ΠΟΕ-ΟΤΑ: «Δεν ισχύουν οι κλήσεις που κόβουν οι Δήμοι»

Η ΠΟΕ-ΟΤΑ με ανακοίνωσή της υποστηρίζει ότι ο έλεγχος της στάθμευσης από τους Δήμους, μετά την κατάργηση της δημοτικής αστυνομίας, γίνεται στη βάση μιας εσφαλμένης ερμηνείας των νόμων. Καταγγέλλει αυτή την πρακτική και καλεί το Δήμο Αθηναίων και όλους τους Δήμους που κόβουν κλήσεις είτε να δημιουργήσουν νέα υπηρεσία ή να διεκδικήσουν την αναθεώρηση της απόφασης για την κατάργηση της δημοτικής αστυνομίας.
Στην ανακοίνωση αναφέρονται εισαγωγικά τα εξής:
“Όπως είναι γνωστό, με το άρθρο 81 του Ν.4172/2013 καταργήθηκε η Δημοτική Αστυνομία. Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου: «Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να καθορίζεται η παράλληλη άσκηση μίας ή περισσοτέρων εκ των ανωτέρω αρμοδιοτήτων από υπαλλήλους του δήμου, κατόπιν ορισμού αυτών με απόφαση του δημάρχου. Με την ίδια απόφασή του δημοτικού συμβουλίου δύναται να καθορίζεται επίσης ο αριθμός των αναγκαίων υπαλλήλων, η διάρκεια άσκησης της αρμοδιότητας, οι ώρες απασχόλησης των υπαλλήλων, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναφορικά με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών».
Δηλαδή, ο Νόμος προβλέπει την παράλληλη άσκηση κάποιων από τις αρμοδιότητες της Δημοτικής Αστυνομίας που έχουν πλέον εκχωρηθεί στην ΕΛ.ΑΣ., από υπαλλήλους του Δήμου οποιουδήποτε κλάδου ή ειδικότητας, μετά από ορισμό τους με απόφαση Δημάρχου.
Η διασταλτική ερμηνεία της συγκεκριμένης ρύθμισης δημιουργεί σε κάποιους την εσφαλμένη εντύπωση ότι οποιαδήποτε από τις 29 αρμοδιότητες της Δημοτικής Αστυνομίας μπορεί να ασκηθεί παράλληλα με την ΕΛ.ΑΣ. από Δημοτικούς Υπαλλήλους οποιουδήποτε κλάδου. Αυτό όμως είναι ανακριβές: Σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 6 του Ν.3731/2008: «Για τα παραπτώματα που διώκονται ποινικά, το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας ενεργεί καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, κατά την ειδικότερη πρόβλεψη του άρθρου 34 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για όσα αδικήματα ανήκουν στην αρμοδιότητα του». Ανάμεσα στις 29 αρμοδιότητες της Δημοτικής Αστυνομίας υπάρχουν πολλές για τις οποίες προβλέπεται η άσκηση ποινικής δίωξης, και το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας μπορούσε να τις ασκήσει, επειδή ακριβώς ενεργούσε καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου. Οι υπάλληλοι των κλάδων διοικητικού και των λοιπών κλάδων των Δήμων δεν εκτελούν καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, κατά την ειδικότερη πρόβλεψη του άρθρου 34 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και κατά συνέπεια δεν δύνανται να ασκήσουν καμία από τις αρμοδιότητες της πρώην Δημοτικής Αστυνομίας με τις οποίες σχετίζεται η άσκηση ειδικών ανακριτικών καθηκόντων”.
Όπως τονίζεται παραπέρα σε σχέση με τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας κάνοντας «τυφλή» εφαρμογή του άρθρου 81, παρ. 4 του Ν.4172/2013, θα μπορούν Δημοτικοί Υπάλληλοι με πολιτική περιβολή οποιουδήποτε κλάδου ή ειδικότητας να ρυθμίζουν την κυκλοφορία των οχημάτων(!), να σταματούν οχήματα, που διέρχονται σε πεζοδρόμους ή πλατείες, να ελέγχουν οχήματα για εκπομπή θορύβων, να κόβουν κλήσεις σε πεζούς που παραβιάζουν τον Κ.Ο.Κ., να βεβαιώνουν παραβάσεις παράνομης στάθμευσης σε οχήματα, και μάλιστα να αφαιρούν και πινακίδες κυκλοφορίας και άδειες οδήγησης (διοικητικά μέτρα του άρθρου 103 του Κ.Ο.Κ.).
