Είναι πια κοινότοπη η διαπίστωση πως ο ελληνικός τουρισμός διέρχεται μια δύσκολη περίοδο. Πρόκειται για μια σοβαρή κρίση που έχει δυο ξεχωριστές διαστάσεις οι οποίες, συγκυριακά, συγκλίνουν στην ίδια αρνητική κατεύθυνση:
• Αυτή καθαυτή την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
• Τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα του τουρισμού μας.
Η κρίση που ξέσπασε το περασμένο Φθινόπωρο είναι ασυνήθιστα μεγάλης έντασης αλλά και διάρκειας. Εκκολάφτηκε σταδιακά την τελευταία οκταετία, πυροδοτήθηκε πριν από ένα περίπου χρόνο στις Η.Π.Α. από την αγορά στεγαστικών δανείων μεγάλου ρίσκου και εξαπλώθηκε με εκπληκτική ταχύτητα στον υπόλοιπο κόσμο. Ο θόρυβός της δημιούργησε σύγχυση, πανικό και κλονισμό της εμπιστοσύνη των πολιτών.
Από το ξέσπασμα της κρίσης οι διεθνείς χρηματαγορές βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση χωρίς προοπτική σύντομης ανάκαμψης. Έχουν χάσει περίπου το 50% της κεφαλαιοποίησής τους και, παρά τις παρεμβάσεις ενίσχυσης της ρευστότητας στην Αμερική και την Ευρώπη, συνεχίζουν να ολισθαίνουν.
Στις ΗΠΑ διογκώθηκε το Δημόσιο Χρέος σε $10,891 τρισεκατομμύρια (Χρέος ανά Αμερικανό πολίτη $35.622). Στην Ευρώπη παρά τις μαζικές παρεμβάσεις των Κυβερνήσεων της Ευρωζώνης η Επιτροπή προβλέπει μείωση του ΑΕΠ κατά 2% το 2009 και απώλεια 3,5 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας το 2009 (ανεργία 9,25%) με τάση χειροτέρευσης στο 10% το 2010.
Στην Ελλάδα το Δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε στα 262 δισεκατομμύρια¤ που αντιστοιχεί σε 21.000¤ περίπου για κάθε Έλληνα, (107% του ΑΕΠ). Οι αυξημένες δανειακές ανάγκες οδήγησαν σε αύξηση του κόστους δανεισμού κατά δύο τουλάχιστον μονάδες σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Αυτό που λειτουργεί για μας ως ασπίδα, μερικής έστω προστασίας, κατά ειρωνική συγκυρία, είναι το γεγονός ότι γύρω στο 40% της οικονομικής μας δραστηριότητας είναι παραοικονομία.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι πολύ πριν ακόμα ξεσπάσει η παγκόσμια οικονομική κρίση, ο ελληνικός τουρισμός είχε ήδη έντονα σημεία παθογένειας με σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα, που σταδιακά τον οδηγούσαν σε απώλεια του ανταγωνιστικού του πλεονεκτήματος από άποψη σχέσης αξίας-τιμής (value for money), συγκριτικά με τους νέους ανταγωνιστές στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου που, για το ίδιο μαζικό παραθεριστικό (και, κατά συνέπεια, εποχικό) τουριστικό προϊόν, έχουν πολύ χαμηλότερο κόστος παραγωγής και πολύ χαμηλότερη τιμή.
Εμφανή συμπτώματα αυτής της παθογένειας είναι η συρρίκνωση της τουριστικής περιόδου, η μείωση της διαπραγματευτικής μας ικανότητας – που εκδηλώνεται με φαινόμενα όπως οι στάσιμες ή μειούμενες τιμές – η αυξανόμενη τάση για συμβόλαια «all inclusive» αλλά και η σταθερή υποβάθμιση του οικονομικού και κοινωνικού προφίλ του μέσου τουρίστα.
Δυστυχώς, τόσο οι αναπτυγμένες παραδοσιακές χώρες προέλευσης του ελληνικού τουρισμού (Γερμανοί και Βρετανοί αποτελούν το ήμισυ περίπου των τουριστικών μας αφίξεων), όσο και οι αναδυόμενες αγορές, βρίσκονται στο επίκεντρο της οικονομικής κρίσης με διογκούμενη ανεργία, συρρίκνωση εισοδημάτων και πολύ υψηλό δείκτη ανασφάλειας και αβεβαιότητας των κατοίκων τους.
