Αισιοδοξία στο Δήμο Ρόδου για την τύχη του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ.

Αισιόδοξοι για την αναθεώρηση των υπ΄αριθμ. 3930-3931/2013 αποφάσεων του Β’ Τμήματος του ΣτΕ (7μελής σύνθεση) με τις οποίες κρίνεται κατά πλειοψηφία αντισυνταγματικός ο Δημοτικός Φόρος, το μέλλον του οποίου θα κριθεί, όπως έγραψε η “δημοκρατική” από την Ολομέλεια του δικαστηρίου, είναι οι νομικοί σύμβουλοι του Δήμου Ρόδου αλλά και οι καθηγητές της Νομικής Σχολής Αθηνών κ.κ. Σπ. Φλογαΐτης και Γλυκ. Σιούτης, που εκπροσώπησαν τη δημοτική αρχή.
Οι απόψεις των νομικών συμβούλων περιλαμβάνονται σε αναλυτικό υπόμνημα, που υπογράφει ο προϊστάμενος της νομικής υπηρεσίας του Δήμου Ρόδου κ. Θ. Παπαγεωργίου, το οποίο έχει ήδη υποβληθεί στον δήμαρχο Ρόδου κ. Στάθη Κουσουρνά.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της “δημοκρατικής”, με το συγκεκριμένο υπόμνημα επαναλαμβάνονται όσα απεκαλύψαμε γύρω από το περιεχόμενο της απόφασης και καθίσταται σαφές ότι η πλειοψηφούσα άποψη, αν και λόγω 7μελούς συνθέσεως θα μπορούσε να προβεί σε αναίρεση, παρέπεμψε το θέμα επανεξέτασης της υπόθεσης στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου με Εισηγητή τον Σύμβουλο κ. Γ. Τσιμέκα, και με αιτιολογία της παραπομπής «λόγω της κρίσης για την αντισυνταγματικότητα τυπικού νόμου αλλά και της σπουδαιότητας του ζητήματος».
Ο κ. Παπαγεωργίου συνομίλησε με τους καθηγητές που χειρίζονται την υπόθεση για τον Δήμο Ρόδου και εκφράζει την άποψη ότι ενισχύοντας ο Δήμος με συγκεκριμένα στοιχεία την επιχειρηματολογία του υπάρχει η ευχέρεια και η αισιοδοξία διατηρήσεως και μη διασαλεύσεως του νόμου για τον ΔΗΦΟΔΩ ως απόλυτα συμβατού και με το άρθρο 4 περί ισότητας, του Συντάγματος, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν είναι σπάνιο και παμψηφίας ακόμη αποφάσεις περί αντισυνταγματικότητας Τμημάτων του ΣτΕ, να ανατρέπονται από την Ολομέλεια.
Ο κ. Παπαγεωργίου θεωρεί ότι δεν υπάρχει επαρκής αιτιολογία στην πλειοψηφούσα άποψη. Πιο συγκεκριμένα:
-Οι ειδικές από άλλες περιοχές της χώρας κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, οι οποίες κατά την κρίση της πλειοψηφούσας άποψης θα έπρεπε να ισχύουν στη Δωδεκάνησο για να είναι συνταγματικά επιτρεπτός ο ΔΗΦΟΔΩ, είναι φανερό ότι εξακολουθούν κατά την εξελεγκτική των πραγμάτων πορεία να υφίστανται, όπως ενώπιον της Ολομέλειας πληρέστατα θα γίνει ακόμη πιο σαφές, με απόλυτα στοιχεία πλήρους αποδεικτικής ισχύος.
-Η γενικής εκφράσεως κρίση της παραπεμπτικής ότι 50 χρόνια μετά την επιβολή όχι του ένδικου αλλά έτερου προϊσχύσαντος δημοτικού φόρου, άλλαξαν οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επέβαλαν τον ένδικο φόρο, καθιστώντας έτσι έωλο ότι το μέτρο έχει ακόμη παραμείνει στη Δωδεκάνησο εξομοιώνοντας την με περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, κατά τη γνώμη του κ. Παπαγεωργίου συνιστά προφανώς εσφαλμένη κρίση και εκτίμηση επί πασίδηλης μάλιστα περί του αντιθέτου πραγματικής κατάστασης. Πιο συγκεκριμένα η κρίση και εκτίμηση αυτή που οδήγησε στο κρίσιμο συμπέρασμα αντισυνταγματικότητας του νόμου για τον ΔΗΦΟΔΩ που θεσπίσθηκε το 1994, έγινε αόριστα, γενικευμένα και χωρίς τεκμηρίωση σε αποδεικτικό υλικό.
-Η μειοψηφούσα άποψη, όπως επεσήμανε ο κ. Παπαγεωργίου, αντίθετα από την πλειοψηφούσα υπερβαίνει το ζήτημα των ειδικών συνθηκών στη Δωδεκάνησο σε σχέση με άλλες περιοχές, δεχόμενη ότι ο ένδικος φόρος δεν παραβιάζει την αρχή της φορολογικής ισότητας η οποία επιβάλλει την καθολικότητα της φορολογικής υποχρεώσεως, γιατί συνιστά φόρο, με συγκεκριμένη αναφορά, ο οποίος αποβλέπει στην ενίσχυση της τοπικής αυτονομίας και επομένως στη βελτίωση του επιπέδου διαβιώσεως των δημοτών, εξυπηρετώντας το τοπικό συμφέρον χωρίς να εισάγει διακρίσεις και χωρίς να παραβιάζει της αρχή της καθολικότητας, γιατί ο γενικός κανόνας ότι οι φορολογικοί νόμοι έχουν γενική ισχύ δεν έχει την έννοια της εφαρμογής του φόρου σε ολόκληρη την επικράτεια.
Θεωρεί επιπλέον ότι η απόφαση περιέχει μια ουσιώδη αντίφαση. Δέχεται από τη μια πλευρά ότι οι από 1-10-1995 και 21-8-2012 γνωμοδοτήσεις των Καθηγητών κ.κ. Σπ. Φλογαΐτη και Ελ. Θεοχαροπούλου δικαιολογούν με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, τις συνθήκες επιβολής του φόρου, όχι όμως μόνο για τη Δωδεκάνησο αλλά και για άλλες περιοχές της χώρας με τις αυτές ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες και γεωγραφικές ιδιαιτερότητες παραμεθόριου νησιώτικου συμπλέγματος με απομονωμένα νησιά.
Από την άλλη όμως πλευρά αντί να δεχθεί ότι συνεπώς ορθά κατά τα άρθρα 9 του Ν.1850/1989 και 4,101 και 106 παρ. 1 περί νησιωτικότητας του Συντάγματος, επεβλήθη ο ένδικος τοπικός φόρος στη Δωδεκάνησο και μάλιστα θα έπρεπε να επεκταθεί και σε λοιπά παραμεθόρια απομονωμένα νησιά με ίδιες γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, δέχθηκε αντίθετα ότι επειδή δεν επεβλήθη και σε άλλα νησιά με ίδιες γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, κακώς επεβλήθη στη Δωδεκάνησο, ωσάν δηλαδή να ισχύει η αρχή της ισότητας στην παρανομία και να μην είναι γνωστό και κατά τη νομολογία του ΣτΕ ότι η εφαρμογή της αρχής της ισότητας δεν μπορεί να οδηγεί σε επέκταση και γενίκευση μιας παράνομης πρακτικής της διοίκησης.

ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΤΑΙ
ΣΥΓΧΥΣΗ
Προβληματισμένοι είναι οι επιχειρηματίες της περιοχής μας σχετικά με το ζήτημα της καταβολής ή μη του Δημοτικού Φόρου Δωδεκανήσου.
Παρά το γεγονός, ότι ακόμη δεν έχει ληφθεί η τελική απόφαση κατάργησης ή μη του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ, αφού το θέμα παραπέμφθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας στην Ολομέλεια, λόγω μείζονος σημασίας, αρκετοί κάνουν λόγο για κατάργησή του, δημιουργώντας σύγχυση στις επιχειρήσεις.
Παράλληλα, ένα μεγάλο μέρος οφειλετών προηγούμενων ετών, εκμεταλλευόμενοι την παραφιλολογία που αναπτύσσεται, προσπαθούν να επωφεληθούν και να μην καταβάλουν το φόρο, όπως προβλέπεται.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη καμία απόφαση δεν είναι τελεσίδικη και δεν έχει έννομο αποτέλεσμα. Συνεπώς, όλοι οι επιχειρηματίες του νησιού είναι υπόχρεοι μέχρι νεωτέρας, στην καταβολή του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ.
Επί του θέματος τοποθετήθηκε στη «δ», ο υπάλληλος του τμήματος ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ, κ. Μιχαήλ Λιαμής, ο οποίος δήλωσε: ” Σήμερα λάβαμε, από τη νομική υπηρεσία, την απόφαση παραπομπής του θέματος του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ στην Ολομέλεια. Ο κόσμος είναι λίγο ανήσυχος, διότι δεν είναι πλήρως ενημερωμένος. Έρχονται πολίτες και ρωτούν για την έκβαση της υπόθεσης. Αυτό, το οποίο εμείς απαντάμε είναι πως δεν υπάρχει τελεσίδικη απόφαση. Ο ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ συνεχίζει να καταβάλλεται κανονικά. Υπάρχουν παλιοί οφειλέτες που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ενδεχόμενη κατάργηση του φόρου. Η περίοδος εισπράξεων έληξε στο τέλος του Οκτωβρίου. Συνεπώς, αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν η απόφαση παραπομπής του θέματος στην Ολομέλεια και τα διάφορα δημοσιεύματα έχουν επηρεάσει τους πολίτες, ώστε να μην πληρώνουν το φόρο. Η περίοδος που διανύουμε δεν έχει πολλές εισπράξεις.

Η υπηρεσία ασχολείται, κυρίως με ελέγχους. Θεωρώ πως δεν έχει καταστεί αντιληπτή η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Δυστυχώς, δεν γνωρίζουμε πότε θα έχουμε την τελική απόφαση. Σε κάθε περίπτωση, μέχρι τότε, ο φόρος θα καταβάλλεται κανονικά. Ό,τι ίσχυε, συνεχίζει να ισχύει. Δεν έχει αλλάξει τίποτα για την υπηρεσία. Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν οφειλέτες, στους οποίους επιβάλλονται ανάλογα πρόστιμα”.