Στην ανακοίνωση επισημαίνονται τα εξής:
“Οι Δήμοι, γνωρίζοντας ότι ενδέχεται να αντιμετωπίσουν πολύ σύντομα θέμα νομιμότητας με την εφαρμογή του Κ.Ο.Κ. από Δημοτικούς Υπαλλήλους με πολιτική περιβολή, κάνουν διαχωρισμό των λοιπών παραβάσεων του Κ.Ο.Κ. από τις παραβάσεις ελεγχόμενης στάθμευσης, επικαλούμενοι τον έλεγχο τήρησης των κανονιστικών αποφάσεων των Δήμων. Αυτό όμως είναι εσφαλμένο και καθαρά παραπλανητικό, καθώς η ελεγχόμενη στάθμευση έχει ενταχθεί πλέον ως παράβαση στον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ήδη με την αναθεώρηση του Κ.Ο.Κ. το 1999. (Κ.Ο.Κ. άρθρο 4 παρ.3, ρυθμιστική πινακίδα Ρ-69 – Χώρος ελεγχόμενης στάθμευσης, σε συνδυασμό με άρθρο 34, παρ.14). Οι Δήμοι μπορούν πράγματι με κανονιστικές τους αποφάσεις να ορίζουν τους χώρους ελεγχόμενης στάθμευσης, και το εκάστοτε τέλος στάθμευσης. Ο έλεγχος όμως των κανονιστικών αποφάσεων που εμπίπτουν στον Κ.Ο.Κ. γίνεται σύμφωνα με τον Κ.Ο.Κ. και τις εκδιδόμενες βάσει αυτού Υπουργικές Αποφάσεις. Εξάλλου, με κανονιστική απόφαση των Δήμων αποφασίζονται (Κ.Ο.Κ. άρθρο 52) π.χ. τα μέτρα που αφορούν στη ρύθμιση της κυκλοφορίας, στον καθορισμό των μονόδρομων, ποδηλατοδρόμων και κατευθύνσεων της κυκλοφορίας, στην προτεραιότητα οδών, στον καθορισμό χώρων στάθμευσης και στην επιβολή περιορισμών ή απαγορεύσεων κυκλοφορίας ή στάθμευσης, κ.λπ. Το γεγονός ότι με κανονιστική απόφαση των Δήμων αποφασίζεται π.χ. η μονοδρόμηση μιας οδού ή καθορίζεται η προτεραιότητα, δεν συνεπάγεται ότι ο έλεγχος των σχετικών παραβάσεων αποτελεί αρμοδιότητα των Δήμων. Εξάλλου ακόμη και όταν υπήρχε η Δημοτική Αστυνομία, έλεγχε τις παραβάσεις του Κ.Ο.Κ. που ρητά είχαν εκχωρηθεί σε αυτή (και βεβαίως η παραβίαση προτεραιότητας, ή η αντίθετη κίνηση σε μονόδρομο ουδέποτε υπήρξαν αρμοδιότητές της). Ο έλεγχος των κανονιστικών αποφάσεων που εμπίπτουν σε διατάξεις του Κ.Ο.Κ. μπορεί συνεπακόλουθα να γίνει μόνο σύμφωνα με τον Κ.Ο.Κ., δηλαδή από Αστυνομικά Όργανα που φέρουν στολή και έχει ρητά εκχωρηθεί σε αυτούς η σχετική εξουσία, και όχι από Δημοτικούς Υπαλλήλους των διαφόρων κλάδων με πολιτική περιβολή. Και ουδεμία διαφοροποίηση υφίσταται για την ελεγχόμενη στάθμευση (ρυθμιστική πινακίδα Ρ-69).
Σε συνέχεια των παραπάνω, οι Δήμοι στις αποφάσεις τους περί ελεγχόμενης στάθμευσης έχουν ορίσει και θέσεις αποκλειστικής στάθμευσης μονίμων κατοίκων, που σημαίνονται με ρυθμιστική πινακίδα Ρ-70 ΚΑΤΟΙΚΟΙ (αντί του ορθού Ρ-70 ΟΧΗΜΑΤΑ ΚΑΤΟΙΚΩΝ, προφανώς προς εξοικονόμηση χώρου). Όμως η πινακίδα Ρ-70 αποτελεί ρυθμιστική πινακίδα του Κ.Ο.Κ. με την έννοια «Χώρος στάθμευσης ορισμένης κατηγορίας οχημάτων», και δη αυτής που αναγράφεται στην πινακίδα π.χ. ΤΑΧΙ, ΜΟΤΟ, ΦΟΡΤΗΓΑ, κ.λπ. Δηλαδή ακόμη και αν θεωρηθεί ότι είναι ορθή η επιβολή προστίμων από Δημοτικούς Υπαλλήλους ειδικά για την παράβαση της πινακίδας Ρ-69 – Χώρος ελεγχόμενης στάθμευσης, αυτό δεν συνεπάγεται ότι το ίδιο ισχύει και για τις λοιπές ρυθμιστικές πινακίδες στάθμευσης, όπως π.χ. Ρ-39, Ρ-40, Ρ-70, Ρ-71, Ρ-72. Όπως με κανονιστική απόφαση ορίζεται μίας οδός ως χώρος στάθμευσης για οχήματα κατοίκων, με κανονιστική απόφαση επίσης ορίζεται και η π.χ. απαγόρευση στάσης και στάθμευσης, και είναι νομικά άτοπο και αυθαίρετο να θεωρηθεί ότι υπάρχει δικαιοδοσία στην πρώτη περίπτωση και δεν υπάρχει στη δεύτερη.
