Μια σοβαρή υπόθεση απάτης και υπεξαίρεσης με κατηγορούμενους δύο κατοίκους της Ρόδου, σε βάρος των οποίων εκκρεμούν εντάλματα σύλληψης, θα απασχολήσει την προσεχή συνεδρίαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων.
Θύματα των κατηγορούμενων είναι δύο κάτοικοι της Ρόδου που πείσθηκαν να επενδύσουν μια μικρή περιουσία σε επιχειρηματικό σχέδιο εκμετάλλευσης καντινών που αποδείχτηκε… «μαϊμού».
Οι κατηγορούμενοι προσλήφθηκαν από τον μηνυτή σε εστιατόριο ιδιοκτησίας του και στην πορεία ανέπτυξαν φιλικές σχέσεις, καθημερινές επαφές, πλην των επαγγελματικών, με εξόδους και επισκέψεις και άρχισε να αναπτύσσεται μεγάλη οικειότητα μεταξύ τους και εμπιστοσύνη. Περί τα τέλη του μηνός Ιουνίου του έτους 2008, υπέπεσε στην αντίληψη της αδελφής του μηνυτή και του πρώτου κατηγορούμενου, μια προκήρυξη που αφορούσε διαγωνισμό για την ανάθεση του κυλικείου της Αστικής Σχολής στη Ρόδο. Ο πρώτος κατηγορούμενος ανέφερε τότε ότι οι γονείς του είχαν τη διαχείριση δύο κυλικείων σχολείων σε άλλη πόλη της Eλλάδος, που αποτελούσαν ιδιαιτέρως κερδοφόρες επιχειρήσεις.
Τότε, έσπευσε μόνος του και αυτοβούλως να πληροφορηθεί για τις όλες διαδικασίες και έπεισε τον μηνυτή και την αδελφή του ότι επρόκειτο για μία εξαιρετικά συμφέρουσα ευκαιρία και ότι έπρεπε να προχωρήσουν στην κατάθεση προσφοράς για το παραπάνω κυλικείο στο όνομα της αδελφής του μηνυτή. Kαθ’ υπόδειξή του, η αδελφή του μηνυτή κατέθεσε τα σχετικά δικαιολογητικά, συμμετέχοντας στον πλειοδοτικό διαγωνισμό για το παραπάνω κυλικείο. Τις αμέσως δε επόμενες μέρες ο πρώτος κατηγορούμενος με υπερηφάνεια ανακοίνωσε ότι η προσφορά ήταν καλύτερη και ανατέθηκε σε εκείνους η διαχείριση του κυλικείου της Αστικής Σχολής. Iσχυρίζεται ότι στις 7-7-2008, ο πρώτος μηνυόμενος του ζήτησε και του κατέβαλε, το ποσό των 300 ευρώ διότι όπως του δήλωσε, το είχε ήδη καταβάλει ως εγγύηση με την κατάθεση των δικαιολογητικών, για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό. Παράλληλα, ο πρώτος κατηγορούμενος τους είχε ενημερώσει ότι γνώριζε και για μια άλλη προκήρυξη, η οποία αφορούσε το μεγάλο κυλικείο του Βενετοκλείου Γυμνασίου επίσης στη Ρόδο. O μηνυτής ισχυρίζεται ότι του παρέδωσε στις 26-06-2008 το ποσό των 1.800 ευρώ, από τα οποία τα 600 ευρώ αφορούσαν την εγγύηση για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό και τα υπόλοιπα 1.200 ευρώ, όπως του είπε, έπρεπε να του δοθούν «ως ένδειξη καλής θελήσεως». Στις αρχές Ιουλίου 2008, πριν την επίσημη ημερομηνία του πλειστηριασμού για το κυλικείο του Βενετοκλείου, τους ανακοίνωσε ότι η ανάθεση του παραπάνω κυλικείου θα γίνει σε εκείνους, επιδεικνύοντάς τους παράλληλα και δύο κλειδιά.
