Απόψεις

Οι οικισμοί και η δόμηση στην Ελλάδα Μια τραγελαφική κατάσταση για την κατοικία του Ελληνα

Τα πρώτα 20 χρόνια του εικοστού αιώνα η Ελλάδα αυξήθηκε σε μέγεθος και πληθυσμό σε μεγάλο βαθμό. Το 1907 η επιφάνεια της χώρας ήταν 63.211 τ. χλμ. και είχε πληθυσμό 2.631.952. Το 1920 η Ελλάδα είχε έκταση 150.833 τ. χλμ. και πληθυσμό 5.536.375 κατοίκους. Η αύξηση της επιφάνειας της χώρας ήταν υπερδιπλάσια: 2,38 και η αύξηση του πληθυσμού ήταν και αυτή υπερδιπλάσια: 2,10. Το 1928 που ξαναγίνεται απογραφή (μετά την εισροή των προσφύγων από την Μικρά Ασία, Θράκη και Πόντο) ο πληθυσμός ανέρχεται στους 6.204.684. Το φθινόπωρο του 1922 έφθασαν στην Ελλάδα περίπου 55.000 Αρμένιοι και 1.250.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες, που κατά κανόνα είχαν εγκατασταθεί στις μεγάλες πόλεις και ειδικότερα στην Αθήνα. Τα κύρια προβλήματα ήταν η στέγαση, οι υποδομές υποδοχής και εγκατάστασης, η δημόσια υγεία και η επαγγελματική αποκατάσταση των προσφύγων. Το 1923 ιδρύθηκε αυτόνομος οργανισμός με την επωνυμία «Επιτροπή αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ)», με έδρα την Αθήνα, υπό την εποπτεία της Κοιν. των Εθνών με σκοπό την οριστική στέγαση και την απασχόληση των προσφύγων. Στο μεταξύ η μετανάστευση προς το εξωτερικό διογκώνεται. Από το 1900 – 1920 μετανάστευσαν 350.000 άτομα.
Το 1923 λοιπόν, με όλες αυτές τις αντιξοότητες, η χώρα δεν είχε ένα επιβεβλημένο τρόπο δόμησης των οικισμών, αφού μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα οι οικισμοί, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, κατοικούνταν από γηγενής πληθυσμούς, οι οποίοι επί αιώνες έκτιζαν και κατοικούσαν τις πόλεις τους με τον πατροπαράδοτο τρόπο. Η εικόνα του πατροπαράδοτου αυτού τρόπου, που ανάγεται στην εποχή του Ιππόδαμου, περιγράφεται στο Βυζαντινό δίκαιο (Εξάβιβλος Αρμενόπουλου). Πατροπαράδοτα λοιπόν: «καινούργιο πράγμα κάμνει κάποιος είτε με το να κτίζει, είτε με το να χαλά και να μεταλλάζει την πρότερη του θεωρία (όψη) βλέπε Αρμενόπουλος. Συνεχίζοντας καθόριζε ότι: είτε δίκαια, είτε άδικα κτίζει κανείς, εμποδίζεται από τους γείτονες, μέχρι να εξεταστεί επιμελώς η υπόθεση. Όταν πρόκειται για «καινοτομία», δηλαδή όταν πρόκειται να κάμει κάποιος καινούργιο κτίριο, απευθύνεται πρώτα στον Κριτή (Πρωτόγερο) και στους γείτονες για να πάρει άδεια. Έτσι οι οικισμοί εκ των πραγμάτων είχαν την κοινωνική συναίνεση και κτίζονταν σε σχέση με τις ανάγκες του πληθυσμού. Δεν υπάρχουν Αρχοντικά, όπως τα λένε από την άποψη μεγέθους, παρά μόνο από τον πλούτο του εξοπλισμού τους. Σε ορισμένους οικισμούς υπήρξαν εξαιρέσεις που είναι λογικές.
