Πολυετείς καθείρξεις σε δύο για σωματεμπορία και μαστροπεία

Ποινή κάθειρξης 7 ετών στον Μ. M. του P., 39 ετών, υπήκοο Βουλγαρίας και 6 ετών στον T. M. του Ν., 52 ετών, υπήκοο Αλβανίας, επέβαλε χθες το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δωδεκανήσου, κρίνοντας τον πρώτο ένοχο σωματεμπορίας και το δεύτερο ένοχο σωματεμπορίας και μαστροπείας.
Πρωτοδίκως είχαν καταδικαστεί, αμφότεροι σε ποινή κάθειρξης 7 ετών και χρηματική ποινή 22.000 ευρώ.
Οι ανωτέρω συνελήφθησαν από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου την 17η Φεβρουαρίου 2012. Την 00:30 ώρα της συγκεκριμένης ημέρας καταγγέλθηκε συγκεκριμένα από μια 31χρονη υπήκοο Βουλγαρίας ότι τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, που βρισκόταν στην Ελλάδα, με χρήση βίας και απειλών, εξωθείτο στην πορνεία από τους δύο κατηγορουμένους, οι οποίοι της είχαν αφαιρέσει όλα τα νομιμοποιητικά της έγγραφα ώστε να μην μπορεί να φύγει από τη χώρα.
Η γυναίκα ανέφερε ότι ήρθε στην Ελλάδα μετά από προτροπή μιας «φίλης» της, ονόματι «VALIA», αγνώστων λοιπών στοιχείων, για να δουλέψει σε ταβέρνα. Ερχόμενη στη Ρόδο, τον Αύγουστο του 2010, γνώρισε τον πρώτο κατηγορούμενο, που διέμενε μαζί με την “VALIA” σε διαμέρισμα της οδού Δηλμπεράκη. Τότε, όπως υποστήριξε, αντιλήφθηκε ότι η “VALIA” δεν σκόπευε να της βρει εργασία σε ταβέρνα και ότι εκδιδόταν έναντι χρηματικής αμοιβής από τον δεύτερο κατηγορούμενο, ο οποίος της έβρισκε για το σκοπό αυτό πελάτες.
Σκοπός της «φίλης» της ήταν να την αντικαταστήσει προκειμένου η ίδια να επιστρέψει στην πατρίδα της. Υποστήριξε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος αφαίρεσε και κατακράτησε την ταυτότητα και την άδεια εργασίας της και ότι την κρατούσε κλειδωμένη σε δωμάτιο ισογείου, όπου την εξανάγκαζε σχεδόν καθημερινώς να έρχεται σε ερωτική επαφή με άνδρες (κυρίως Αλβανούς, Πακιστανούς και “έγχρωμους”). Συνήθως είχε σεξουαλικές επαφές με τρεις πελάτες την ημέρα και ο μαστροπός ελάμβανε από τον καθένα το ποσό των 100 ¤ χωρίς να της αποδίδει μέρος των εισπράξεών του. Το μόνο που της προσέφερε, όπως ισχυρίστηκε, ήταν τσιγάρα και φαγητό.
Η γυναίκα υποστήριξε ακόμη ότι κάποιες φορές της επέτρεπε να βγαίνει για βόλτα από το σπίτι και για περίπου δυο ώρες και ότι την απειλούσε ότι θα την σκότωνε εάν μιλούσε σε κάποιον ή αν πήγαινε στην αστυνομία. Υποστήριξε ακόμη ότι την εξανάγκαζε να έρχεται σε ερωτική επαφή μαζί του και ότι πολλές φορές τη χτυπούσε σε όλο της το σώμα. Ισχυρίστηκε παραπέρα ότι όταν έφυγε προσωρινά για τη Βουλγαρία, το Δεκέμβριο του 2010, την παρέδωσε στον πρώτο κατηγορούμενο μαζί με όλα της τα έγγραφα. Τις πρώτες μέρες της «φύλαξής» της από τον δεύτερο, όπως είπε, δεν την ανάγκασε να έχει ερωτική επαφή μαζί του γιατί ο πρώτος κατηγορούμενος πριν την αποχώρησή του την είχε χτυπήσει με αποτέλεσμα να έχει μώλωπες στο αριστερό χέρι και στην αριστερή πλευρά του προσώπου της.
Αφού αποκαταστάθηκαν τα τραύματά της, την παρουσίαζε σε κατάστημα ιδιοκτησίας του γιου του σε άνδρες. Στη συνέχεια, όπως είπε, την κρατούσε κλειδωμένη σε δωμάτιο επί της οδού Δηλμπεράκη, όπου την εξανάγκαζε να έχει ερωτικές επαφές με πελάτες του έναντι 50 ευρώ τη φορά. Ακόμη ανέφερε ότι την 16η Φεβρουαρίου 2012, μεσημεριανές ώρες, μετά από έντονη λογομαχία με τον πρώτο κατηγορούμενο, ο τελευταίος της είπε να φύγει από τη Ρόδο επειδή δεν του έφερνε λεφτά χωρίς να της επιστρέψει όμως τα έγγραφα και τα ρούχα της. Σε έρευνα που διενεργήθηκε στην οικία του δεύτερου βρέθηκαν τα έγγραφα της γυναίκας.
Απολογούμενος ο πρώτος αρνήθηκε τις κατηγορίες σε βάρος του. Προανακριτικά κατέθεσε ότι την γνώρισε μέσω της “Valia” και ότι την εξέδιδε έναντι του ποσού των 30 – 40 ευρώ και ότι δεν της έδινε αμοιβή γιατί κάλυπτε τις ανάγκες της για στέγη και τροφή!! Ενώπιον του δικαστηρίου ισχυρίστηκε ότι διέμενε μαζί του, ότι είχαν σχέσεις, ότι το θύμα δεν εργαζόταν, ότι της ζητούσε χρήματα για το ενοίκιο και ότι είχε σχέσεις και με άλλους άνδρες. Υποστήριξε εξάλλου ότι είχε γνωρίσει την αλλοδαπή σε τρεις τέσσερις φίλους του για να έρθουν σε επαφή μαζί της.
Ο δεύτερος αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με την υπόθεση.

Τους κατηγορούμενους εκπροσώπησαν οι δικηγόροι κ.κ. Στ. Παναγιωτακόπουλος και Κώστας Αβδελής.