Ατυπη συνάντηση δημάρχων για τη διοικητική μεταρρύθμιση

Για προσπάθεια υπονόμευσης του έργου που επιτελεί το διοικητικό συμβούλιο της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων με τη λειτουργία “παραΤΕΔΚ”, “εγκαλεί” τον Δήμαρχο Ροδίων κ. Χ. Χατζηευθυμίου ο πρόεδρος της ΤΕΔΚ Δωδ/σου κ. Μιχάλης Κορδίνας εξ’ αφορμής πρωτοβουλίας που ανέλαβε ο πρώτος το απόγευμα της Τρίτης για τη συγκέντρωση των δημάρχων της Ρόδου στο Δήμο Ροδίων προκειμένου να συζητήσουν το θέμα της διοικητικής μεταρρύθμισης.

Με δεδομένο συγκεκριμένα ότι για αύριο έχει προγραμματιστεί η συζήτηση του ίδιου θέματος στο διοικητικό συμβούλιο της ΤΕΔΚ ο κ. Κορδίνας, που πάντως προσκλήθηκε στη συνάντηση αλλά έκρινε ότι δεν έπρεπε να παραστεί, θεωρεί ότι ο κ. Χατζηευθυμίου αλλά και οι δήμαρχοι που επέλεξαν να μετέχουν στη συζήτηση στην ουσία προκατέβαλαν τις αποφάσεις που θα λάβει το συλλογικό όργανο στην προκαθορισμένη συνεδρίασή του. Επεσήμανε μάλιστα ότι στις συνεδριάσεις της ΤΕΔΚ είναι προσκεκλημένοι όλοι οι δήμαρχοι του νησιού.
Στον αντίποδα ο Δήμαρχος Ροδίων κ. Χ. Χατζηευθυμίου επεσήμανε ότι η συνάντηση προκλήθηκε προκειμένου να υπάρξει μια πρώτη συζήτηση των Δημάρχων της Ρόδου αφού οι τυχόν επιπτώσεις της διοικητικής μεταρρύθμισης θα έχουν αντίκτυπο κυρίως στο νησί της Ρόδου και λιγότερο στους υπόλοιπους νησιωτικούς δήμους μέλη της ΤΕΔΚ. Με άλλα λόγια ο κ. Χατζηευθυμίου επεσήμανε ότι οι δήμαρχοι της Ρόδου ήθελαν να έχουν μια πρώτη συζήτηση προκειμένου να συμφωνήσουν σε μια ενιαία πρόταση που θα συζητηθεί ενώπιον της ΤΕΔΚ για το επίμαχο θέμα. Σημειώνεται δε ότι η συγκεκριμένη συνάντηση ήταν άτυπη και για τον λόγο αυτό δεν ανακοινώθηκε στα τοπικά ΜΜΕ.
Από εκεί και πέρα ο κ. Χατζηευθυμίου εξέφρασε την λύπη και την απορία του για τις δηλώσεις Κορδίνα επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί να απαγορεύσει κανείς να πραγματοποιούνται συναντήσεις δημάρχων εκτός της ΤΕΔΚ αφού τέτοιες είναι επιβεβλημένες, ηθικά και ουσιαστικά απαραίτητες.
Εν πάση περιπτώσει στην προχθεσινοβραδινή συνάντηση στο Δήμο Ροδίων συμμετείχαν οι Δήμαρχοι Καμείρου, Ιαλυσού, Αταβύρου, Λινδίων και Καλλιθέας ενώ απουσίαζαν ο Δήμαρχος Αρχαγγέλου επειδή μετείχε σε συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου, ο Δήμαρχος Αφάντου διότι απουσίαζε στην Αθήνα και ο Δήμαρχος Νότιας Ρόδου ο οποίος δήλωσε χθες ότι δεν προσκλήθηκε.
Από εκεί και πέρα οι θέσεις που ανέπτυξαν οι δήμαρχοι που μετείχαν στη συνάντηση γύρω από το ζήτημα της διοικητικής μεταρρύθμισης ταυτίζονται με τις θέσεις που θα εκφράσει με την εισήγηση του την Παρασκευή ενώπιον του συλλογικού οργάνου ο κ. Κορδίνας.
Οι δήμαρχοι συγκεκριμένα εξέφρασαν την αντίθεση τους με τα διαλαμβανόμενα στην τελευταία μελέτη του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης σύμφωνα με την οποία, με τον Καποδίστρια-2, από τους 1.034 σήμερα δήμους και κοινότητες της χώρας θα δημιουργηθούν περίπου 400 νέοι δήμοι. Οι δήμαρχοι επέλεξαν να μην αναλωθούν σε συζητήσεις γύρω από τα όρια των νέων δήμων και τον αριθμό αυτών καθώς κρίθηκε ότι δεν δύναται να αρχίσει καν μια τέτοια συζήτηση προτού εξασφαλιστούν οι προβλεπόμενοι πόροι αλλά και σαφές πλαίσιο αρμοδιοτήτων και δυνατοτήτων.
Κάτω από αυτό το πρίσμα επεσήμαναν ότι θα πρέπει να εμμείνουν στην τήρηση των αποφάσεων του θεματικού συνεδρίου της ΚΕΔΚΕ για τη Διοικητική Μεταρρύθμιση, που συνήλθε στην Κυλλήνη.
Αφού επεσήμαναν συγκεκριμένα ότι θα πρέπει να προηγηθεί μακρύς και εποικοδομητικός διάλογος και διαβούλευση πριν την κατάθεση οποιασδήποτε πρότασης με τους τοπικούς φορείς, τις τάξεις αλλά και τους πολίτες επεσήμαναν ότι η μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης έχει ως αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση να αντιμετωπιστούν τα σημερινά οξυμένα οικονομικά προβλήματα των ΟΤΑ, διότι είναι αδιανόητη οποιαδήποτε συζήτηση για το μέλλον της Τοπικής Αυτοδιοίκησης εάν δεν αντιμετωπιστεί το παρόν της.
Χωρίς την εκπλήρωση των παραπάνω οικονομικών προϋποθέσεων καμία συζήτηση με την Κυβέρνηση, όπως τόνισαν, δεν μπορεί να ξεκινήσει για την χωροθέτηση των ορίων των νέων ΟΤΑ.
Οι δήμαρχοι επεσήμαναν παραπέρα ότι θεωρείται εκ των ουκ άνευ η τήρηση των τριών προϋποθέσεων της απόφασης του Συνεδρίου της Κυλλήνης και συγκεκριμένα:
– 1η προϋπόθεση: Η αναδιάρθρωση της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν μπορεί να γίνει μεμονωμένα, πρέπει να είναι μέρος του συνολικού Εθνικού Προγράμματος Μεταρρύθμισης του πολιτικού μας συστήματος και της Δημόσιας Διοίκησης σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό διαφωνούμε με την διατυπωθείσα άποψη του υπουργού Εσωτερικών για την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση και εμμένουμε στη θέση μας ότι πρέπει να καθιερωθεί ο Β΄ Βαθμός Αυτοδιοίκησης σε επίπεδο Περιφέρειας με αιρετούς Περιφερειάρχες και Περιφερειακά Συμβούλια. Η Περιφέρεια ως Β’ Βαθμός Αυτοδιοίκησης, θα έχει ως βασική αρμοδιότητα να σχεδιάζει, να προγραμματίζει και να υλοποιεί περιφερειακές αναπτυξιακές πολιτικές, καθώς και την περιφερειακή εξειδίκευση των εθνικών πολιτικών.
– 2η προϋπόθεση: Ανεξάρτητα από την επιλογή του τρόπου συνενώσεων, θα πρέπει να γίνει η χωροθέτηση των νέων ανθρωπογεωγραφικών ενοτήτων ως “ανοικτών πόλεων”, με κριτήρια πληθυσμιακά, χωροταξικά, πολιτισμικά και κοινωνικοοικονομικά, με αξιοποίηση της εμπειρίας των παλαιότερων σχεδιασμών.
– 3η προϋπόθεση: Η αναδιάρθρωση της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν θα πρέπει να εξαντληθεί στη θέσπιση ενός μόνο νόμου, που θα καθορίζει τα νέα διοικητικά όρια και θα καταλήγει σε μικρότερο αριθμό Ο.Τ.Α.