Με την εισροή στους οικισμούς νέων κατοίκων, από άλλες περιοχές του ελληνικού χώρου, και η νέου τύπου διοίκηση της χώρας, όπου αποφασίζει πλέον η κεντρική διοίκηση για κάθε πράγμα, αναγκάζει να δημιουργηθούν γενικοί κανόνες. Έτσι έρχεται το Νομοθετικό διάταγμα 17/7/1923 (ΦΕΚ 228/Α/16.8.1923) και αργότερα ο νόμος 3976/1929 (ΦΕΚ 70/Α/1929) και τα Διατάγματα του Γ.Ο.Κ. 1929 και της εκτός σχεδίου δόμησης του 1928. Το διάταγμα του 1923 καθόριζε εκτός των άλλων: «Εντός δεκαετίας από της ισχύος του παρόντος διατάγματος δέον να αναθεωρηθούν μεν τα ήδη εγκεκριμένα σχέδια των πόλεων, κωμών κ.λ.π. του Κράτους, δια την ανασύνταξη των οποίων δεν θεσπίσθηκαν από δεκαετίες, ειδικές διατάξεις, να συνταχθούν δε νέα σχέδια δια τις πόλεις, κώμες κ.λ.π. που δεν έχουν τέτοια, των οποίων ο πληθυσμός είναι άνω των τριών χιλιάδων κατοίκων».
Η κατάσταση της δόμησης, κυρίως στις μεγάλες πόλεις, ήταν άθλια. Παντού παραπήγματα, είτε ήταν κατοικίες, είτε μικροκαταστήματα. Ως εκ τούτου με το διάταγμα αυτό καθορίστηκε η κατ’ εξαίρεση δυνατότητα να συνεχισθεί προσωρινά η επί των κοινοχρήστων χώρων των πόλεων κ.λ.π. εγκατάσταση περιπτέρων αναπήρων τραυματιών πολέμου και να παραμείνουν όσα ήδη είχαν εγκατασταθεί μέχρι να διαταχθεί η βαθμιαία ή και συνολική άρση τους με βασιλικό διάταγμα. Και συνεχίζοντας λέει: «Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του παρόντος διατάγματος δύνανται να μη κατεδαφίζονται προσωρινώς τα επί κοινοχρήστων κωμών και ζωνών και εν γένει μη οικοδομήσιμων γηπέδων των πόλεων κ.λ.π. οπωσδήποτε ανεγερθέντα υπό των εκ Μικράς Ασίας και Θράκης από του Αυγούστου του 1922 και εφεξής καταφυγόντων στην Ελλάδα προσφύγων πρόχειρα στεγάσματα, εφ’ όσον διαπιστώνεται η ταυτότητα αυτών που τα κατασκεύασαν και τα χρησιμοποιούν». Σίγουρα η κατάσταση ήταν απελπιστική!
Επιπλέον και κατ’ εξαίρεση του Συντάγματος, που απαγορεύει κατ’ αρχήν την δόμηση σε Εκτός Σχεδίου περιοχές, δόθηκε η δυνατότητα να οικοδομείται όλη η επικράτεια με μόνες εξαιρέσεις τις αρχαιολογικές και δασικές ζώνες. Αυτή θεσπίστηκε πρώτη φορά το 1928 και αφορούσε Βιομηχανίες, Νοσοσκομεία, ξενοδοχεία, διδακτήρια, αποθήκες, υπόστεγα και τέλος πηγάδια. Δεν αφορούσε σε κατοικίες. Με το ΒΔ/7-8-67 επιτράπηκαν οι κατασκευές λιωμένων οικίσκων για παραθερισμό. Με το ΠΔ/31-8-78 επιτράπηκε γύρω από τον Υμηττό η κατασκευή κατοικιών μέχρι 150 τ.μ. Για πρώτη φορά λοιπόν με το ΠΔ/6-10-78, επιτρέπεται η κατασκευή κατοικιών στις εκτός σχεδίου περιοχές.
