Κατηγορούνται για λαθρεμπόριο ποτών

Στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων κατηγορούμενοι για πλαστογραφία μετά χρήσεως από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, με συνολικό περιουσιακό όφελος άνω των 73.000 ευρώ και για λαθρεμπορία από κοινού θα καθίσουν οι κ.κ. Κ. Ο. του Ν., κάτοικος Ιαλυσού και Π. Φ. του Δ., κάτοικος Μοσχάτου Αττικής, που φέρονται να ενεπλάκησαν στην μεγαλύτερη μέχρι σήμερα υπόθεση διακίνησης λαθραίων ποτών που απασχόλησε τις δικαστικές αρχές του νησιού.
Ο πρώτος εξ αυτών με την ιδιότητα του εταίρου και διαχειριστή της εδρεύουσας στη Pόδο εταιρίας με την επωνυμία «POΔIAKEΣ EIΣAΓΩΓEΣ EΠE» και ο δεύτερος με την ιδιότητα του κύριου μεταφορέα, κατηγορούνται ότι έθεσαν από κοινού τις σφραγίδες του ευρισκόμενου στο Bέλγιο φορολογικού γραφείου «VILVOORDE» καθώς και τη σφραγίδα του Bελγικού Tελωνείου της Antwerpen (Aμβέρσας) στο αντίτυπο με αριθμό 3, 32 συνοδευτικών φορολογικών εγγράφων (ΣΔE) που αφορούσαν οινοπνευματώδη ποτά, με προορισμό τα 6 αυτών, τα οποία αντιστοιχούσαν σε ποσότητα 122.400 φιαλών άνυδρων 149.599,52 οινοπνευματωδών ποτών, την επίσης Bελγική φορολογική αποθήκη HEWA BELGIUM N.V. Περαιτέρω δε ότι έκαναν από κοινού χρήση των πιο πάνω 32 συνοδευτικών φορολογικών εγγράφων (ΣΔE) προσκομίζοντάς τα στο Tελωνείο Pόδου.
Τις πράξεις αυτές φέρονται ότι τέλεσαν με σκοπό να προσπορίσουν στον εαυτό τους συνολικό περιουσιακό όφελος ανώτερο των 73.000 και συγκεκριμένα 2.771.118,07 ευρώ που αντιστοιχεί στις νόμιμες φορολογικές επιβαρύνσεις επί της αξίας CIF των 636.528 (122.400+514.128) φιαλών οινοπνευματωδών ποτών άνυδρων 185.062,52 (35.463,00+149.599,52) που συνολικά διακίνησαν οι κατηγορούμενοι, προκαλώντας ισόποση συνολική ζημία στην περιουσία του Eλληνικού Δημοσίου.
Κατηγορούνται παραπέρα ότι απέστειλαν από την εν λόγω φορολογική αποθήκη 32 συνοδευτικά φορολογικά έγγραφα (ΣΔE) που αφορούσαν οινοπνευματώδη ποτά με αναστολή του ειδικού φόρου καταναλώσεως (EΦK) με προορισμό φορολογικές αποθήκες του Bελγίου και συγκεκριμένα ποσότητα 122.400 φιαλών άνυδρων 35.463,00 οινοπνευματωδών ποτών τη φορολογική αποθήκη JOHN MARTIN και ποσότητα 514.128 φιαλών άνυδρων 149.599,52 οινοπνευματωδών ποτών στη φορολογική αποθήκη HEWA BELGIUM N.V. οι οποίες, όμως, ουδέποτε παρέλαβαν τις εν λόγω ποσότητες, οι οποίες διατέθηκαν από τους κατηγορούμενους εντός της ελληνικής επικράτειας με συνέπεια να μην έχει γίνει η νόμιμη διαδικασία φορολόγησής τους και να μην έχουν εισπραχθεί οι νόμιμες φορολογικές επιβαρύνσεις, οι οποίες ανέρχονταν στο ποσό των 2.771.118,07 ευρώ.
Ο πρώτος κατηγορούμενος υποστήριξε το έτος 2003 η εταιρεία του έλαβε μέσω του internet από το Βέλγιο και συγκεκριμένα από μια επιχείρηση με τον τίτλο “JOHN MARTIN” πρόταση να της πωλήσει περίπου 20.000 φιάλες διαφόρων αλκοολούχων ποτών συνολικής αξίας περίπου 128.000 ευρώ παραδοτέες στις φορολογικές αποθήκες που διατηρεί στη Ρόδο.