Απαρέγκλιτοι όροι για την επιτυχή έκβαση της μεταρρύθμισης, πέραν του διαλόγου, επεσήμαναν παραπέρα ότι πρέπει να είναι:
– Πρώτον, για κάθε αρμοδιότητα που θα μεταφερθεί στην Αυτοδιοίκηση θα μεταφερθούν και οι εκ των προτέρων κοστολογημένοι πόροι, όπως το Σύνταγμα ορίζει.
– Δεύτερον, η σύνταξη και υλοποίηση ενός Εθνικού Επιχειρησιακού Προγράμματος Υποστήριξης για τους νέους ΟΤΑ. Το Πρόγραμμα αυτό, δεν θα χρηματοδοτείται από τους ΚΑΠ, όπως τα Προγράμματα “ΕΠΤΑ” και “ΘΗΣΕΑΣ”, αλλά θα χρηματοδοτείται από εθνικούς πόρους και θα αξιοποιεί συμπληρωματικά τις δυνατότητες που παρέχει το ΕΣΠΑ.

Επεσήμαναν εξάλλου ότι μια πραγματική Διοικητική μεταρρύθμιση πρέπει να συνοδεύεται από ουσιαστική φορολογική αποκέντρωση χωρίς την επιβολή νέων φόρων και σε ό,τι αφορά τους ΚΑΠ να μετατραπούν σε “Ταμείο Συνοχής” που θα ενισχύει και θα στηρίζει τους ΟΤΑ, που έχουν περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες και αυξημένο κόστος παραγωγής και παροχής Τοπικών Δημόσιων Αγαθών και Υπηρεσιών.