Λύση στο μείζον θέμα της εξασφάλισης πιστοποιητικών ιδιοκτησίας αλλά και της εγγραφής αποφάσεων για προσημειώσεις και υποθήκες σε ακίνητα που υφαρπάχθηκαν με τη χρήση ανυπόστατων αποφάσεων εκποίησής τους από το δημόσιο έδωσε χθες με γνωμοδότηση του ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Κ. Μπούτσικος.
Ο Προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου έδωσε συγκεκριμένα χθες το “πράσινο φως” στους αρμοδίους του Κτηματολογίου Ρόδου να καταχωρούν σχετικές αποφάσεις αλλά και να εκδίδουν πιστοποιητικά ιδιοκτησίας σε εκείνους που βρέθηκαν να έχουν στην κατοχή τους ακίνητα που έχουν υφαρπαγεί από το δημόσιο με τη χρήση αποφάσεων εκποίησής τους που φέρουν πλαστές υπογραφές Νομαρχών που υπηρέτησαν στα Δωδεκάνησα.
Ως προϋπόθεση για την ικανοποίηση αιτήσεων του είδους θέτει ο Εισαγγελικός λειτουργός να υπάρχει καταχώρηση στα πιστοποιητικά που εκδίδονται ότι τα επίμαχα ακίνητα ανήκαν από αρχικής καταγραφής στην ιδιοκτησία του δημοσίου, αποκτήθηκαν από τρίτους με τη χρήση ανυπόστατων αποφάσεων εκποίησής τους και ότι πωλήθηκαν στους αιτούμενους την έκδοση των πιστοποιητικών.
Οπως έχει αποκαλύψει η “δ”, τουλάχιστον 440.500 τετραγωνικά μέτρα δημόσιας γης άλλαξαν ή επιχειρήθηκε να αλλάξουν χέρια με την χρήση ανυπόστατων αποφάσεων εκποίησης που φέρουν πλαστές υπογραφές νομαρχών που υπηρέτησαν στη Δωδεκάνησο.
Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου διατάχθηκε ο Διευθυντής του Κτηματολογίου Ρόδου να αναστείλει την οιαδήποτε έκδοση πιστοποιητικών ιδιοκτησίας σε ακίνητα που συμπεριλαμβάνονται μεταξύ αυτών που εξετάζονται από τη δικαιοσύνη.
Με έγγραφό της προς το Κτηματολόγιο Ρόδου η Κτηματική Υπηρεσία Δημοσίου ενημέρωσε περί ύπαρξης πλαστών αποφάσεων του Νομάρχη Δωδεκανήσου εξαγοράς ακινήτων του Δημοσίου, ήδη όμως μεταγραμμένων στα κτηματολογικά βιβλία.
Προ της κοινοποίησης του παραπάνω εγγράφου, στα κτηματολογικά βιβλία των αναφερομένων στο έγγραφο της Κτηματικής Εταιρίας ακινήτων είχαν καταχωρηθεί συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης από επαχθή αιτία και παρακολουθηματικές των συμβάσεων αυτών αποφάσεις προσημείωσης υποθήκης των ακινήτων προς εξασφάλιση των δανειστριών τραπεζών που χρηματοδότησαν τις συμβάσεις αυτές.
Λόγω υπερβολικού όγκου των εκκρεμών πράξεων του κτηματολογίου Ρόδου δεν ήταν δυνατή η μεταγραφή όλων των παραπάνω πράξεων με διάταξη του αρμοδίου Δικαστή, εκτελούντος χρέη Κτηματολογικού Δικαστή, αλλά μερικών απ’ αυτές.
Αποτέλεσμα της παραπάνω κατάστασης, είναι η επιφύλαξη που διατηρεί πλέον ο αρμόδιος Δικαστής να διατάξει την μεταγραφή των εκκρεμών πράξεων που καταχωρήθηκαν στα κτηματολογικά βιβλία προ της κοινοποίησης του εγγράφου της Κτηματικής Εταιρίας, με αποτέλεσμα άλλες πράξεις να έχουν καταχωρηθεί και άλλες πράξεις να παραμένουν αμετάγραφες.