Στη συνέχεια, ενήργησε και για την ανάληψη της επιχείρησης του κυλικείου του δημοτικού σχολείου της οδού Αταβύρου στη Ρόδο και για το σκοπό αυτό η μητέρα του μηνυτή του παρέδωσε για λογαριασμό του το ποσό των 2.500 ευρώ στις 20-7-2008. Tου συνέστησε, όπως υποστηρίζει ότι θα έπρεπε να ασχοληθούν πλήρως και πιο επαγγελματικά με τα κυλικεία. Περί τα τέλη του Ιουλίου του έτους 2008, του παρουσίασε ένα μεγάλο φάκελο με όλα τα κυλικεία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, τα οποία βγαίνουν ή πρόκειται να βγουν σε πλειστηριασμό, και του πρότεινε να ιδρύσουν εταιρεία προκειμένου να διαχειρίζεται τα κυλικεία τα οποία θα έχουν αναλάβει.
Επόμενος στόχος του πρώτου κατηγορούμενου έγινε το κυλικείο του αεροδρομίου, για το οποίο κατέβαλε σ’ αυτόν στις 21-7-2008 το ποσό των 6.500 ευρώ και ακολούθως το περίπτερο του αεροδρομίου, για το οποίο κατέβαλε στις 23-7-2008 2.500 ευρώ.
Ακολούθησε το κυλικείο του Νοσοκομείου, για το οποίο αναγκάσθηκε ο μηνυτής, όπως υποστηρίζει, να λάβει δάνειο και να του παραδώσει το ποσό των 11.000 ευρώ. Στην πορεία ο πρώτος κατηγορούμενος του ανακοίνωσε ότι έχει κερδίσει 1.000.000 ευρώ στο ΚΙΝΟ. Στις 4-8-2008 φέρεται να του έδωσε ακόμα 2.400 ευρώ, γιατί τάχα υπήρχε και άλλος υποψήφιος για το κυλικείο του Νοσοκομείου και έπρεπε να καταβάλει ο καθένας τους επιπλέον 2.500 ευρώ για να το κατοχυρώσουν. Ακολούθως, φέρεται να του δήλωσε ότι θα πρέπει να προμηθευτούν εξοπλισμό για την επιχείρησή και του κατέβαλε 4.000 ευρώ στις 14-8-2008 και έτερα 5.000 ευρώ στις 20-8-2008. Στις 26-8-2008 φέρεται να του δήλωσε ότι κατέβαλε το πρώτο μίσθωμα για το κυλικείο του Βενετοκλείου ύψους 27.000 ευρώ. Στις 28-8-2008 ο πατέρας του μηνυτή του κατέβαλε ακόμη για λογαριασμό του το ποσό των 5.000 ευρώ για προμήθειες σε τρόφιμα και ποτά. O μηνυόμενος καταγγέλλεται ότι απαίτησε να λάβει και από την αδελφή του μηνυτή το ποσό των 55.000 ευρώ, το οποίο καθόρισε ως συμμετοχή της στην εταιρεία τους.
O μηνυτής υποστηρίζει ότι διαπίστωσε στην πορεία ότι ο μηνυόμενος δεν είχε αναλάβει τη διαχείριση κανενός κυλικείου, πλην ενός, το οποίο όχι μόνο δεν είναι κερδοφόρο, αλλά αντιθέτως ιδιαιτέρως ζημιογόνο, αφού δεν έχει καμία απολύτως κίνηση, με αποτέλεσμα να αναγκασθεί η αδελφή του να διακόψει τη λειτουργία του. O μηνυτής και η αδελφή του διαπίστωσαν παραπέρα ότι ο πρώτος μηνυόμενος, δεν είχε καταβάλει κανένα ποσό για τα κυλικεία, δεν είχε κάνει έναρξη εργασιών της εταιρείας τους στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου, ούτε και είχε λάβει Α.Φ.Μ., καθώς επίσης και δεν είχε εγγεγραμμένη την εταιρεία στο Εμπορικό Επιμελητήριο Ρόδου.
Tην πολιτική αγωγή εκπροσωπεί ο δικηγόρος κ Γ. Pωμαίος.