Ένα πρόσθετο πρόβλημα είναι η υποτίμηση των νομισμάτων πολλών από τις χώρες-μέλη της Ε.Ε, εκτός Ευρωζώνης και της Ανατολικής Ευρώπης καθώς και των ανταγωνιστών μας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό κάνει ακριβό το τουριστικό μας προϊόν για τους πελάτες μας απ’ αυτές τις χώρες και φθηνότερο το προϊόν των ανταγωνιστών μας.
Ένας άλλος παράγων που οφείλουμε να λάβουμε υπόψη είναι ότι η ζήτηση τουριστικών υπηρεσιών παρουσιάζει εξαιρετικά μεγάλη εισοδηματική ελαστικότητα και οι δαπάνες για τουριστικές υπηρεσίες δεν αποτελούν την πρώτη προτεραιότητα διάθεσης του «διακριτικού» εισοδήματος. Κοντολογίς, η πλούσια, οικονομικά ανεξάρτητη οικογένεια, ακόμα και σε ημέρες κρίσης, πιθανότατα δεν θα στερηθεί τις διακοπές της σε εγκαταστάσεις πολυτελείας. Η φτωχή ή μεσαία οικογένεια, πιθανότατα, θα τις αναβάλει ή θα μειώσει τη διάρκεια και τη δαπάνη της.
Κάτω απ’ αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, ποια πορεία πρέπει να ακολουθήσουμε για να βοηθήσουμε την τουριστική οικονομία να βγει από την κρίση;
Πρώτα από όλα θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι ο τουρισμός δεν είναι μια ξεκομμένη και αυτόνομη οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα αλλά αποτελεί, μαζί με τους άλλους τομείς, ένα ενιαίο παραγωγικό σύμπλεγμα και πρέπει να το δούμε και να το διαχειριστούμε ως την κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας Αυτό επιβάλλει την επανατοποθέτησή μας στη διεθνή και στην εγχώρια τουριστική αγορά με μια πιο σύνθετη και ποιοτικά αναβαθμισμένη τουριστική προσφορά, που θα απευθύνεται σε πιο ενήμερους, πιο εκλεκτικούς, πιο απαιτητικούς και πιο εύπορους τουρίστες και μάλιστα για δώδεκα μήνες τον χρόνο
Για να αντεπεξέλθουμε στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, απαιτείται προσαρμογή στα νέα δεδομένα που έφερε η κρίση. Η χώρα μας πρέπει να προσφέρει ένα σύγχρονο τουριστικό μοντέλο, ελκυστικό στις αγορές στόχους. Ένα μοντέλο ανάπτυξης, που θα διασφαλίσει ένα ασφαλές και βιώσιμο κοινωνικό – οικονομικό περιβάλλον. Απαιτούνται συνδυασμένες αλλαγές σε προϊόντα, αγορές στόχο, τεχνολογίες, εικόνα, ποιότητα υπηρεσιών και στελεχιακού δυναμικού. Πρέπει να διασφαλιστούν οι συνθήκες που διατηρούν και επαυξάνουν την εμπειρία του πελάτη και την πιστότητά του στον προορισμό δηλ στον τόπο μας.
Στην κρίση απαιτούνται μεγαλύτερα κονδύλια για την προβολή, την συμμετοχή σε εκθέσεις κλπ, την επικοινωνία τόσο με τους επαγγελματίες του τουρισμού, όσο και με την αγορά. Απαιτούνται εφαρμογές ευέλικτες με σύγχρονο μάρκετινγκ, γνώση, φαντασία και δημιουργία «νέου ενδιαφέροντος» για το τουριστικό μας προϊόν. Απαιτείται σύγχρονο δίκτυο διανομής που μας φέρνει κοντά στον πελάτη ως πρώτη επιλογή του και του υπενθυμίζει τα πλεονεκτήματα μας. Η αύξηση της ζήτησης, θα φέρει πληρότητα στις επιχειρήσεις, κίνηση στην αγορά και θα λειτουργήσει ως φίλτρο για πελάτες υψηλότερου επιπέδου, οι οποίοι δεν πλήττονται ιδιαίτερα από την κρίση.
Επίσης, άμεσα να ξεκινήσει η λειτουργία του Παρατηρητήριου Τουρισμού και του Δορυφόρου Λογαριασμού, δυο εργαλείων που θα βοηθήσουν στην κατανόηση των πραγματικών προβλημάτων και θα δώσουν επιστημονικές λύσεις, ώστε κάθε χρονιά που θα έρχεται να’ ναι πιο αποδοτική από την προηγούμενη. Πρωτοβουλίες που ξεκίνησαν από τη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και αποσκοπούσαν να δημιουργήσουν εργαλεία μέτρησης για την αποδοτικότητα του κάθε φορέα και ατόμου ξεχωριστά στο τουριστικό προϊόν και αντίστροφα
Πριν καν όμως πάρουμε οποιαδήποτε πρωτοβουλία για να πορευτούμε ομαλά σ’ αυτόν το δρόμο, αναγκαία προϋπόθεση είναι να ληφθούν άμεσα μέτρα για τη βραχυπρόθεσμη επιβίωση των τουριστικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων. Αυτονόητα, πρώτη όσο και κατεπείγουσα προτεραιότητα για την Κυβέρνηση, θα πρέπει να είναι η μέριμνα για τη χρηματοπιστωτική κάλυψη των τουριστικών επιχειρήσεων και η ενίσχυση της ρευστότητάς τους με επενδυτικά δάνεια και κεφάλαια κινήσεως, ιδιαίτερα κατά την εκτός αιχμής περίοδο, με προσιτά επιτόκια και όρους αποπληρωμής για τα προσεχή δυο τουλάχιστον χρόνια και… βλέπουμε.
Αυτά τα απαραίτητα μέτρα, αν βέβαια εφαρμοστούν σωστά, πράγμα που προφανώς δεν συμβαίνει, απλά θα συμβάλουν, βραχυπρόθεσμα, στην άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης αλλά δεν εγγυώνται, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη υγιή και αειφόρα ανάπτυξη του τουρισμού μας καθώς και των άλλων τομέων που αυτός επηρεάζει άμεσα.
Προϋποθέσεις γι’ αυτή την ανάπτυξη είναι:
• Η παροχή δέσμης οικονομικών και άλλων κινήτρων που θα ενθαρρύνουν τη δημιουργία ξενοδοχείων υψηλών προδιαγραφών και ποιοτικών υπηρεσιών
• Η ενίσχυση βελτιωμένων ειδικών τουριστικών υποδομών. Για την ικανοποίηση των αναγκών του επισκέπτη, χρειάζονται συνεδριακές και εκθεσιακές εγκαταστάσεις, κέντρα ευεξίας (spa), γήπεδα γκολφ, κ.λπ.
• Η ενίσχυση προσπαθειών ανάπτυξης οικολογικών καταλυμάτων και η προώθηση του τουρισμού της ενδοχώρας, των νησιωτικών περιοχών και γενικά της περιφέρειας.
• Εφαρμογή μοντέλου απόσυρσης ξεπερασμένων ξενοδοχείων, όχι όμως με την πρακτική μετατροπής και πώλησης τους ως φθηνών διαμερισμάτων (μοντέλο που δοκιμάστηκε και απέτυχε στην Ισπανία) αλλά κατεδάφισης τους και κινητροδότησης μέσω του ξενοδοχειακού συντελεστή κάλυψης κατασκευής τουριστικής κατοικίας υψηλών προδιαγραφών.
• Οι εναλλακτικές μορφές τουρισμού με έμφαση στην προστασία και ανάδειξη του περιβάλλοντος και του πολιτισμού μας
• Τα κόμματα εξουσίας (και γιατί όχι όλα τα κόμματα) να συμφωνήσουν στα αυτονόητα, δηλαδή στη θέσπιση μόνιμης θέσης 5ετους θητείας εξωκοινοβουλευτικού Γενικού Γραμματέα, με αυξημένες αρμοδιότητες και καλή γνώση της τουριστικής αγοράς. Στην χάραξη Εθνικής Τουριστικής Στρατηγικής σε συνεργασία με τους φορείς με ορίζοντα 10ετίας έως το 2020, με συγκεκριμένους στόχους και διαδικασίες.
• Στην μετεξέλιξη του ΕΟΤ σε οργανισμό Τουριστικής Προβολής και Marketing με συμμετοχή και του ιδιωτικού τομέα και επαγγελματικό management στα πρότυπα του Visit Britain ή του Maison de la France.