Για την συναλλαγή αυτή σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του απευθύνθηκε σε δυο υπαλλήλους του Τελωνείου Ρόδου στους οποίους παρέδωσε αντίγραφο της παραγγελίας στην οποία αναγραφόταν μεταξύ άλλων η ακριβής διεύθυνσή της έδρας της τα τηλέφωνά της στο Βέλγιο καθώς και ο αριθμός της αναγραφόμενης στην παραγγελία Βελγικής φορολογικής αποθήκης για έλεγχο και επαλήθευση προκειμένου να τηρηθεί η νομιμότητα στην επικείμενη εξαγωγή των ποτών.
Οι τελωνειακοί τον διαβεβαίωσαν ρητά ότι όλα ήσαν σύννομα αλλά κυρίως τον συνεβούλευσαν για εξασφάλιση του πριν από κάθε αποστολή ποτών να προεισπράττει το τίμημα με σχετική Τραπεζική κατάθεση. Μετά τις διαβεβαιώσεις τους αυτές η εταιρεία του πραγματοποίησε 32 αποστολές εμπορευμάτων από την Ρόδο στο Βέλγιο.
Συγκεκριμένα προς την Βελγική επιχείρηση JOHN MARTIN κατά το έτος 2003 πραγματοποίησε 6 συνολικά εξαγωγές και στην επίσης Βελγική Εταιρεία HEWA (τα έτη 2003 και 2004) άλλες 26 εξαγωγές που αφορούσαν συνολικά 636.528 φιάλες ποτών συνολικής αξίας 4.379.356,680 ευρώ.
Πριν από την κάθε εξαγωγή ο κατηγορούμενος ενημέρωνε εγγράφως την Δ.Ο.Υ. Ρόδου στην οποία μετά κατέθετε το ειδικό έντυπο εξαγωγής INTRASTANT. Επίσης για κάθε εξαγωγή ενημερωνόταν το ΣΔΟΕ Αθηνών από το Τελωνείο Ρόδου προκειμένου να παρακολουθήσει την πορεία των εμπορευμάτων από τη Ρόδο προς το Βέλγιο.
Υποστηρίζει παρακάτω ότι το Τελωνείο Ρόδου κατά παράβαση των εντολών και εγκυκλίων της γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών απευθύνθηκε με μεγάλη καθυστέρηση στις Τελωνειακές Αρχές του Βελγίου τον μήνα Απρίλιο του 2004 ζητώντας πληροφορίες και επαλήθευση των αρξάμενων από την εταιρεία του εξαγωγών στις παραπάνω δύο Βελγικές επιχειρήσεις.
Η απάντηση των Βελγικών Αρχών στο καθυστερημένο έγγραφο των Τελωνειακών Αρχών της Ρόδου έφθασε και αυτή με καθυστέρηση 6 μηνών κατά τον μήνα Οκτώβριο του 2004 διάστημα κατά το οποίο η εταιρεία του κατηγορουμένου στηριζόμενη στις διαβεβαιώσεις των εκπροσώπων του Τελωνείου Ρόδου επραγματοποίησε συνολικά 32 εξαγωγές. Η καθυστερημένη αυτή απάντηση των Βελγικών Τελωνειακών Αρχών ανέφερε ότι οι 2 Βελγικές επιχειρήσεις ήσαν μεν υπαρκτές αλλά όπως εδήλωσαν οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους ουδέποτε παρήγγειλαν ή παρέλαβαν τις συγκεκριμένες ποσότητες ποτών.
Επισημαίνει ότι όλες ανεξαιρέτως οι ποσότητες ποτών που πωλήθηκαν στις 2 Βελγικές Εταιρείες φορτώθηκαν και παραδόθηκαν στις αποθήκες της εταιρείας του στη Ρόδο σε αυτοκίνητα που επελέγησαν από την μεταφορική εταιρεία του δεύτερου κατηγορούμενου που ενεργούσε για λογαριασμό των Βελγικών εταιρειών και είχε την ευθύνη μεταφοράς και παράδοσης των επίδικων εμπορευμάτων στους παραλήπτες τους στο Βέλγιο χωρίς ανάμειξη του κατηγορούμενου.