Οι αρχικές διατάξεις του 1923 για τους οικισμούς έμειναν ως ευχές και στην ουσία δεν άλλαξε τίποτε αυτά τα εκατό (100) χρόνια. Απλά πολλαπλασιάστηκαν τα διατάγματα, που κάθε τόσο άλλαζαν χωρίς καμιά λογική (Π.Δ. 24.04.1985 (181Δ), Π.Δ. 02.03.1981 (138/Δ), Π.Δ. 25.08.1969 (164/Δ), Π.Δ. 06.12.1982 (588/Δ). Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι δεν καταρτίστηκαν ποτέ Χωροταξικά Σχέδια που να δίνουν τις απαραίτητες γενικές κατευθύνσεις. Σε όσες πόλεις καταρτίστηκαν Σχέδια Πόλης, οι υποδομές, δρόμοι, δίκτυα κλπ. δεν έχουν περαιωθεί, έστω και αν πέρασαν αρκετές δεκαετίες, λόγω οικονομικών αδυναμιών των Δήμων. Η ανάπτυξη του Τουρισμού, με την κατασκευή πολλών ξενοδοχείων σε περιοχές εκτός σχεδίου, που όμως βρίσκονται σε άθλια κατάσταση από άποψη υποδομών, χειροτέρευσε την κατάσταση. Έτσι σε όλη την επικράτεια κυριαρχεί μια ακατάστατη δόμηση, χωρίς υποδομές, όπου ο καθένας κάνει ότι θέλει, κυρίως τα στελέχη της Διοίκησης.
Η πρώτη μεγάλη προσπάθεια για πολεοδομική ανασυγκρότηση του 1983 (Επί Τρίτση) απέτυχε. Επαναλήφθηκαν αρκετές προσπάθειες που έμειναν κενό γράμμα, κυρίως λόγω των αντιστάσεων των Δημοτικών Αρχών, που δεν θέλουν να αναλάβουν το πολιτικό βάρος των κανονιστικών διατάξεων. Άλλωστε οι Δημοτικές Αρχές είτε υποθάλπουν, είτε κάνουν τον ανήξερο για τα τεκταινόμενα στια πολεοδομίες.
Η νέα προσπάθεια που ξεκίνησε το 2020 δεν βλέπω να προχωρά όπως την επαγγέλθηκαν οι πολιτικοί μας. Έτσι με διάφορες παράλληλες προσπάθειες προσπαθούν να καθοδηγήσουν την έκβασή της. Μια από αυτές είναι και το νέο Π.Δ. της 11.4.2025 (ΦΕΚ 194/Δ/15.4.2025) περί «Καθορισμού κριτηρίων, τρόπου και διαδικασιών οριοθέτησης των οικισμών της Χώρας με πληθυσμό κάτω των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων, περιλαμβανομένων και των προϋφιστάμενων του 1923, καθώς και καθορισμός χρήσεων γης και γενικών όρων και περιορισμών δόμησης». Το διάταγμα αυτό, που όπως λέει και ο τίτλος του, δεν είναι άμεσα εφαρμοστέο στο σύνολό του, αλλά καθοδηγεί τους μελετητές των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων (διάβαζε Χωροταξικών) για το πως θα διαχειριστούν αυτούς τους οικισμούς. Ο τρόπος εφαρμογής του καθορίζεται στο Άρθρο 18, όπου διευκρινίζεται ότι μέχρι την έκδοση των Π.Δ. οριοθέτησης των οικισμών, οι διατάξεις του δεν εφαρμόζονται ευθέως από τις αρμόδιες Υπηρεσίες Δόμησης για την έκδοση οικοδομικών αδειών ή άλλων πράξεων που συνδέονται με την ίδρυση ή έναρξη δραστηριότητας, πλην κάποιων διατάξεων που αφορούν σε Βιομηχανίες.
