Ποινή κάθειρξης 6 ετών στον τραπεζικό υπάλληλο

Ποινή κάθειρξης 6 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα επέβαλε αργά το απόγευμα της Παρασκευής το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων στον πρώην διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στο Λακκί Λέρου κ. Βασίλειο Ιωαννίδη του Αργυρίου, 58 ετών, που υπεξαίρεσε με ιδιαίτερα τεχνάσματα 1.118.095,4 ευρώ.
Ο κατηγορούμενος κρίθηκε συγκεκριμένα ένοχος για πλαστογραφία μετά χρήσεως κατ΄εξακολούθηση και για κακουργηματική υπεξαίρεση με σκοπό όφελος άνω των 73.000 ευρώ ενώ του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου. Το δικαστήριο του επέβαλε συγκεκριμένα ποινή φυλάκισης 4 ετών για κάθε πράξη.
Την μέγιστη ποινή που προβλέπει η νομοθεσία των 6 ετών για κάθε πράξη πρότεινε ο Εισαγγελέας της έδρας ο οποίος επιπλέον εισηγήθηκε να μην αναγνωριστούν στον κατηγορούμενο ελαφρυντικά και να μην έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα η έφεση του.
Όπως έγραψε η “δ” στις 5 Σεπτεμβρίου 2008 δόθηκε εντολή στους επιθεωρητές της Εθνικής Τράπεζας να μεταβούν από την Αθήνα στη Λέρο για έρευνα της δραστηριότητας του κ. Ιωαννίδη με αφορμή το γεγονός ότι ο τελευταίος είχε λάβει ως προκαταβολή έναντι του μισθού του το ποσό των 10.000 ευρώ χωρίς όμως να έχει εξασφαλίσει προηγουμένως έγκριση από ανώτερο κλιμάκιο.
Την προηγούμενη ημέρα είχε μάλιστα κληθεί στα γραφεία της Διεύθυνσης Δικτύου Γ’ της ΕΤΕ προκειμένου να δώσει σχετικές εξηγήσεις. Τότε ανέφερε στους κ.κ. Παναγιώτη Γεωργίου και Κωσταντίκο Σερμέα Διευθυντή και Υποδιευθυντή της Διεύθυνσης Επιθεώρησης ότι αναγκάστηκε να ζητήσει τα 10.000 ευρώ γιατί την προηγούμενη ημέρα είχε παίξει στο καζίνο της Πάρνηθας και είχε χάσει. Τους δήλωσε ακόμη ότι η κακή του συνήθεια με το τζόγο δεν έχει επίπτωση στην εργασία του την οποία ασκεί με άψογο τρόπο.
Την 5η Σεπτεμβρίου 2008 όταν μετέβησαν οι επιθεωρητές στο υποκατάστημα της Λέρου διαπίστωσαν ότι ο κ. Ιωαννίδης απουσίαζε σε δικαιολογημένη άδεια στην Αθήνα. Την επόμενη εργάσιμη 8 Σεπτεμβρίου 2008 δεν προσήλθε στην εργασία του ενώ η άδεια του είχε λήξει και η καθαρίστρια του καταστήματος παρέδωσε στους επιθεωρητές δύο φακέλους που όπως δήλωσε της είχε δώσει ο κ. Ιωαννίδης το προηγούμενο βράδυ με εντολή να τους παραδώσει στον εντεταλμένο του καταστήματος κ. Δημήτριο Νταλαρή.
Ο ένας φάκελος περιείχε μια ιδιόχειρη επιστολή του κ. Ιωαννίδη προς τον κ. Νταλαρή και 13 πλαστά αποδεικτικά προθεσμιακών καταθέσεων ή αμοιβαίων κεφαλαίων επ’ ονόματι 11 πελατών της τράπεζας.
Ο κ. Ιωαννίδης ανέφερε ότι είχε καταχραστεί πολλά χρήματα από λογαριασμούς πελατών και πως τα πλαστά αποδεικτικά που παρέδωσε αφορουν παράνομες πράξεις του. Επίσης ανέφερε ότι για να πετύχει τους έκνομους σκοπούς του εξαπάτησε τους υφιστάμενους του και πελάτες της τράπεζας.
Ο δεύτερος φάκελος περιείχε επιστολή ανάλογου περιεχομένου προς τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Δικτύου Γ’ κ. Γεώργιο Θάνου.
Από τον έλεγχο των επιθεωρητών που ακολούθησε προέκυψε ότι ο κ. Ιωαννίδης έχει υπεξαιρέσει από 13 καταθετικούς λογαριασμούς πελατών το ποσό του 1.142.642 ευρώ. Το ποσό αυτό πλέον των τόκων αποτελεί ζημιά της τράπεζας που αναγκάστηκε να αποκαταστήσει τους πελάτες της.
Από την ίδια έρευνα προέκυψε ότι ο πρώην διευθυντής της τράπεζας από τον Oκτώβριο του 2001 έως και τον Aύγουστο του 2008 κατά τις ημερομηνίες, 26-10-2001, 24-1-2002, 10-9-2002, 11-10-2002, 19-1-2004, 5-7-2004, 9-6-2005, 5-7-200511-9-2006, 5-7-2007, 22-10-2007, 30-4-2008, 7-7-2008 και 11-8-2008 καθώς επίσης και σε άλλες περιπτώσεις, κατήρτιζε με γραφομηχανή πλαστούς προθεσμιακούς τίτλους και πλαστά αποδεικτικά προθεσμιακών καταθέσεων τα οποία αφορούσαν τους ως άνω τίτλους, τα οποία χορηγούσε σε πελάτες της τράπεζας με τους οποίους νωρίτερα είχε έρθει προσωπικά σε συναλλαγή, προκειμένου να ανοίξουν προθεσμιακούς λογαριασμούς.

Απολογούμενος ομολόγησε τις πράξεις του επισημαίνοντας ότι μετά τα γεγονότα του χρηματιστηρίου το 2000 και το 2001 όπου έπαιξε αποταμιεύσεις δικές του και δάνεια που είχε πάρει βρέθηκε εκτεθειμένος με ένα άνοιγμα ύψους 200.000 ευρώ. Προσπάθησε να ρεφάρει μέσα από άλλα δάνεια και κάρτες και δεν το κατόρθωσε. Το ποσό όπως είπε που όφειλε το 2002 ήταν περίπου 300.000 ευρώ. Επεσήμανε επίσης ότι συγγενικό του πρόσωπο αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας ενώ ζήτησε συγνώμη για τις πράξεις του δηλώνοντας μετανοιωμένος.
Ως συνήγορος υπεράσπισης του παρέστη ο δικηγόρος κ Παναγιώτης Αβρίθης.