• Διαμόρφωση νέας στρατηγικής αερομεταφορών και άμεση εφαρμογή προγράμματος κίνητρων προσέλκυσης τακτικών και χαμηλού κόστους πτήσεων στην χώρα μας σε 8μηνη η 12μηνη βάση. Δημιουργία ειδικής υπηρεσίας της ΥΠΑ για τη υλοποίηση του προγράμματος (πώληση των slots) με συμμετοχή των φορέων του τουρισμού και των αεροπορικών εταιρειών. Κατάργηση του σπατοσήμου. Παράλληλη βελτίωση των περιφερειακών αεροδρομίων και λειτουργία με ιδιωτικό management.
• Διαμόρφωση στρατηγικής βελτίωσης των ναυτιλιακών συνδέσεων και άρση του cabotage για ενίσχυση των κρουαζιέρων στην χώρα μας. Μόνο αυτό θα οδηγήσει σε άμεσα ετήσια τουριστικά έσοδα άνω των 500 εκατ. ευρώ. Βελτίωση των βασικών λιμανιών και λειτουργία με ιδιωτικό management.
• Ειδικότερα για μας τους νησιώτες η υιοθέτηση του μεταφορικού ισοδύναμου και στην ακτοπλοϊα, θα δημιουργήσει πέρα από τη δικαίωση, πολλαπλασιαστικά οφέλη, αφού θα αναχαιτιστούν οι άγονες γραμμές, δίνοντας τη δυνατότητα προαγωγής πολιτικών που θα σχετίζονται με μια ευρεία γκάμα τουριστικών προϊόντων με στόχο την αειφόρο ανάπτυξη.
Όλα αυτά όμως είναι δώρο-άδωρο αν δεν συνοδευτούν με ενίσχυση των δυνατοτήτων προσπελασιμότητας στους τουριστικούς τόπους. Χωρίς ανάπτυξη των βασικών γενικών υποδομών, ο τουρισμός είναι καταδικασμένος να ακολουθεί φθίνουσα πορεία. Και όμως, φαίνεται να έχει επιλεγεί η μείωση των δημόσιων επενδύσεων και μάλιστα σε περίοδο ύφεσης!
Για να ανακάμψει ο τουρισμός και να αποκτήσει τη χαμένη του αναταγωνιστικότητα, ο μοναδικός δρόμος που μας προσφέρεται είναι ο εμπλουτισμός και η ποιοτική αναβάθμιση του τουριστικού μας προϊόντος και αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη υψηλού επιπέδου διευθυντικών στελεχών και καλά εκπαιδευμένων υπαλλήλων σε σύνδεση με την αγορά εργασίας καθώς και η διαρκής επιμόρφωση όλων των επαγγελματιών του κλάδου σε νέες τεχνολογίες.
Σε κάθε περίπτωση, τα επόμενα δύο-τρία χρόνια θα είναι δύσκολα και επώδυνα και για τον ελληνικό τουρισμό. Γι’ αυτό, ας μη μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια, περιμένοντας τον «από μηχανής Θεό» που δεν θα έρθει. Ας ενεργοποιηθούμε με ομαδικότητα και συντονισμένες ενέργειες. Κράτος, ιδιωτικός τομέας, Τοπική Αυτοδιοίκηση, εργαζόμενοι, τουριστικοί και πολιτιστικοί φορείς, η εκπαιδευτική κοινότητα, ολόκληρη η κοινωνία.
Δείγματα γραφής της σπουδαιότητας της συνεργασίας δώσαμε όλοι μαζί στο Νομαρχιακό Συμβούλιο όταν μαζί με το Τ.Ε.Ε. προτείναμε συγκεκριμένες προτάσεις για το ειδικό χωροταξικό του τουρισμού προσαρμοσμένο στις νησιωτικές πολιτικές.
Μόνο μέσα από τη συνεργασία και τη συνέργια, με δυναμικές και τολμηρές πρωτοβουλίες, θα μπορέσουμε να ελπίσουμε στην έξοδο από την κρίση, αλλά και στη μακροπρόθεσμη ποιοτική ανάπτυξη του τουρισμού μας. Ένα είναι το σίγουρο η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τουρισμού και των προϊόντων της Ελλάδος, είναι μονόδρομος στρωμένος με ΠΟΙΟΤΗΤΑ…!!!