Εκτός από την γενική ακαταστασία που κυριαρχεί στον Ελλαδικό χώρο, ένα βασικό πρόβλημα ήρθε να προστεθεί, που είναι η έλλειψη κατοικίας. Παρόλο που με τη πρώτη ματιά φαίνεται ότι το ισοζύγιο δομήσιμης έκτασης – κατοίκων να είναι θετικό. Αυτό το ισοζύγιο μάλιστα μαζί με την λογική της «ανθεκτικότητας» ή όπως αλλιώς λέγεται της «φέρουσας ικανότητας» οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν χρειάζονται άλλες επεκτάσεις οικισμών και μάλιστα ότι τα υφιστάμενα μεγέθη είναι ήδη υπερβολικά. Όμως δεν υπάρχει κάποιος τρόπος, αντικειμενικής αποτίμησης του φαινομένου της φέρουσας ικανότητας της κατοικίας και κατ’ επέκταση της ανάγκης νέων περιοχών δόμησης, αφού λόγω και του τουρισμού όλα αυτά μπερδεύονται («Airbnb»). Ενώ λοιπόν πριν την θέσπιση κανόνων το 1923 η δόμηση ακολουθούσε τις ανάγκες του πληθυσμού, μετά την θέσπιση των κανόνων αυτών η γη έγινε εκμεταλλεύσιμο προϊόν στα χέρια κεφαλαιούχων και τώρα μάλιστα λόγω των νέων συνθηκών η κατάσταση χειροτέρευσε εκτινάσσοντας τις αξίες σε αστρονομικά μεγέθη.
Άρα δεν μπορούμε παρά να αντιμετωπίσουμε τον κάθε οικισμό με ειδικές προδιαγραφές και προοπτικές. Προς αυτή την κατεύθυνση μπορεί να θεωρηθούν σωστές οι πρόνοιες του παραπάνω διατάγματος. Φαίνεται όμως να είναι πρόχειρες και να προκύπτουν μόνον από τις εντολές των δικαστών. Η αντιμετώπιση των αξιόλογων οικισμών και των παραδοσιακών γίνεται πολύ επιφανειακά. Το Διάταγμα δείχνει μεν κάποιες κατευθύνσεις, όπως το ότι αναφέρει για τις ζώνες εκτός της κεντρικής να είναι δυνατόν να ορίζονται, κατά περίπτωση, τομείς με διαφορετική αρτιότητα οικοπέδων, προκειμένου να διασφαλισθεί η προστασία του ιδιαίτερου πολεοδομικού χαρακτήρα του εκάστοτε τομέα του οικισμού. Αυτή η πρόνοια οδηγεί στον να σχεδιάζονται οι οικισμοί ανάλογα με τις ανάγκες τους. Επίσης αναφέρει ότι κατά την οριοθέτηση παραδοσιακού οικισμού, η εισήγηση της μελέτης είναι δυνατόν να διαφοροποιείται από τα οριζόμενα, με την προϋπόθεση ότι συνοδεύεται από ειδική τεκμηρίωση με σκοπό την ανάδειξη, κατά περίπτωση, της ιδιαίτερης ιστορικής, πολεοδομικής, αρχιτεκτονικής, λαογραφικής και αισθητικής φυσιογνωμίας του, καθώς και την αποτροπή της αλλοιώσεως του. Παρόλο που φαίνεται και αυτό θετικό, δεν μπορώ να εμπιστευτώ σε μελετητές που δεν γνωρίζουν ένα τόπο, όπως είναι τα νησιά μας, να κάνουν σε διάστημα μερικών μηνών και μάλιστα φορτωμένοι με δεκάδες μελέτες τέτοιες αξιολογήσεις. Επιπλέον θα έχουμε πάλι τις γνωστές αντιπαραθέσεις μεταξύ συναρμοδίων Υπηρεσιών (Πολιτισμού, ΥΠΕΝ, Νησιωτικής Πολιτικής, Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ΥΔΟΜ κλπ) όπου το κάθε στέλεχος έχει την δική του γνώμη επί του θέματος και μάλιστα πολλές φορές αντίθετη με το Σύνταγμα και τους Νόμους.
Σε δύο χρόνια, που αυτά θα έχουν τελειώσει, θα δούμε πάλι ότι θα έχουμε επιστρέψει στα ίδια, αφού ότι κάνουμε γίνεται στο άρπα – κόλλα. Φτάνει κανείς να διαβάσει αυτά που έχουν γίνει μέχρι τώρα στα διάφορα χωροταξικά σχέδια για να έχει μια ασφαλή γνώση επί του αποτελέσματος.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου