Ποια μυστικά κρύβει η κάλπη της 4ης Οκτωβρίου;(www.eklogika.gr)

Δύο ημέρες απέμειναν πριν από τις εκλογές της Κυριακής, 4 Οκτωβρίου (στο μεταξύ απόψε τα μεσάνυκτα τελειώνει η προεκλογική περίοδος) και με δεδομένο ότι απαγορεύεται η δημοσιοποίηση δημοσκοπήσεων, τα ερωτήματα εξακολουθούν να είναι πολλά για την έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης.
-Είναι δυνατόν να ανατραπεί η τάση αυξανόμενης διαφοράς που παρουσίαζαν όλες οι δημοσκοπήσεις κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο της προεκλογικής περιόδου;
-Θεωρείται κλειδωμένη η αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ, όπως οι τελευταίες δημοσκοπήσεις προεξοφλούσαν και ποιες είναι οι προϋποθέσεις που μπορούν να την καταστήσουν εύθραυστη ή και να την αποδομήσουν ολοκληρωτικά;
-Υπάρχει πιθανότητα εξακομματικής Βουλής και σε ποιες περιπτώσεις ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Οικολόγοι – Πράσινοι μπορούν να καταστούν ρυθμιστές των εξελίξεων;
-Υπάρχουν πολιτικές προϋποθέσεις δημιουργίας κυβέρνησης συνεργασίας εάν το εκλογικό αποτέλεσμα δεν εξασφαλίσει αυτοδυναμία στο πρώτο κόμμα;
-Σε ποιες περιπτώσεις είναι πιθανή η άμεση ή σε σύντομο χρονικό διάστημα επανάληψη των εκλογών;
Επειδή πολλά ακούγονται και λέγονται σχετικά με διαρροές αποτελεσμάτων (αληθινών ή μη) κρυφών δημοσκοπήσεων και το eklogika.gr δεν είναι διατεθειμένο να παίξει τέτοια παιχνίδια είτε εντυπωσιασμού είτε υπόγειας προπαγάνδας, απευθυνθήκαμε σε τρεις δημοσκόπους και έναν επικοινωνιολόγο, γνωστούς για την εμπειρία και την εγκυρότητά τους και τους ζητήσαμε την δική τους τεκμηριωμένη επιστημονική απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα.
Από τις απαντήσεις που μας έδωσαν οι Χριστόφορος Βερνιαδάκης (Επιστημονικός Σύμβουλος της VPRC, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης ΑΠΘ), Τάσος Γεωργιάδης (Γενικός Διευθυντής της Κάπα – Research), Δημήτρης Κατσαντώνης (Διευθύνων Σύμβουλος της ΤοthePoint) και Γιώργος Σεφερτζής (Επικοινωνιολόγος – πολιτικός αναλυτής), αποκωδικοποιούνται τα παρακάτω συμπεράσματα:
-Η τάση διεύρυνσης της διαφοράς ΠΑΣΟΚ – ΝΔ, όπως καταγράφηκε στις δημοσκοπήσεις του πρώτου δεκαπενθημέρου της προεκλογικής περιόδου είναι δυνατόν να ανασταλεί ή να ανατραπεί εάν η ΝΔ αυξήσει τη συσπείρωσή της και αν υπάρξουν φυγόκεντρες δυνάμεις από τα δύο μεγάλα κόμματα προς τα μικρότερα.
Θεωρείται πάντως μάλλον δεδομένο (εκτός αν συμβεί κάτι ιδιαίτερα συγκλονιστικό και απρόβλεπτο) ότι με τον τρόπο που εξελίσσεται ο προεκλογικός αγώνας η διαφαινόμενη φορά των πραγμάτων (ΠΑΣΟΚ πρώτο κόμμα και ΝΔ δεύτερο) δεν είναι πιθανό να ανατραπεί, ενώ θα πρέπει να θεωρείται απίθανη μια μεταξύ τους διαφορά μικρότερη των τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων.
-Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις που δημοσιεύτηκαν έδειχναν ότι το ΠΑΣΟΚ εξασφαλίζει άνετη αυτοδυναμία. Αυτή μπορεί να απειληθεί από ενδεχόμενη (και σε ένα βαθμό πιθανή) αύξηση της συσπείρωσης της ΝΔ, είσοδο του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή (δείχνει να το πετυχαίνει) και ενδεχόμενη είσοδο στη Βουλή και των Οικολόγων, οι οποίοι λειτουργούν ως ο αστάθμητος παράγοντας στη σκακιέρα των πολιτικών συσχετισμών.
Ιδιαίτερα κρίσιμη θεωρείται η στάση των ψηφοφόρων που απείχαν στις ευρωεκλογές και οι οποίοι ελάχιστα μετρήθηκαν στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, εκείνων των ψηφοφόρων που θα ήθελαν να δοκιμαστεί μια συμμαχική κυβέρνηση αλλά και εκείνων που για τον Α΄ ή Β΄ λόγο θα ήθελαν να οδηγηθεί προσωρινά η χώρα σε κυβερνητικό αδιέξοδο, ώστε να ωθήσουν τι εξελίξεις προς άλλες κατευθύνσεις.
-Το ενδεχόμενο να είναι εξακομματική η νέα σύνθεση της Βουλής θα εξαρτηθεί από την συμπεριφορά στην κάλπη λίγων χιλιάδων ψηφοφόρων. Ως εκ τούτου μέχρι την τελευταία στιγμή θα παραμένει ένα ερώτημα που δεν μπορεί πρόωρα να απαντηθεί.
Πάντως όλοι συμφωνούν ότι τώρα φαίνεται περισσότερο πιθανό ένα τέτοιο ενδεχόμενο, από ότι στη αρχή της προεκλογικής περιόδου. Οι καλές τηλεοπτικές εμφανίσεις του Αλέξη Τσίπρα και του Νίκου Χρυσόγελου προφανώς ενισχύουν την ήδη προυπάρχουσα δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ πάνω από το 3%, ενώ αυξάνουν τις πιθανότητες των Οικολόγων – Πράσινων να πετύχουν το στόχο τους.
Εάν βέβαια συμβεί κάτι τέτοιο, τα δύο μικρά κόμματα θα έχουν την ευκαιρία να καταστούν ρυθμιστές των εξελίξεων ασχέτως αν τελικά συμβεί κάτι τέτοιο ή όχι.
-Κυβέρνηση συνεργασίας δεν είναι εύκολο να προκύψει σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος, αφού οι μέχρι τώρα εκφρασμένες θέσεις των κομμάτων μοιάζουν μεγάλο αν και όχι ανυπέρβλητο εμπόδιο. Πιο πιθανό σενάριο κυβέρνησης συνεργασίας θα μπορούσε να προκύψει από συνεργασία ΠΑΣΟΚ – Οικολόγων – Πράσινων, αν και χθες ο Αλέξης Τσίπρας άνοιξε ένα μικρό παράθυρο μεταθέτοντας την ευθύνη στο ΠΑΣΟΚ.
Στην περίπτωση μη αυτοδύναμης κυβέρνησης το πιο πιθανό σενάριο είναι η επαναπροσφυγή στις κάλπες και προφανώς το ΠΑΣΟΚ θα θελήσει να ωθήσει σε αυτή την κατεύθυνση τα πράγματα αφού ευνοείται από τον εκλογικό νόμο Παυλόπουλου που θα ισχύει πλέον αλλά και από την διάθεση των πολιτών «να υπάρξει επιτέλους κυβέρνηση». Βεβαίως, η δέσμευση του Γ. Παπανδρέου για διερεύνηση μετεκλογικών συμμαχιών ακόμη και σε περίπτωση αυτοδυναμίας αναγκάζει το ΠΑΣΟΚ να αναζητήσει συμμάχους με τρόπο που δεν θα προδίδει πόσο πολύ θα ήθελε να το αποφύγει.
Διαβάστε αναλυτικά τις ερωτήσεις του eklogika.gr και τις απαντήσεις των τεσσάρων δημοσκόπων και πολιτικών αναλυτών:
1. Οι τάσεις, όπως εμφανίστηκαν στις δημοσκοπήσεις το τελευταίο διάστημα έδειξαν αυξανόμενη τη διαφορά ΠΑΣΟΚ – ΝΔ. Αυτή η τάση θα μπορούσε να ανατραπεί και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Χρ. Βερνιαδάκης
Η τάση διεύρυνσης της διαφοράς μεταξύ ΠΑΣΟΚ-ΝΔ μπορεί να ανακοπεί αν: α) η ΝΔ καταφέρει να αυξήσει τη συσπείρωσή της, β) το ΠΑΣΟΚ δεν καταφέρει να πείσει ότι διαφέρει ουσιαστικά από τη ΝΔ στο άμεσο πρόγραμμά του. Πάντως, σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να ανατραπεί η φορά των πραγμάτων, με το ΠΑΣΟΚ πρώτο κόμμα και διαφορά το λιγότερο τέσσερις μονάδες.
Τ. Γεωργιάδης
Για να ανατραπεί η τάση αυτή πρέπει σχεδόν τα 2/3 της αδιευκρίνιστης ψήφου να κατευθυνθεί προς τη ΝΔ. Κάτι τέτοιο ούτε προκύπτει από τα ποιοτικά στοιχεία των ερευνών ούτε ευνοείται ούτε από το μέχρι στιγμής προεκλογικό κλίμα. Βεβαίως δεδομένων των συνθηκών ίσως να θεωρείται ανατροπή, επικοινωνιακά τουλάχιστον, και η μη ύπαρξη αυτοδυναμίας από το ΠΑΣΟΚ ή και μια διαφορά κάτω των 5 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων. Αυτά με την αίρεση ότι οι δημοσκοπήσεις το τελευταίο διάστημα παρουσιάζουν μια εγγενή αδυναμία. Απαντούν σε αυτές κυρίως ψηφοφόροι που συμμετείχαν στις ευρωεκλογές και επομένως η μαζική προσέλευση τέτοιων ψηφοφόρων στις κάλπες κάνει τις προβλέψεις μέσω των δημοσκοπήσεων εξαιρετικά επισφαλείς.
Γ. Σεφερτζής
Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο ανατροπής κεκτημένης δημοσκοπικής διαφοράς κατά τη διάρκεια της πραγματικής προεκλογικής περιόδου και μάλιστα χωρίς να μεσολαβήσει μείζονος σημασίας γεγονός, ικανό να αλλάξει τα δεδομένα του κομματικού ανταγωνισμού.
Επίσης, όμως, δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο διατήρησης ή και περαιτέρω αύξησης της διαφοράς μεταξύ των δυο πρώτων κομμάτων υπό συνθήκες ομαλής εξέλιξης των πραγμάτων. Ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων υπό τους όρους ενός αμφισβητούμενου μεν, κυρίαρχου δε δικομματισμού, σημαίνει διατήρηση των μεταβολών εντός του πλαισίου των ισορροπιών που διαμορφώνονται όχι στη μικρή διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αλλά στη μέση διάρκεια του κύκλου μεταξύ δυο εκλογικών αναμετρήσεων.
Με τη σφαίρα επιρροής του δικομματισμού να προσδιορίζει την εκλογική συμπεριφορά του 80% περίπου του εκλογικού σώματος, οι εσωτερικές μετακινήσεις ψηφοφόρων δε μπορούν εύκολα να υπερβούν τα όρια διατηρησιμότητας της παραταξιακής τους συνοχής.
Με αυτή την έννοια, το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των δύο διεκδικητών της εξουσίας που εμφανίσθηκε κατά το πρώτο ήμισυ του προεκλογικού κύκλου, είχε μάλλον συγκυριακό χαρακτήρα. Ήταν το αποτέλεσμα της αιφνίδιας αποδόμησης της πρωθυπουργικής εικόνας, των συμπτωμάτων αποσύνθεσης του κυβερνώντος κόμματος και των αντίστοιχων που εμφανίσθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ πριν από την έναρξη του εκλογικού κύκλου.
Η διόρθωση της πρωθυπουργικής εικόνας, η απορρόφηση των εσωκομματικών κραδασμών της ΝΔ, η επικοινωνιακά επιτυχής επιχείρηση «πλαγιοκόπησης» του ΛΑΟΣ από τον Κώστα Καραμανλή, καθώς και οι εντυπώσεις που άφησε το διήμερο των αρχηγικών τηλεοπτικών αναμετρήσεων με το οποίο έκλεισε ο πρώτος προεκλογικός κύκλος, συνέτειναν στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος περισσότερο «σφιχτού» δικομματικού ανταγωνισμού.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον αναμένεται να κυλήσει το δεύτερο προεκλογικό δεκαπενθήμερο, επηρεάζοντας τόσο τους δείκτες συσπείρωσης των οπαδών των δύο κομμάτων εξουσίας, όσο και το ισοζύγιο των εισροών-εκροών από την εκλογική βάση του καθενός.
Με εξαίρεση των πολιτική καμπή του 1981, ποτέ, αν δεν απατώμαι, η μεταξύ τους ανταλλαγή ψηφοφόρων δεν απέκτησε δυναμική υπέρβασης των 5 μονάδων εκλογικής διαφοροποίησης των συσχετισμών τους.
Είναι, βέβαια, αλήθεια, ότι τα όσα επακολούθησαν την προκήρυξη των εκλογών της 4ης Οκτωβρίου επιβεβαιώνουν τον ξεχασμένο κανόνα ότι άμα τη ενάρξη της προεκλογικής περιόδου απελευθερώνονται διαφορετικής τάξης δυναμικές, μη προβλεπόμενες πριν την έναρξή της. Μια τέτοια ήταν και η δυναμική υπέρ της αυτοδυναμίας του προπορευόμενου ΠΑΣΟΚ που χαρακτήρισε το πρώτο προεκλογικό δεκαπενθήμερο.
Με τη σειρά της όμως αυτή η δυναμική προκαλεί ανακατατάξεις, η προεξόφληση της φοράς των οποίων είναι μια εξαιρετικά παρακινδυνευμένη υπόθεση. Το πιθανότερο πάντως είναι να δράσει ταυτόχρονα και προς την κατεύθυνση της απομείωσης της διαφοράς μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων και προς την κατεύθυνση της «Φυγοκέντρισης» εκλογικών δυνάμεων που θα θελήσουν με τις επιλογές τους να διαμορφώσουν ένα πιο ισορροπημένο και αντιπροσωπευτικό αποτέλεσμα.
Δ. Κατσαντώνης
Η τάση να βαίνει αυξανόμενη η διαφορά ΠΑΣΟΚ- ΝΔ οφείλονταν κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι , κατά την περίοδο που δημοσιεύθηκαν εκείνες οι δημοσκοπήσεις, είχαμε μία πολύ κακή εικόνα της Κυβέρνησης και του κ. Καραμανλή ενώ ταυτόχρονα το ΠΑΣΟΚ κινούνταν σοβαρά και μετρημένα, χωρίς μείζονα λάθη.
Η ανατροπή αυτής της κατάστασης εξαρτάται από το συσχετισμό δυνάμεων που θα καταγράψουν δύο αντίρροπα φαινόμενα : από τη μία πλευρά η αύξηση της συσπείρωσης των παραδοσιακών ψηφοφόρων της ΝΔ(δεν πρέπει να υποτιμηθεί το ένστικτο της παραταξιακής επιβίωσης) και από την άλλη , το υπέρ του νικητή ρεύμα που έχει ως αποδέκτη το ΠΑΣΟΚ.
Έχει ενδιαφέρον πως και τα δύο αυτά φαινόμενα , καθώς και η αίσθηση πως μετά την τηλεμαχία των 6 αρχηγών δόθηκαν τονωτικές ενέσεις σε ορισμένα μικρά κόμματα, έχουν μετρηθεί.
Δυστυχώς, η απαγόρευση δημοσίευσης τέτοιων στοιχείων, αποκλείει το μέσο πολίτη από τη δυνατότητα να παρακολουθήσει και να συνεκτιμήσει τα στοιχεία αυτά-σε αντίθεση με την πολιτική και κοινωνική ελίτ , που γνωρίζει και διαχειρίζεται κατά το δοκούν , το πλεονέκτημα της πληροφόρησης της.
1. Πολλοί θεωρούν «κλειδωμένη» την αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη και τι θα μπορούσε να ανατρέψει αυτή την αίσθηση που έχει δημιουργηθεί;
Χρ. Βερνιαδάκης
Μέχρι την ημέρα που άρχισε η απαγόρευση δημοσίευσης δημοσκοπήσεων, η αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ φαινόταν όχι μόνον «κλειδωμένη» αλλά και άνετη. Το μόνο γεγονός που μπορεί να την αμφισβητήσει, κυρίως ως προς το εύρος της, είναι η περίπτωση εξακομματικής Βουλής. Κάτι τέτοιο δεν φαινόταν ισχυρό ενδεχόμενο πριν μία εβδομάδα, ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Τ. Γεωργιάδης
Ήδη μετά τα debate παγιώνεται η πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ περνά τον πήχυ του 3% και εισέρχεται στη βουλή. Αυτό θέτει ήδη την πρώτη αμφισβήτηση της αυτοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ η οποία εθεωρείτο σχεδόν βέβαιη μέχρι πρότινος. Δεδομένου ότι το ΠΑΣΟΚ έχει μεν σημαντικό δημοσκοπικό πλεονέκτημα, δεν έχει δημιουργήσει όμως την απαιτούμενη πολιτική και στρατηγική υπεροχή, ούτε το αναγκαίο «ρεύμα» που είναι απαραίτητο για να κλειδώσει η αυτοδυναμία, θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να ανατραπεί τις τελευταίες ημέρες η αίσθηση αυτή. Η είσοδος των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ στο κάδρο των κομμάτων που διεκδικούν με αξιώσεις την είσοδο στη βουλή αίρει ακόμη περισσότερο την αίσθηση περίκλειδωμένης αυτοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ.
Γ. Σεφερτζής
«Κλειδωμένο» είναι μόνο το αποτέλεσμα που βγαίνει από την κάλπη.
Γνωρίζουμε μάλιστα όλοι ότι το «κλείδωμα» γίνεται το τελευταίο σαρανταοκτάωρο, οπότε λαμβάνονται σύνθετες αποφάσεις κρίσιμων μαζών με βάση τα δεδομένα της στιγμής, τα συμπεράσματα στα οποία οδηγούν και τις εκτιμήσεις για τις προτεραιότητες της επόμενης ημέρας.
Χωρίς αμφιβολία, η προτεραιότητα σχηματισμού μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης που θα σταθεροποιήσει το πολιτικό περιβάλλον και θα αποτρέψει μια νέα εκλογική δοκιμασία, θα έχει βαρύνουσα σημασία για τη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος.
Η παράμετρος αυτή ευνοεί εκ των πραγμάτων το προπορευόμενο ΠΑΣΟΚ πριμοδοτώντας το με τις ψήφους εκείνων των πολιτών που θέλουν να αποφύγουν τον κίνδυνο μιας παρατεταμένης πολιτικής αστάθειας.
Ας μη ξεχνάμε όμως, ότι ανάμεσα στους ψηφοφόρους υπάρχουν δυο κρίσιμες κατηγορίες εκλογέων που δεν είναι πλέον πλειοψηφικές, είναι, ωστόσο, ικανές να οδηγήσουν τα πράγματα σε διαφορετικές ισορροπίες.
Η μια κατηγορία αναφέρεται στους ψηφοφόρους που παραμένουν πιστοί στην άποψη ότι οι συμμαχικές κυβερνήσεις θα είναι, υπό τις κρατούσες συνθήκες, παραγωγικότερες από τις μονοκομματικές.
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τους ψηφοφόρους που θα θελήσουν να οδηγήσουν το πολιτικό σύστημα σ’ένα «αδιέξοδο κυβερνησιμότητας», ώστε να «εκβιάσουν» την επιτάχυνση των εξελίξεων προς υπερβατικές των υφιστάμενων ισορροπιών λύσεις.
Το κλειδί με το οποίο θα κλειδώσει ή όχι η αυτοδυναμία βρίσκεται στα χέρια των σχεδόν δυόμισι εκατομμυρίων πολιτών που επέλεξαν στις τελευταίες ευρωεκλογές την αποχή ως μήνυμα προειδοποίησης του πολιτικού συστήματος για την ανάγκη προσαρμογής του στις απαιτήσεις μιας πιο λειτουργικής εξυπηρέτησης των κοινωνικών προσδοκιών ενόψει όχι μόνο της οικονομικής κρίσης, αλλά και της αλλαγής προτύπων διακυβέρνησης και ανάπτυξης.
Έστω κι αν ο πραγματικός αριθμός των συνειδητών κομιστών ενός τέτοιου μηνύματος είναι υποδεέστερος του ποσοστού της αποχής των ευρωεκλογών, δεν παύει να αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο μέγεθος, η ικανοποίηση των πολιτικών κριτηρίων του οποίου είναι μια περισσότερο σύνθετη υπόθεση από την απλή διαχείριση του διακυβεύματος της πολιτικής σταθεροποίησης. Ιδιαίτερα ενόψει της οριστικοποίησης των κομματικών προτιμήσεων των νεώτερης ηλικίας ψηφοφόρων που τελούν εν διαστάσει με το σύνολο του κομματικού συστήματος.
Ενόψει του νέου αυτού εκλογικού σώματος, ο Γ. Παπανδρέου εμφανίζεται σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι του Κ. Καραμανλή. Προσλαμβάνεται ως ο δικαιούχος μιας πρώτης ευκαιρίας έναντι ενός αντίπαλου που έχει ήδη χρησιμοποιήσει τις δύο που του δόθηκαν. Παρουσιάζει ένα εναλλακτικό σχέδιο διεξόδου από την κρίση, τη στιγμή που ο αντίπαλός του εμμένει σε μια πολιτική που δε μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα γιατί θα αποδώσει μέσα στα επόμενα δύο χρόνια όσα δεν απέδωσε στα έξι προηγούμενα. Διαχειριζόμενος έστω και συγκρατημένες προσδοκίες, ο Γ. Παπανδρέου μπορεί να προσβλέπει σε μια αυξημένη διεισδυτικότητα σε χώρους των οποίων την απογοήτευση από την απερχόμενη διακυβέρνηση είναι πολύ δυσκολότερο να διαχειριστεί ο Κ. Καραμανλής.
Παραμένει ωστόσο αμφίβολη η υπέρ του ΠΑΣΟΚ δυναμική που μπορεί να δημιουργήσει η διεισδυτικότητα του Γ. Παπανδρέου στο εκλογικό σώμα των αποστασιοποιημένων πολιτών, δεδομένου ότι στους κόλπους τους συναντάται η μεγαλύτερη αντίσταση τόσο απέναντι στο δικομματισμό όσο και στην αναπαραγωγή μονοκομματικών μορφών διακυβέρνησης.
Σε κάθε πάντως περίπτωση, η κατηγορία αυτή των ψηφοφόρων δεν πρόκειται να επηρεαστεί από τη θέση πολωτικών διλημμάτων αναγκαστικής επιλογής μιας λύσης της οποίας το βασικό επιχείρημα θα είναι η εξασφάλιση της κυβερνησιμότητας την επαύριο των εκλογών. Γιατί είναι η αναζήτηση εγγυήσεων αναφορικά με τα χαρακτηριστικά της διακυβέρνησης που θα κατευθύνει πρωτίστως τις τελικές τους αποφάσεις. Η λογική της αρνητικής ψήφου αποδοκιμασίας της απερχόμενης διακυβέρνησης θα έρθει αντιμέτωπη με τη λογική του θετικού εξαναγκασμού σε μη μονοκομματικής μορφής διακυβέρνηση, με αποτέλεσμα μη προβλέψιμο για την τελική απόφαση αυτής της κατηγορίας των ψηφοφόρων.
Δ. Κατσαντώνης
Το «κλείδωμα» της αυτοδυναμίας, όπως επίσης και της διαφοράς των δύο κομμάτων, του τελικού τους ποσοστού κλπ είναι παρακινδυνευμένο να προεξοφλείται βάσει στοιχείων που είδαν το φως της δημοσιότητας πολλές μέρες πριν να ανοίξουν οι κάλπες.
Σε όσους από τους πολίτες έχει δημιουργηθεί η αίσθηση πως η αυτοδυναμία είναι δεδομένη , δε βλέπω κάτι που να μπορεί να την ανατρέψει δεδομένου ότι μέχρι σήμερα η προεκλογική εκστρατεία των δύο μεγάλων κομμάτων έχει χρησιμοποιήσει τα όποια όπλα υπήρχαν.
Ένα απρόοπτο γεγονός όμως, πχ μία περιβαλλοντολογική κρίση, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως παράγοντας αποδόμησης της λογικής του δικομματισμού και να ενισχύσει μικρότερα κόμματα, με προφανή αποτελέσματα στην προοπτική αυτοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ.
Το αντίστροφο βέβαια μπορεί να συμβεί , εάν το ΠΑΣΟΚ μπορέσει να περάσει με μαζικό τρόπο το σύνθημα «να μη μείνει η χώρα ακυβέρνητη μετά τη 4η Οκτωβρίου , ούτε ένα 24ωρο».
1. Πόσο πιθανό θεωρείτε το ενδεχόμενο να έχουμε εξακομματική Βουλή; Σε ποιες περιπτώσεις η είσοδος του ΣΥΡΙΖΑ και των Οικολόγων – Πράσινων θα μπορούσε να τους καταστήσει ρυθμιστές των εξελίξεων;
Χρ. Βερνιαδάκης
Το ενδεχόμενο εξακομματικής Βουλής έχει περισσότερες πιθανότητες σήμερα, σε σχέση με την αρχή της προεκλογικής περιόδου. Η είσοδος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητήθηκε ποτέ, οι Οικολόγοι-Πράσινοι είναι κόμμα της «τελευταίας στιγμής», άρα δεδομένου ότι το σημείο εκκίνησης ήταν το 2.5% τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί. Αν το ΠΑΣΟΚ δεν έφτανε στην αυτοδυναμία τότε πράγματι θα είχαν το περιθώριο υπό όρους να είναι