Γίνεται ιδιαίτερη μνεία ότι το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας, εκτός του ότι ήταν ένστολο (σύμφωνα με τις διατάξεις που έχουν μνημονευθεί νωρίτερα), έφερε και ειδική ταυτότητα δηλωτική της ιδιότητάς του, όπως και ειδικού διακριτικού σήματος (άρθρο 15 παρ.2 του Ν.3731/2008, και προγενέστερα άρθρο 17 του Π.Δ. 23/2002). Όμως σύμφωνα με Δελτίο Τύπου του Δήμου Αθηναίων, οι Δημοτικοί Υπάλληλοι που έχουν οριστεί να ασκούν παράλληλα με την ΕΛ.ΑΣ. αρμοδιότητες της Δημοτικής Αστυνομίας έχουν εφοδιαστεί με «ειδικά καρτελάκια» σε ευκρινές σημείο, εν είδει «υπηρεσιακής ταυτότητας», τα οποία βεβαίως δεν έχουν καμία απολύτως ισχύ, αφού δεν προβλέπεται αυτό από καμία διάταξη Νόμου, ούτε υπάρχει εξουσιοδοτική διάταξη ώστε τα Δημοτικά Συμβούλια ή οι Δήμαρχοι να πάρουν τέτοια απόφαση. Πρόκειται ξεκάθαρα για αφελές εφεύρημα υπηρεσιακού παράγοντα, σε μια προσπάθεια απόδοσης κύρους στη νέα υπηρεσία, που καταφανώς αποτελεί κακέκτυπο της κατηργημένης Δημοτικής Αστυνομίας.
Έχει διατυπωθεί επίσης από υπηρεσιακούς παράγοντες η άποψη ότι οι υπάλληλοι της Δημοτικής Αστυνομίας που εξαιρέθηκαν της διαθεσιμότητας σύμφωνα με το άρθρο 81 παρ.2 του Ν.4172/2013 και έχουν μεταταχθεί αυτοδίκαια στον κλάδο διοικητικού, εξακολουθούν να παραμένουν ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι!!! Και αυτό είναι εμφανέστατα λαθεμένο, καθώς η ιδιότητα όμως του ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου είχε εκχωρηθεί σύμφωνα με το Ν.3731/2008 στους υπαλλήλους των κλάδων Π.Ε. Δημοτικής Αστυνομίας, Τ.Ε. Δημοτικής Αστυνομίας και Δ.Ε. Δημοτικής Αστυνομία, και όχι βεβαίως στους υπαλλήλους των κατηγοριών Π.Ε., Τ.Ε. και Δ.Ε. Διοικητικού. Οι μεταταγμένοι Δημοτικοί Αστυνομικοί στον κλάδο Διοικητικού υπάγονται στο καθηκοντολόγιο αυτού του κλάδου, έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του κλάδου αυτού, και εφαρμόζεται για αυτούς ο Κώδικας Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (Ν.3584/2007), χωρίς να υφίστανται πλέον οι περιορισμοί που ίσχυαν όταν ανήκαν στον κλάδο Δημοτικής Αστυνομίας.
Συμπερασματικά μπορεί να διατυπωθεί η άποψη ότι η Ελλάδα είναι σήμερα η μοναδική χώρα στην Ευρώπη (και πιθανόν σε όλο τον κόσμο), όπου με απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου βεβαιώνονται κλήσεις από υπαλλήλους διαφόρων κλάδων χωρίς αστυνομική ιδιότητα, και μάλιστα με πολιτική περιβολή! Ο Δήμος Αθηναίων (όπως και όλοι οι υπόλοιποι) θα πρέπει να κατανοήσει ότι δεν έχει πλέον Δημοτική Αστυνομία. Και αν πράγματι θέλει να εφαρμόσει τον έλεγχο της παράνομης στάθμευσης (όπου εμπίπτει και η ελεγχόμενη στάθμευση), και τις λοιπές αρμοδιότητες, η μόνη δυνατότητα που έχει είναι να ζητήσει την ίδρυση μιας νέας υπηρεσίας Δημοτικών Ελέγχων που θα στελεχωθεί με ειδικής κατηγορίας προσωπικό νέου κλάδου π.χ. Δημοτικών Ελεγκτών το οποίο θα είναι ένστολο (τουλάχιστον για την αρμοδιότητα εφαρμογής διατάξεων του Κ.Ο.Κ.), και το οποίο θα στελεχωθεί μέσω της κινητικότητας από το προσωπικό της πρώην Δημοτικής Αστυνομίας που είναι σε διαθεσιμότητα, και έχει ήδη λάβει πολύμηνη εκπαίδευση και αποκτήσει μεγάλη εργασιακή εμπειρία. Ή μπορεί να ζητήσει απλά την αναίρεση της πραξικοπηματικής, παράλογης, επιπόλαιης και βεβιασμένης απόφασης κατάργησης της Δημοτικής Αστυνομίας”.