«Η Δημοκρατία πρέπει να αμυνθεί»

Η Δημοκρατία πρέπει να αμυνθεί, τόνισε ο Φώτης Κουβέλης στην ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή της ΔΗΜΑΡ.
Ο ίδιος τόνισε ότι τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου πρέπει να συμφωνήσουν στη συγκρότηση ενός μετώπου υπεράσπισης της ομαλότητας και της Δημοκρατίας, απέναντι στους δολοφόνους νεοναζιστές.
«Καμία πολιτική διαφορά και αντίθεση δεν πρέπει να εμποδίσει την ενότητα απέναντι στο ‘απόλυτο κακό’. Η εφαρμογή του νόμου, η ψήφιση του αντιρατσιστικού νόμου, που ματαίωσαν κύκλοι της Νέας Δημοκρατίας και η εξάρθρωση των παρακρατικών μηχανισμών της Χρυσής Αυγής, πρέπει άμεσα να υπάρξουν. Η απομόνωσή της, κοινωνικά και πολιτικά, είναι δημοκρατική υποχρέωση» σημείωσε.
Αναφερόμενος στην οικονομία, τόνισε ότι παρά τα βήματα προς τη μείωση των ελλειμμάτων και τη σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών, οι πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι με οξυμένα προβλήματα.
«Αποφεύχθηκε η έξοδος από την ευρωζώνη, όμως η κατάσταση παραμένει κρίσιμη» υπογράμμισε.
Ιδιαίτερα επικριτικός υπήρξε έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο κατηγόρησε ότι υποσχέθηκε και υπόσχεται μαγικές λύσεις.
«Καλλιεργεί αυταπάτες για κατάργηση εν μία νυκτί των συμβατικών υποχρεώσεων της χώρας. Πρόκειται για την πολιτική που θέτει σε διακινδύνευση την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Ψηφοθηρεί, τροφοδοτώντας τη δημόσια σφαίρα με λαϊκισμό και παροχολογία που θυμίζει παρωχημένες εποχές, υποσχόμενος τα πάντα στους πάντες.»
Κάλεσε την κυβέρνηση να προχωρήσει σε μια ισχυρή και αποφασιστικήδιαπραγμάτευση με τους δανειστές-εταίρους για τη διεκδίκηση αλλαγών και τροποποιήσεων με κύριους άξονες:
– Την αποτροπή της επιβολής νέων μέτρων.
– Την τροποποίηση αναποτελεσματικών μέτρων, όπως η αύξηση φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης και οι μη αποδοτικές ρυθμίσεις διακανονισμού των υποχρεώσεων των πολιτών στο κράτος και τις τράπεζες.
– Τη διατήρηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας.
– Τη λήψη υποστηρικτικών μέτρων για τους ανέργους και τη δημιουργία ενός δικτύου κοινωνικής προστασίας, με προτεραιότητα την προώθηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και την ανεμπόδιστη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.
– Την παροχή ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.
– Την επανατοποθέτηση της διοικητικής μεταρρύθμισης, με αξιολόγηση δομών, επιχειρήσεων και προσωπικού και αποσύνδεση της κινητικότητας από απολύσεις.
Συνέχισε λέγοντας ότι η απαιτείται μια νέα συμφωνία με τους εταίρους που θα περιλαμβάνει:

– Μείωση των επιβαρύνσεων του χρέους με περικοπή μέρους του, μείωση των επιτοκίων και χρονική μετακύλιση των ομολόγων.
– Ενίσχυση με ένα ισχυρό πρόγραμμα αναπτυξιακών παρεμβάσεων που να στοχεύει στην ανάκαμψη, με διάχυση των ωφελειών σε όλους τους συντελεστές.
– Στήριξη για να πετύχουμε την παραγωγική ανασυγκρότηση με διαρθρωτικές αλλαγές στη διοίκηση και στο αναπτυξιακό πρότυπο, την αποδοτική διαχείριση πόρων και την προώθηση μεταρρυθμίσεων.
Για τις συνεργασίες και την Κεντροαριστερά
Στην εισήγησή του ο κ. Κουβέλης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο θέμα της προγραμματικής σύγκλισης των κομμάτων της κεντροαριστεράς, λέγοντας ότι πρόκειται για μια διαδικασία ανοιχτή στην οποία όλοι όσοι επιθυμούν να συμμετάσχουν το κάνουν ισότιμα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι δυνάμεις που μπορούν να συγκροτήσουν τον τρίτο πόλο εντοπίζονται σε ένα ευρύ φάσμα πολιτικών δυνάμεων, στο χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού, της σοσιαλδημοκρατίας, της πολιτικής οικολογίας, των νέων κοινωνικών κινημάτων.
Εν όψει και των αυτοδιοικητικών εκλογών τόνισε ότι οι ανεξάρτητες αυτοδιοικητικές κινήσεις ενεργών πολιτών που στήριξε η ΔΗΜΑΡ στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και σε άλλους Δήμους, απέδωσαν για τις τοπικές κοινωνίες και συνέβαλαν στη ανανέωση των αντιλήψεων για την τοπική αυτοδιοίκηση. «Επιδίωξή μας θα είναι να συμμετέχουμε σε συνεργατικά σχήματα που στο πρόγραμμα και στα πρόσωπα θα αποτυπώνουν μια προοδευτική πρόταση περιφερειακής διαχείρισης και ανάπτυξης. Οι οργανώσεις μας πρέπει να εξετάσουν το θέμα τον επόμενο μήνα» συνέχισε.
Για τη φημολογούμενη αλλαγή του εκλογικού νόμου είπε ότι οι όποιες αλλαγές πρέπει να μην εξυπηρετούν μικροκομματικές σκοπιμότητες, αλλά να εξασφαλίζουν την απλή αναλογική, την αποτελεσματικότητα στην άσκηση της διοίκησης και την ευρύτερη δημοκρατική νομιμοποίηση εκλογής του δημάρχου.