειμένου να συζητηθεί το ζήτημα της Ουκρανίας και της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Ως καγκελάριος της Γερμανίας έως ότου εκλεγεί αντικαταστάτης από την Bundestag, ο Σολτς θα παραστεί σε αυτή τη συνεδρίαση. Θα χρειαστεί όμως να συμβουλευτεί στενά τον άνθρωπο που θα τον αντικαταστήσει.
Από την πλευρά του, ο Μερτς φαίνεται να κατανοεί ότι οι τεκτονικές αλλαγές στη γεωπολιτική υπό τον Τραμπ δεν αφήνουν πολλά χρονικά περιθώρια. Μιλώντας αμέσως μετά τη νίκη του, σκέφτηκε την πιθανότητα μιας «ανεξάρτητης ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής» που θα αντικαταστήσει το ΝΑΤΟ και είπε ότι ήταν «απόλυτη προτεραιότητα να ενισχυθεί η Ευρώπη όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ώστε να επιτύχουμε την ανεξαρτησία από τις ΗΠΑ». Πριν από τις εκλογές είχε εγείρει την προοπτική πυρηνικής συνεργασίας με τη Γαλλία ή τη Βρετανία για να αντικαταστήσει την αμερικανική ομπρέλα και άτυπες συνομιλίες έχουν ήδη ξεκινήσει με τους Γάλλους.
Πηγή: skai.gr