Εντονος προβληματισμός για τον λογαριασμό «overdraft»

Σοβαρές επιφυλάξεις για την διεκπεραίωση – αποπληρωμή της ληξιπρόθεσμης οφειλής του πρώην Δήμου Ροδίων προς την Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, που συγχωνεύθηκε προσφάτως με την Alpha Bank, διατύπωσαν με εισήγησή τους προς την Οικονομική Επιτροπή, τρεις νομικοί σύμβουλοι του Δήμου Ρόδου.
Το ύψος της οφειλής ανέρχεται πλέον σε 2.826.926,99 ευρώ και υφίσταται σοβαρό ζήτημα ως προς την αποδοχή του ή μη από το Δήμο Ρόδου.
Η υπό τον κ. Χ. Χατζηευθυμίου δημοτική αρχή μετά από πόρισμα του ορκωτού λογιστή κ. Γ. Μανώλαρου, είχε κρίνει παράνομη τη διατήρηση του συγκεκριμένου λογαριασμού ο οποίος όφειλε, όπως υποστηρίχθηκε, να κλείσει μετά τη σύναψη δανείου για την αποπληρωμή του με άλλη τράπεζα, σε εκτέλεση απόφασης του δημοτικού συμβουλίου. Θεωρούσαν δε συνυπεύθυνη και την Εμπορική Τράπεζα που επέτρεψε τον επαναδανεισμό του πρώην Δήμου Ροδίων παρότι είχε συμμετάσχει στη διαδικασία προσφορών για τη δανειοδότηση και εξόφληση των υποχρεώσεων του καποδιστριακού δήμου, που τελικώς έγινε με δάνειο από τη “Marfin”.
Στη γνωμοδότηση των νομικών συμβούλων του Δήμου Ρόδου για την τακτοποίηση της εκκρεμότητας με την αποπληρωμή του λογαριασμού overdraft του πρώην Δήμου Ροδίων στην Εμπορική Τράπεζα, αναφέρονται τα εξής:
Αναφορικά με την παρατήρηση επί του σχετικού εγγράφου ότι το σχετικό χρηματικό ένταλμα, δεν υπόκειται σε προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, παρά μόνο σε κατασταλτικό έλεγχο, αφού πρόκειται για τοκοχρεωλύσια, έχουμε τη γνώμη ότι δεν πρόκειται για τοκοχρεωλύσιο (δόση δανείου), αλλά για ολική εξόφληση ληξιπρόθεσμου δανείου. Δηλαδή δαπάνη που αφορά διοικητική σύμβαση και συγκεκριμένα κλεισίματος δανειστικής σύμβασης, με εξαιρετικά κρίσιμο ελεγκτέο από το Ε.Σ ζήτημα, με βάση όλα τα στοιχεία του φακέλου, αν η δανειστική σύμβαση είχε κλείσει – λυθεί προγενέστερα (29-12-2006) σε γνώση μάλιστα της τράπεζας και αν ως εκ τούτου υπήρχε πλέον έγκυρη σύμβαση και αντιπροσωπευτικότητα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, για το κύρος των πράξεων, τόσο από πλευράς των οργάνων της Τράπεζας, όσο και από πλευράς των οργάνων του δήμου, αναφορικά με τις μεταγενέστερες της 29-12-2006 πράξεις με τις οποίες διακινήθηκε κεφάλαιο που τοκοφόρα θα πρέπει ή όχι να αποπληρωθεί με το Χ.Ε ως νόμιμη απαίτηση της Τράπεζας και αντίστοιχα ως νόμιμη οικονομική υποχρέωση- δαπάνη του Δήμου Ρόδου.
Η εξαιρετική σοβαρότητα του θέματος με τις παραπάνω παρατηρήσεις και όλα τα έγγραφα του φακέλου (αρ.πρωτ. Ε.Π. 3/15-2-2012 έγγραφο Δ/νσης Οικονομικών Υπηρεσιών και όλα τα επικαλούμενα σ’ αυτό έγγραφα), θα πρέπει να επισημανθεί στην Υπηρεσία του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νομού Δωδεκανήσου κατά τη διαβίβαση του Χ.Ε. Σε περίπτωση δε που συνταχθεί πράξη επιστροφής με λόγο ότι δεν υπόκειται το Χ.Ε. σε προληπτικό έλεγχο, έχουμε τη γνώμη ότι θα πρέπει να επανυποβληθεί το χρηματικό ένταλμα, με εμμονή επί του σχετικού υπομνήματος ότι αφορά δαπάνη επί ελεγκτέου όρου εξαρτήσεως της προς έλεγχο δαπάνης από την ισχύ ή μη σύμβασης, με παραρτήματα επί του υπομνήματος το αρ. πρωτ. ΕΠ 3/15-2-2012 έγγραφο της Δ/νσης Οικονομικών Υπηρεσιών, με όλα τα σε αυτό αναφερόμενα έγγραφα ούτως ώστε ο Επίτροπος να εκδώσει επί της ουσίας θετική ή απορριπτική πράξη του Χ.Ε, άλλως με Έκθεση διαφωνίας να την αποστείλει στο αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου για να εκδώσει αυτό Πράξη (άρθρο 32 Ν. 4129/2013).
