Μακροχρόνιες Τάσεις των Τουριστών από την Ιταλία στην Ελλάδα

Η Ιταλία είναι μία από τις χώρες της Ομάδας των 7 (G7) πιο αναπτυγμένων χωρών του κόσμου, με 60 εκατομμύρια κατοίκους και κατά κεφαλήν εισόδημα 30 χιλιάδες δολάρια το 2007. Η απόσταση που χωρίζει την Αθήνα από την Ρώμη είναι 1052 χιλιόμετρα. Οι παράγοντες αυτοί δικαιολογούν την σπουδαιότητα της χώρας αυτής για τον ελληνικό τουρισμό, μια σπουδαιότητα που αποδεικνύεται και από την τρίτη θέση που κατέχει η Ιταλία, ως προς τις αλλοδαπές αφίξεις, στην Ελλάδα.
Οι μετακινήσεις εμπορευμάτων και πολύ περισσότερο ατόμων δεν είναι κάτι το καινούργιο μεταξύ των δύο χωρών. Ο Πλάτωνας είχε κάνει τρία ταξίδια στην Κάτω Ιταλία και στην Σικελία, και φυσικά πολύ παλιότερα από εκείνον είχαν προηγηθεί και άλλοι. Το 146 π.Χ. παύει η ανεξαρτησία της Αρχαίας Ελλάδας από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ενώ στους νεότερους χρόνους τα Επτάνησα (αυτά μόνο από τον ελλαδικό χώρο) παρέμειναν υπό τη βενετική Κυριακή μέχρι 1797, χρονιά που η Γαληνότατη Δημοκρατία της Βενετίας καταλύθηκε από τον Ναπολέοντα. Το 1948 γίνεται η συνένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα, που ήταν υπό ιταλική κατοχή. Τα προηγούμενα γεγονότα – σταθμοί, αποδεικνύουν τις επαφές που είχαν αναπτυχθεί μεταξύ των δύο χωρών, επαφές που αναθερμάνθηκαν εδώ και 40 χρόνια περίπου, υπό το κλίμα της πολιτικής σταθερότητας και της οικονομικής ευημερίας στις δύο χώρες, και ειδικά στην χώρα προορισμού, δηλαδή την Ελλάδα.
Στο διάγραμμα Α2.1 δίνεται ο αριθμός των Ιταλών τουριστών στην Ελλάδα. Το 1970 ήταν 76215 άτομα. μετά από τέσσερις δεκαετίες ο αριθμός των Ιταλών τουριστών έφθασε τα 1,2 εκατομμύρια. Παρά τις μεσοχρόνιες διακυμάνσεις, οι Ιταλοί που έρχονται στην Ελλάδα αυξάνουν συνεχώς, ιδιαίτερα τις τελευταίες δύο δεκαετίες, όπως φαίνεται από την κλίση της καμπύλης των αφίξεων του διαγράμματος Α2.1
Η μεγάλη αύξηση των Ιταλών τουριστών δεν οφείλεται μόνο στη γενικότερη αύξηση των αλλοδαπών της Ελλάδος. Αποκτούν ένα και όλο μεγαλύτερο μερίδιο όπως φαίνεται στο Διάγραμμα Α2.2. Ο αριθμός των Ιταλών επισκεπτών, ειδικά τα τελευταία χρόνια, προσεγγίζει το 10% των συνολικών τουριστικών αφίξεων στην χώρα. Η ποσοστιαία εξέλιξη των Ιταλών τουριστών ως προς τις συνολικές τουριστικές αφίξεις της Ελλάδος αυξάνεται από ένα χαμηλό της τάξης του 3% στη δεκαετία του 1970, ξεπέρασε το 5% στη δεκαετία του 1980, άγγιξε το 7% στη δεκαετία του 1990 και πλησίασε το 10% στην τελευταία δεκαετία.
Στον Πίνακα Α2.1 παρουσιάζονται οικονομικά και στατιστικά στοιχεία του «αντιπροσωπευτικού» Ιταλού τουρίστα στην χώρα μας, κατά την τετραετία 2005-2008. Το σημαντικότερο στοιχείο που προκύπτει από τον παρακάτω πίνακα είναι ότι το μέσο ύψος της δαπάνης του Ιταλού τουρίστα στην Ελλάδα βαίνει αυξανόμενο κατά τα τελευταία χρόνια, ενώ ο μέσος χρόνος παραμονής είναι περίπου σταθερός στις εννέα ημέρες, για όλη την προαναφερθείσα περίοδο.
Οπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η αφετηρία της τουριστικής κίνησης από την Ιταλία προς την Ελλάδα έχει ξεκινήσει εδώ και 40 χρόνια περίπου, τόσο μεμονωμένα όσο και μέσω οργανωτών ταξιδίων (tour operators). Σύμφωνα με στοιχεία του γραφείου του ΕΟΤ στο Μιλάνο, περίπου 580.000 άτομα ταξίδεψαν το 2007 μέσω οργανωμένου ταξιδίου, με το 27% αυτών να ταξίδεψαν διά θαλάσσης και το υπόλοιπο 73% αεροπορικώς, ακόμα και με πτήσεις χαμηλού κόστους, ή/και ναυλώσεων (charters), από την Ρώμη και το Μιλάνο προς την Κρήτη, την Ρόδο, την Σαντορίνη και την Μύκονο.
Εν γένει, ο «αντιπροσωπευτικός» Ιταλός τουρίστας είναι άτομο με μεσαία και ανώτερη μόρφωση και προέρχεται από την Βόρεια και την Κεντρική Ιταλία, ενώ μεγάλο ποσοστό από αυτούς έρχεται στην Ελλάδα με το ιδιωτικό του αυτοκίνητο, μιας και το κόστος μεταφοράς από την Ιταλία, είναι πολύ μικρότερο σε σχέση με το αεροπορικό. Επιπλέον, το ένα τρίτο περίπου από τους Ιταλούς επισκέπτες προτιμά ξενοδοχεία υψηλής κατηγορίας για την διαμονή του, ενώ το 60% των τουριστών πραγματοποιεί το ταξίδι προς την Ελλάδα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, κυρίως τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Αυτό επιβεβαιώνει την τάση, ως προς τις προτιμήσεις του μέσου Ιταλού επισκέπτη για την χώρα μας, που βασίζονται στο κριτήριο του ήλιου και της θάλασσας.
Μάλιστα το προηγούμενο επιβεβαιώνεται και από μια περιορισμένη έρευνα, μέσω ερωτηματολογίου δέκα ερωτήσεων, προς ιταλικές επιχειρήσεις διοργάνωσης ταξιδιών, που διεξήγαγε η ΑΤΕΜ το καλοκαίρι του 2009. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις απαντήσεις, κοινή συνισταμένη του λόγου προτίμησης της Ελλάδας, ως χώρα διακοπών, είναι το τρίπτυχο «ήλιος, θάλασσα και παραλία», δηλαδή η νησιωτική και η παράκτια ζώνη της χώρας. Πάνω από το 85% των πελατών τους δηλώνει ότι βρίσκει το ελληνικό τουριστικό προϊόν, στο σύνολό του, αρκετά καλό, με 12% να μένει απολύτως ικανοποιημένο από αυτό που τους προσφέρθηκε (βλέπε Διάγραμμα Α2.3).
Οσον αφορά τις μελλοντικές τάσεις του ιταλικού τουριστικού ρεύματος προς την Ελλάδα, αυτό θα πρέπει να γίνει μέσω στοχευμένων διαφημιστικών προβολών που θα γίνονται με την αρωγή της νέας τεχνολογίας (διαδίκτυο), αλλά και των μέσων μαζικής ενημέρωσης (εφημερίδων, τηλεόρασης, τουριστικών και άλλων εντύπων), μιας και με αυτόν τον τρόπο καλύπτεται όλο το εν δυνάμει κοινό που ενδιαφέρεται να πληροφορηθεί για τις παρεχόμενες τουριστικές υπηρεσίες από τις διάφορες χώρες προορισμού. Στο παρακάτω διάγραμμα, φαίνονται τέλος, οι προοπτικές των ιταλικών τουριστικών αφίξεων για την επόμενη δεκαετία, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο Holt-Winters και τα στατιστικά στοιχεία της περιόδου 1970-2008.

Οπως φαίνεται από το Διάγραμμα Α2.4, οι Ιταλικές αφίξεις θα ξεπεράσουν το 1,5 εκατομμύριο το 2020. Πάντως, η πορεία αύξησης των αφίξεων από την γειτονική χώρα δεν ακολουθεί μία γραμμική πορεία. Το παρελθόν δείχνει ότι ο τουρισμός από την Ιταλία ακολουθεί έντονες ετήσιες διακυμάνσεις που απαιτούν περαιτέρω ανάλυση, όπως φυσικά και η εποχικότητα των αφίξεων. Και τα δύο θέματα θα αναλυθούν σε μελλοντικά τεύχη της Εκθεσης.