Επιφυλάξεις Ζωίδη για τις άγονες γραμμές

Επιφυλακτικός για την πρωτοβουλία του υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου να προχωρήσει σε ενοποίηση της προκήρυξης και των επιδοτήσεων για τις άγονες γραμμές της ακτοπλοΐας εμφανίστηκε σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ ο νέος Γενικός Γραμματέας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής Νίκος Ζωίδης.
Ειδικότερα σημείωσε πως «βασική φιλοσοφία του υπουργού και της πολιτικής ηγεσίας είναι ότι πρέπει να υπάρχει ένα κέντρο σχεδιασμού του δικτύου των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών για να μην υπάρχουν επικαλύψεις και ενδεχομένως προβλήματα που δημιουργούνται από την παράλληλη δημιουργία των δύο υπηρεσιών. Αυτό ακολουθεί μια λογική και καταρχήν με βρίσκει σύμφωνο, αλλά διατηρώ επιφυλάξεις κατά πόσον το σύστημα, που ήδη τώρα είναι ισορροπημένο, θα μπορέσει να λειτουργήσει – υπό την έννοια της προσθήκης ενός μεγάλου φόρτου – στην κεντρική υπηρεσία του υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου για τις γραμμές και της σχετικής “άγνοιας” του χώρου».
Ο κ. Ζωίδης επεσήμανε ότι «το σύστημα με την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας έχει ισορροπήσει καθώς είχε μια υπηρεσία που ασχολείτο μόνο με τις άγονες γραμμές δημοσίου συμφέροντος. Για φέτος η προκήρυξη για τις άγονες γραμμές έγινε μόνο από το υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου, ενώ οι επιδοτήσεις πληρώνονται από τη Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής (ΓΓΑΝΠ). Από το 2014 όμως καταργείται η Διεύθυνση Μεταφορών της ΓΓΑΝΠ και όλες οι πληρωμές θα γίνονται μόνο από το υπουργείο. Ας περιμένουμε ωστόσο μερικούς μήνες για να δούμε πως θα λειτουργήσει το σύστημα».
Δύσκολη η κατάσταση
στο ΒΑ Αιγαίο
Για τα προβλήματα με τα δρομολόγια των πλοίων στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και κυρίως στη Λήμνο είπε ότι «πράγματι εκεί έχουμε μία δύσκολη κατάσταση. Υπάρχουν όμως και χειρότερα από αυτό που αντιμετωπίζει η Λήμνος. Για παράδειγμα ο σχεδιασμός που υπήρχε για την επαρχία Κάσου – Καρπάθου δεν προέβλεπε απολύτως καμία σύνδεση με τον Πειραιά. Θα έπρεπε οι κάτοικοι της Καρπάθου και της Κάσου, να πηγαίνουν στο Ηράκλειο δύο φορές την εβδομάδα και από εκεί και πέρα να μετεπιβιβάζονται σε δρομολόγιο πλοίου είτε των “Μινωικών” είτε της ΑΝΕΚ προκειμένου να φθάσουν στον Πειραιά. Καταφέραμε στο τελευταίο Συμβούλιο Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών να προκηρύξουμε, και μάλιστα εκτός ημερησίας διάταξης, μια γραμμή από Πειραιά προς Κάσο – Κάρπαθο μέσω Ρόδου και με παράλληλη προσέγγιση σε δύο νησιά των Κυκλάδων».
Tόνισε ακόμη ότι «η κατάσταση στην ακτοπλοΐα γενικώς δεν είναι η καλύτερη δυνατή και αυτό αιτιολογείται από δύο λόγους. Πρώτον είναι η έλλειψη επαρκούς αριθμού πλοίων, και μάλιστα αυξημένης πιστότητας, έτσι όπως θα θέλαμε να είναι. Και δεύτερον όσον αφορά τις γραμμές του δημοσίου συμφέροντος, είναι η μείωση και περικοπή των χρημάτων που απαιτούνται. Θυμάμαι πριν μερικά χρόνια τα χρήματα για τις επιδοτήσεις που αφορούσαν τις άγονες γραμμές της ακτοπλοΐας, αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, ξεπερνούσαν τα 100 εκατ. ευρώ ετησίως και τώρα έχουν κατέβει κάτω από 45 εκατ. ευρώ» και εμφανίστηκε ανοικτός σε προτάσεις από δημάρχους, περιφερειάρχες και φορείς νησιών.

Υδροδότηση, μια διαχρονική παθογένεια
Για το ζήτημα της υδροδότησης των νησιών είπε ότι «το πρόβλημα της μεταφοράς νερού είναι μια διαχρονική παθογένεια της λειτουργίας του κράτους μας, για το γεγονός ότι εκταμιεύονται τεράστια ποσά και μάλιστα με ανορθολογικό τρόπο. Δηλαδή μερικές φορές αναγκαζόμαστε να κουβαλάμε νερό από τη Ρόδο στην Πάτμο, που είναι μια μεγάλη διαδρομή και στοιχίζει πανάκριβα, ενώ θα μπορούσαμε να πάρουμε από την Κω νερό ή από το Λαύριο για τις Κυκλάδες. Επίσης κάποια Κυκλαδονήσια που έχουν νερό θα μπορούσαν να προμηθεύσουν διπλανά νησιά και να γλιτώσουμε αρκετά χρήματα. Σημειώνω ωστόσο ότι και με ορθολογικότερη διαχείριση του προβλήματος και πάλι η οικονομική επιβάρυνση του κράτους είναι τεράστια. Επομένως η λύση είναι να ψάξουμε και να δρομολογήσουμε εναλλακτικές μορφές μόνιμης υδροδότησης με το μικρότερο δυνατό κόστος».
Ο κ. Ζωίδης συμπλήρωσε πως αυτή τη στιγμή η Γενική Γραμματεία έχει δρομολογήσει μια διαδικασία για να λειτουργήσουν αφαλατώσεις και συγκεκριμένα σε τέσσερα νησιά της Δωδεκανήσου, στη Μεγίστη, στην Πάτμο, στους Λειψούς και στη Σύμη, και σε τέσσερα νησιά των Κυκλάδων, στη Δονούσα, στη Σχοινούσα, στην Κίμωλο και στην Αμοργό.