Με την υπ’ αρίθμ. 344/2009 απόφαση που εξέδωσε χθες το Εφετείο Δωδεκανήσου κρίθηκε οριστικά η ένδικη διαφορά του Aγροτικού Συνεταιρισμού Μασσάρων με δύο μέλη απελθούσης διοίκησης του που καταγγέλθηκαν για υπεξαίρεση και απάτη.
O Aγροτικός Συνεταιρισμός Μασάρων εξέθεσε συγκεκριμένα με την αγωγή του ότι ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά το χρονικό διάστημα από 17-4-1994 έως 5-11-2000, προέβη από 22-8-1994 έως 19-9-1995, σε αναλήψεις χρηματικών ποσών συνολικού ύψους 13.374.318 δραχμών και ήδη 39249,64 ευρώ, από λογαριασμό που τηρούσε στο υποκατάστημα της ΑΤΕ στον Αρχάγγελο Ρόδου, δυνάμει εξουσιοδότησης από πρακτικά του διοικητικού συμβουλίου, τα οποία έφεραν πλαστογραφημένες υπογραφές 4 μελών του διοικητικού συμβουλίου.
Ο Συνεταιρισμός υποστήριξε ακόμη ότι πρώην μέλος του εποπτικού συμβουλίου και αποθηκάριος, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, προέβη την 29-5-1997 σε ανάληψη ποσού 130.000 δρχ. από τον ίδιο ως άνω λογαριασμό, δυνάμει πλαστής εξουσιοδότησης. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι κατά την απογραφή, που διενεργήθηκε στην αποθήκη την 13-5-1998 καταμετρήθηκαν εμπορεύματα αξίας 9.580,19 ευρώ (3.264.450 δρχ.), κατά δε την απογραφή που έλαβε χώρα την 8-9-1998 βρέθηκαν στην αποθήκη του ενάγοντος εμπορεύματα αξίας μόλις 4506,62 ευρώ (1.535.630 δρχ.). Διατείνεται ακόμη ότι ο πρώην πρόεδρος και ο αποθηκάριος ιδιοποιήθηκαν παράνομα το ποσό των 35.122,5 ¤.
Το Εφετείο Δωδεκανήσου με την απόφαση που εξέδωσε δέχτηκε ότι ο πρώην πρόεδρος κατά τη διάρκεια της θητείας του προέβη στις παρακάτω αναλήψεις χρημάτων από τον λογαριασμό του Συνεταιρισμού:
-Στις 22.8.1994 ανέλαβε το ποσό των 3.374.318 δραχμών σύμφωνα με την από 22-8-1994 εντολή πληρωμής της ΑΤΕ χρησιμοποιώντας το με αριθμό 114/21-8-1994 Πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου.
-Στις 13.4.1995 ανέλαβε το ποσό των 2.500.000 δραχμών, σύμφωνα με την από 22-8-1994 εντολή πληρωμής της ΑΤΕ χρησιμοποιώντας αντίστοιχο Πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου.
-Στις 6.7.1995 ανέλαβε το ποσό των 3.000.000 δραχμών, σύμφωνα με την με αριθμό 00017/6-7-1995 εντολή πληρωμής της ΑΤΕ χρησιμοποιώντας το με αριθμό 112/4-7-1995 Πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου.
-Στις 16.8.1995 ανέλαβε το ποσό των 3.500.000 δραχμών, σύμφωνα με την με αριθμό 00016/16.8.1995 εντολή πληρωμής της ΑΤΕ χρησιμοποιώντας το με αριθμό 118/12.8.1995 Πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου.
-Στις 19.9.1995 ανέλαβε το ποσό του 1.000.000 δραχμών σύμφωνα με την από 19-9-1995 εντολή πληρωμής της ΑΤΕ χρησιμοποιώντας αντίστοιχο Πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου.
Ο αποθηκάριος σύμφωνα με την ίδια απόφαση στις 9-5-1997 ανέλαβε από το ίδιο ως άνω υποκατάστημα τράπεζας το ποσό των 130.000 δραχμών με την με αριθμό 00013/29.5.1997 εντολή πληρωμής, χρησιμοποιώντας το με αριθμό 129/26.5.1997 Πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου.
Το δικαστήριο δέχτηκε παραπέρα ότι όλες οι παραπάνω αναλήψεις έγιναν με τα προαναφερόμενα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου, με τα οποία φέρεται να δίδονται εντολές ανάληψης των παραπάνω ποσών από το Διοικητικό Συμβούλιο, πλην όμως είχαν πλαστογραφηθεί οι υπογραφές των μελών του τότε Διοικητικού Συμβουλίου και συγκεκριμένα οι υπογραφές των Αυγερινού Νεσγού, Τσαμπίκου Ρέϊση, Σωτηρίου Σαρρή και Φλεμετάκη Πέτρου.
Επίσης αποδείχθηκε ότι στις 13-5-1998 κατά την απογραφή που έγινε στο Συνεταιρισμό καταμετρήθηκαν αγροτικά εφόδια (εμπορεύματα) αξίας 22.499,06 ευρώ, από τα οποία, μετά από λογιστικό έλεγχο που έγινε στα βιβλία του ενάγοντος στις 17-6-1998 από τον αρμόδιο υπάλληλο του Ειδικού Λογιστηρίου της Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Δωδεκανήσου (Ε.Α.Σ.Δ.) προέκυψε ότι ο πρώην Πρόεδρος είχε αγοράσει με νόμιμα παραστατικά στο όνομα και για λογαριασμό του ενάγοντος εμπορεύματα αξίας μόνο 9.580,19 ευρώ, ενώ θα έπρεπε η αξία των εμπορευμάτων να αντιστοιχεί στο σύνολο των παραπάνω αναλήψεων που πραγματοποίησαν οι παραπάνω εναγόμενοι, δηλαδή σε 39.631,16 ευρώ. Μετά από νέα απογραφή που έγινε στις 8-9-1998 βρέθηκαν στην αποθήκη του ενάγοντος εμπορεύματα αξίας μόλις 4.506,62 ευρώ.
Τα παραπάνω προκύπτουν από τη κατάθεση του κ Μιχαήλ Βασιλάκη ο οποίος διενήργησε τον ταμειακό και διαχειριστικό έλεγχο κατά το έτος 1998. Οπως αναφέρει δε ο μάρτυρας αυτός στο με αρ. πρωτ. 2565/16-11-1998 έγγραφό του προς τον Γενικό Διευθυντή της Ε.Α.Σ.Δ. η πραγματική απογραφή ήταν της 8-9-1998 ενώ η απογραφή της 13-5-1998 ήταν πλαστή, διότι έγινε εισαγωγή εφοδίων στις αποθήκες χωρίς παραστατικά. Οπως προκύπτει δε από την κατάθεση του παραπάνω μάρτυρα τα εμπορεύματα που βρέθηκαν στην αποθήκη χωρίς παραστατικά κατά την πρώτη απογραφή, τα έβαλε κάποιος για να τους εξαπατήσει και στη συνέχεια τα έβγαλε.
https://www.dimokratiki.gr/arxeio/ipexeresi-ke-apati-is-varos-sineterismou/