Εάν δε τυχόν και το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεν επιλύσει ουσιαστικά το ζήτημα με εγκριτική ή απορριπτική πράξη του Χ.Ε. και τυχόν εμμείνει στην άποψη ότι τυπικώς το Χ.Ε. δεν χρήζει προληπτικού ελέγχου, τότε γνωμοδοτούμε ως εξής:
Λόγω της μείζονος σπουδαιότητας του θέματος, όπως κατά βάση έχει αναδειχθεί με ελεγκτικές παρατηρήσεις επί σειρά ετών στους ισολογισμούς του πρ. Δήμου Ροδίων, αλλά και της σοβαρής αξίας του αντικειμένου του, το οποίο από τη μια πλευρά αν υπάρχει υποχρέωση πληρωμής, βαρύνεται με τόκους υπερημερίας, από την άλλη όμως πλευρά, θα πρέπει να υπάρχει και προστασία των σημερινών οργάνων του Δήμου Ρόδου (υπολόγων και διατακτών) από τυχόν λόγω πληρωμής μη νόμιμης δαπάνης δια κατασταλτικού ελέγχου καταλογισμό, αλλά και τυχόν ποινικές και πειθαρχικές ευθύνες, επιβάλλεται όπως η όλη υπόθεση και ο φάκελος του θέματος με απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής διαβιβασθούν στην Δ/νση Οικονομικών Ο.Τ.Α. του Υπουργείου Εσωτερικών, προκειμένου, λαμβάνοντας υπόψη το όλο ιστορικό του ιδιαίτερης σπουδαιότητας παραπάνω θέματος και τη μέχρι σήμερα άρνηση των εποπτικών αρχών της Διοίκησης (Υπουργείο Εσωτερικών, πρ. Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου) να επιλύσουν το θέμα, επί των επιβαλλομένων ενεργειών, πλέον να υποβληθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών προς το Ελεγκτικό Συνέδριο ερώτημα προς γνωμοδότηση κατ’ εφαρμογή της παραγρ. 1 του Ν. 4129/2013.
Σημειώνεται ότι η Τράπεζα μέχρι σήμερα δεν προχώρησε, με ό,τι εξ αυτού συνάγεται, σε δικαστική επιδίωξη αναγκαστικής είσπραξης του φερόμενου χρεωστικού υπολοίπου, παρά τις δύο εξώδικες οχλήσεις της (17-12-2008 και 26-5-2011), με την πρώτη από τις οποίες προέβη και σε «καταγγελία» της σύμβασης.
Σε κάθε δε περίπτωση επισημαίνουμε ότι μέχρι σήμερα και μέχρι θεωρήσεως του Χ.Ε. από το Ελεγκτικό Συνέδριο ή γνωμοδοτήσεως υπέρ της πληρωμής από το Ελεγκτικό Συνέδριο, δεν έχει αναγνωρισθεί από πλευράς Δήμου Ρόδου και δεν είναι δυνατόν ν’ αναγνωρισθεί και δεν αναγνωρίζεται σχετικό χρέος, δηλαδή θα γίνει έκδοση Χ.Ε. με όρο (αίρεση) πληρωμής αυτού τον προηγούμενο παραπάνω προληπτικό θετικό έλεγχο νομιμότητας ή την παραπάνω θετική γνωμοδότηση από το Ε .Σ., πράγμα που πρέπει να αναγραφεί και ως επισημείωση τόσο στην πράξη ανάληψης δαπάνης όσο και επί του σώματος του Χ.Ε..
Τέλος και για την περίπτωση που θεωρηθεί ότι δεν υπήρχε πλέον σε ισχύ δανειστική σύμβαση, επισημαίνουμε ότι κατά την πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Ε.Σ. Τμ. Ι, 130.06), μη υπαγόμενων στην δικαιοδοσία αυτού των διαφορών από αξιώσεις αδικαιολόγητου πλουτισμού, αυτό έχει ως επακόλουθο ότι όχι με απόφαση της Διοίκησης αλλά μόνο με απόφαση πολιτικών δικαστηρίων να κριθεί το ζήτημα αν στην προκειμένη περίπτωση έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 904 Α.Κ περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, δηλαδή αποδόσεως χωρίς νόμιμη αιτία-αχρεώστητης ωφέλειας ή του άρθρου 905 Α.Κ. περί απαίτησης αχρεωστήτου, δηλαδή αποκλεισμού αχρεώστητης απαίτησης, αν ο λήπτης της παροχής αποδείξει ότι αυτός που κατέβαλε την παροχή γνώριζε ότι δεν υπήρχε χρέος, καθώς μπορεί να κριθεί ότι τα πραγματικά περιστατικά δικαιολογούν την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 905 Α.Κ., διότι η τράπεζα γνώριζε ότι εφόσον είχε κλείσει – λυθεί η δανειστική σύβαση, δεν υπήρχε πλέον από πλευράς της συμβατική υποχρέωση (χρέος) να καταβάλει οποιοδήποτε ποσόν.
ΟΙ ΝΟΜΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ
Θεόδωρος Παπαγεωργίου
Εμμ. Στάγκας
Θεόδωρος Φραράκης”