Το δε Κτηματολόγιο Ρόδου αρνείται να εκδώσει πιστοποιητικά ιδιοκτησίας, βαρών και μη διεκδικήσεων των ακινήτων που αναφέρονται στο έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας.
Με δεδομένο συγκεκριμένα ότι η καλοπιστία των τρίτων που αγόρασαν τα ακίνητα αυτά ή τμήματα τους πρόκειται να εξεταστεί από τη δικαιοσύνη μετά την υποβολή αγωγών απόδοσής τους στο δημόσιο από την εκπρόσωπο του νομικού συμβουλίου του κράτους, το Υπουργείο Οικονομικών έκρινε ότι ήταν ο μόνος τρόπος να μπλοκάρει δικαιοπραξίες στα ακίνητα ιδιοκτησίας του.
Το ίδιο ζήτημα απασχολεί ήδη και τα αστικά δικαστήρια ενώ μάλιστα είχε ανακύψει νομική εμπλοκή και στη διαδικασία της μεταγραφής στα οικεία βιβλία του Κτηματολογίου Ρόδου της υπ’ αρίθμ. 66/2009 σχετικής με το όλο ζήτημα απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου (εκουσία δικαιοδοσία).
Με την ανωτέρω απόφαση του Μονομελούς ακυρώθηκε συγκεκριμένα διάταξη του δικαστή του κτηματολογίου Ρόδου με την οποία απαγορεύθηκε η καταχώρηση στο κτηματολόγιο απόφασης για την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ύψους 650.000 ευρώ σε ακίνητο που περιλαμβάνεται μεταξύ εκείνων που υφαρπάχθηκαν δολίως από την ιδιοκτησία του δημοσίου.
Με την ίδια απόφαση διατάχθηκε ταυτόχρονα η καταχώρηση της απόφασης για την εγγραφή της προσημείωσης στο Κτηματολόγιο.
Ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου Ρόδου είχε εκφράσει τις αντιρρήσεις του για την εγγραφή της ως άνω απόφασης για την οποία εξάλλου προηγήθηκε απόφαση του κτηματολογικού δικαστή που την απαγόρευσε.
Ο Κτηματολογικός Δικαστής απέρριψε την αίτηση με το σκεπτικό ότι η απόφασης εκποίησης του ακινήτου με την οποία είχε γίνει η αρχική του μεταγραφή σε ιδιώτες ήταν πλαστή και ανυπόστατη.
Ο πρόεδρος του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου έκρινε ωστόσο ότι η απόφαση του κτηματολογικού δικαστή αντίκειται στο τεκμήριο ακρίβειας και τη δημόσια πίστη τα οποία παρέχουν τα κτηματολογικά βιβλία.
Εκρινε ακόμη ότι αφού η αρχική εγγραφή καταστεί αμετάκλητη τότε δημιουργείται αμάχητο τεκμήριο ότι το εμπράγματο δικαίωμα που αφορά η καταχώρηση στο οικείο βιβλίο ανήκει στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται η βασική εγγραφή.
Τονίζει δε ότι έχει παρέλθει χρονικό διάστημα τριών ετών από την καταχώρηση της απόφασης του Νομάρχη συνεπώς το αποκτηθέν από εκείνους εμπράγματο δικαίωμα δεν επιδέχεται ανταπόδειξη.
Την παραπάνω απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου προσέβαλε με έφεση του το Ελληνικό Δημόσιο χαρακτηρίζοντας την εσφαλμένη.
Στην έφεση του Ελληνικού Δημοσίου τονίζεται μεταξύ άλλων ότι έχει βεβαιωθεί ότι η απόφαση εκποίησης του επίδικου ακινήτου ήταν πλαστή κάνοντας αναλυτική αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης.
Η Εφεση του Ελληνικού Δημοσίου θα συζητηθεί τον Φεβρουάριο του 2010.
https://www.dimokratiki.gr/arxeio/gnomodotisi-tou-isangelea-gia-ta-klemmena-dimosia-akinita/