Δεκτή η ανακοπή του Λιμενικού Ταμείου για το Καρνάγιο – Ρόδου

Με την υπ’ αρίθμ. 87/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου έγινε δεκτή η ανακοπή που άσκησε το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο για την ακύρωση διαταγής πληρωμής ύψους 84.750 ευρώ που εξέδωσε σε βάρος του η εταιρεία ΩΣΕΑΝΙΚ ΤΕΝ.
Η τελευταία διατείνεται ότι το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο της οφείλει το ως άνω ποσό για την ανέλκυση σκαφών από το χώρο του Καναμάτ τον οποίο και είχε μισθώσει ενώ η διοίκηση του ΝΠΔΔ, που βρίσκεται σε σφοδρή αντιδικία μαζί της όχι μόνο δεν αναγνώρισε το επίδικο τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, όχι μόνο αρνήθηκε να το παραλάβει αλλά επιπλέον υποστηρίζει ότι δεν υπήρξε ποτέ συμφωνία μεταξύ τους για την πραγματοποίηση και αποπληρωμή των συγκεκριμένων έργων.
Το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Νότιας Δωδεκανήσου με την υπ’ αριθ. 20/2009 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου καταλόγισε εξάλλου σε βάρος της εταιρείας ως ποινική ρήτρα, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της υπ’ αριθ. 454/16/2-8-2005 απόφασης παραχώρησης της χερσαίας λιμενικής ζώνης Ροδίας Ρόδου (Καναμάτ), το ποσό των 98.000,00 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1/3/2008 έως 12/9/2008 (196 ημέρες Χ 5.000 ευρώ ημερησίως), βεβαίωσε εις βάρος της ιδίας το ποσό των 144.769,00 ευρώ ως έσοδα από τη διαχείμαση σκαφών, το ποσό των 36.000,00 ευρώ για ανταλλάγματα από την παραχώρηση (της χερσαίας λιμενικής ζώνης) και το ποσό των 98.000,00 ευρώ ως ποινική ρήτρα και εξέπεσε εις βάρος της εν λόγω εταιρείας την εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης ύψους 5.000 που είχε κατατεθεί υπέρ του λιμενικού ταμείου για τους λόγους της παραχώρησης.
Το Λιμενικό Ταμείο διατείνεται παραπέρα ότι παραχώρησε στην εταιρεία προς χρήση και εκμετάλλευση την χερσαία και θαλάσσια λιμενική ζώνη που περιγράφεται στην υπ’ αριθ. 7968/21-9-1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου (ΦΕΚ 806/16-10-1998 Τεύχος Δ΄) και ειδικότερα για ελλιμενισμό, ανελκύσεις και καθελκύσεις, διαχείμαση και παραμονή προς επισκευή πάσης φύσης σκαφών, η δε κοστολόγηση των εν λόγω υπηρεσιών θα πραγματοποιούνταν βάσει του εγκεκριμένου τιμολογίου που καθόρισε το λιμενικό ταμείο με την υπ’ αριθ. 6/15-7-2003 απόφαση του Δ.Σ..
Το μηνιαίο αντάλλαγμα για την παραχώρηση ορίστηκε στο ποσό των 1.000 ευρώ, ενώ παράλληλα ορίστηκε ότι το ταμείο θα εισπράττει και αναλογικό αντάλλαγμα ποσοστού 25% επί των εισπράξεων που θα πραγματοποιεί η εταιρεία.
Περαιτέρω, ορίστηκε με την απόφαση παραχώρησης ότι τα ποσά που θα έπρεπε να περιέλθουν στο λιμενικό ταμείο ως αντάλλαγμα, θα χρησιμοποιηθούν συμψηφιστικά για δαπάνες που θα πραγματοποιούσε η παραχωρησιούχος με σκοπό την περίφραξη του χώρου και την διαμόρφωση των υπόλοιπων χώρων της παραχωρηθείσας έκτασης.
Ως διάρκεια της παραχώρησης ορίστηκε αυτή των 35 μηνών από την έκδοση της απόφασης παραχώρησης, μετά την λήξη της οποίας η προσφεύουσα όφειλε να αποδώσει τον χώρο στο λιμενικό ταμείο στην «προτέρα» του κατάσταση.
Για την περίπτωση μη τήρησης των όρων της παραχώρησης το λιμενικό ταμείο επεφύλαξε για τον εαυτό του το δικαίωμα της άμεσης και αζήμιας ανάκλησης της απόφασης παραχώρησης, ενώ για την περίπτωση καθυστέρησης απόδοσης του χώρου, έπειτα από την ανάκληση της απόφασης παραχώρησης η παραχωρησιούχος εταιρεία θα υποχρεούτο να καταβάλει ως ποινική ρήτρα το ποσό των 500 ευρώ ημερησίως.
Κατ’ εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων που θεσπίστηκαν για την ρύθμιση της εν λόγω έννομης σχέσης, το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Νοτίας Δωδεκανήσου εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία καταλόγισε και βεβαίωσε σε βάρος της προσφεύγουσας όλα τα ποσά που αναφέρονται αναλυτικά παραπάνω.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο της εν λόγω πράξης η έκδοσή της στηρίχθηκε στην παραδοχή ότι η παραχωρησιούχος «ουδέποτε προέβη στην κατάθεση στον λογαριασμό του λιμενικού ταμείου των εσόδων από την εκμετάλλευση του καρναγίου», από τα οποία έπρεπε στη συνέχεια «να αποπληρώνονται οι όποιες εγκεκριμένες εργασίες του αναδόχου, αφού συμψηφισθούν τα ενοίκια και ποσοστό 25% από τα έσοδα, που προβλέπονται από την απόφαση παραχώρησης».

Περαιτέρω, διότι η παραχωρησιούχος «παρακράτησε παράνομα καθ’ όλο το διάστημα της παραχώρησης όλες τις εισπράξεις από την εκμετάλλευση του χώρου, έχοντας εκτελέσει μόνο ένα μέρος του τοιχίου (περίφραξης) και πιθανώς κάποιες άλλες εργασίες από μόνη της, χωρίς αδειοδοτήσεις και επίβλεψη, και έτσι δεν υπήρχαν οι απαραίτητες πιστοποιήσεις για την κοστολόγηση (των έργων) και την εκκαθάρισή τους».
Επιπλέον, διότι η παραχωρησιούχος και ήδη προσφεύγουσα είχε «εισπράξεις 300.000 ευρώ περίπου ως έσοδα από διαχειμάσεις, ανελκύσεις – καθελκύσεις σκαφών στην λιμενική ζώνη που δεν αποδόθηκαν», μάλιστα το λιμενικό ταμείο «υποχρεώθηκε να υποβληθεί σε δαπάνες αποκατάστασης του χώρου ύψους 100.000 ευρώ περίπου».