Η Τώνια Μοροπούλου, Καθηγήτρια του Ε.Μ.Πολυτεχνείου σήμερα, Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του Πολυτεχνείου και πρώτη εκφωνήτρια του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Πολυτεχνείου τότε, μιλάει για την κατάληψη του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973.
Σε ποιες συνθήκες έγινε η κατάληψη του Πολυτεχνείου
Το φθινόπωρο του 73 η πετρελαϊκή και οικονομική κρίση, η αποκάλυψη του ρόλου των Αμερικάνων στην υποκίνηση της δικτατορίας στη Χιλή, αλλά και στη Μέση Ανατολή (στον Πόλεμο των 7 ημερών), καθώς και οι μαζικές κινητοποιήσεις των φοιτητών που αγωνίζονταν στα Πανεπιστήμια κατά της δικτατορίας, δημιούργησαν τις συνθήκες της κατάληψης του Πολυτεχνείου.
Η φιλελευθεροποίηση που ετοίμαζε η χούντα με τις δήθεν ελεύθερες εκλογές που οργάνωνε ο Μαρκεζίνης, συνάντησαν την κατακραυγή του κόσμου. Βέβαια, η κατάληψη του Πολυτεχνείου δεν ήταν ένα πυροτέχνημα. Είχε προηγηθεί το Φλεβάρη του 73 η κατάληψη της Νομικής, οι μεγάλες διαδηλώσεις και τα συλλαλητήρια των φοιτητών το φθινόπωρο του 73.
Στην πορεία αυτή, η ριζοσπαστική φοιτητική νεολαία που αναζητούσε ένα άλλο τρόπο ζωής και έκφρασης και αμφισβητούσε τις κρατούσες αξίες που βρίσκονταν σε κρίση (Μάης του 68 στο Παρίσι, αντιπολεμικές διαδηλώσεις στην Αμερική για τον πόλεμο του Βιετνάμ, καθώς και τα αριστερά κινήματα στην Ευρώπη και την Ελλάδα), έφτασε στο Πολυτεχνείο οργανωμένη και αποφασισμένη. «Λαέ, Λαέ ή τώρα ή ποτέ», «Απόψε πεθαίνει ο φασισμός», «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», «Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κοινωνική Προκοπή». Αυτά τα συνθήματα φωνάζαμε, όταν βγήκαμε από τις συνελεύσεις μας στις 14 Νοεμβρίου και καταλάβαμε το Πολυτεχνείο.
Πως η κατάληψη έγινε εξέγερση;
Οι Επιτροπές Αγώνα των Σχολών (γιατί τότε ελεύθερες εκλογές δεν υπήρχαν και τα διοικητικά συμβούλια ήταν διορισμένα), όρισαν από 2 εκπροσώπους τους που συγκρότησαν τη Συντονιστική Επιτροπή όλων των σχολών της Αθήνας. Οργανώσαμε επιτροπές επικοινωνίας που έγραφαν συνθήματα, που μιλούσαν στα μεγάφωνα, που έγραφαν και μοίραζαν προκηρύξεις στον κόσμο στα τρόλεϊ στα λεωφορεία, στο δρόμο. Το ίδιο βράδυ στήσαμε το ραδιοφωνικό Σταθμό του Πολυτεχνείου στο Εργαστήριο Φυσικής. Εκεί με τον Εκπρόσωπο της Βιομηχανικής ήμασταν οι πρώτοι εκφωνητές του σταθμού και απευθύνοντας την πρώτη πρόσκληση των αγωνιζόμενων φοιτητών στο λαό της Αθήνας είπαμε: «Σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελευθέρων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων, Εδώ Πολυτεχνείο, Εδώ Πολυτεχνείο». Και ο κόσμος μαζεύτηκε στο Πολυτεχνείο, μας έστελνε καλάθια με τρόφιμα και μηνύματα να ελέγξουμε τα συνθήματά μας, ώστε να τους εκφράζουν όλους: όχι στο «κάτω το κράτος, κάτω το κεφάλαιο» αλλά ναι στο «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία, Εθνική Ανεξαρτησία». Στο μεταξύ οι ομάδες περιφρούρησης δεν άφηναν τους προβοκάτορες και τους ασφαλίτες να μπουν στο Πολυτεχνείο. Όταν την Πέμπτη το βράδυ έγιναν συνελεύσεις στο Πολυτεχνείο όλων των φοιτητών, των μαθητών, των εργαζομένων, από τις οποίες και εκλέχθηκε η 2η Συντονιστική Επιτροπή, ξεκαθάρισαν τα συνθήματα και ο ενωτικός χαρακτήρας της κατάληψης. Έτσι όταν διαβάσαμε την ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής στους δημοσιογράφους και στον πομπό του Πολυτεχνείου (είχε μεγαλώσει η εμβέλεια του πομπού, είχε εγκατασταθεί στο Εργαστήριο Ηλεκτροτεχνίας και μαζί μας εκφωνητές ήταν η Μαρία Δαμανάκη, ο Δημήτρης Παπαχρήστος, ο Γιώργος Παυλάκης, ο Λάμπρος Παπαδημητράκης και ο Νίκος Χριστοδουλάκης), ο κόσμος κατέβηκε στους δρόμους σε όλη την Αθήνα με κέντρο το Πολυτεχνείο. Τότε οι δικτάτορες που ως εκείνη τη στιγμή δεν τολμούσαν να παραβιάσουν το πανεπιστημιακό άσυλο, για να μην πυροδοτήσουν τις εξελίξεις, αποφάσισαν να χτυπήσουν. Και χτύπησαν στο ψαχνό. Με τους πυροβολισμούς στα Χαυτεία και έξω από το Πολυτεχνείο έφτασαν τα μαντάτα για τους πρώτους νεκρούς. Φτιάχτηκε τότε αυτοσχέδιο Νοσοκομείο για τους τραυματίες και καλέσαμε τα ασθενοφόρα.
Τότε ήταν που το Πολυτεχνείο έγινε εξέγερση. Ο κόσμος της Αθήνας κατέβηκε στους δρόμους, έστησε οδοφράγματα και πολέμησε σώμα με σώμα με τα τανκς που κατέβαιναν στους δρόμους για να καταστείλουν την εξέγερση.
Από τον πομπό φωνάζαμε στους φαντάρους: «Στρατός – Λαός μαζί» «Είμαστε αδέρφια μην μας σκοτώνετε». Το βράδυ της Παρασκευής 16 προς 17 Νοεμβρίου γύρω στις 3 το πρωί το τανκ πάτησε την πόρτα του πολυτεχνείου. Εμείς στον πομπό είπαμε τον Εθνικό Ύμνο και συμπληρώσαμε: «Ο αγώνας συνεχίζεται». Εμείς από το Πολυτεχνείο βγήκαμε με τους νεκρούς και τους τραυματίες μας, με το κεφάλι ψηλά, δεν παραδοθήκαμε!
Η ιστορική μνήμη
Στα 36 χρόνια που πέρασαν, όλο και πιο προβληματική διαγράφεται η υπόθεση μετάδοσης και διατήρησης της ιστορικής αυτής μνήμης. Το “Πολυτεχνείο” αφού το χρησιμοποίησαν, το εκμεταλλεύτηκαν και το παραμόρφωσαν εξουσίες, κόμματα, ομάδες και πρόσωπα – ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, που η επιρροή του στο λαό και τη νεολαία ήταν ακόμη ζωντανή – το άφησαν, την επαύριο, έωλο στην επετειακή βία και αυθαιρεσία. Η διελκυνστίδα “αναρχικοί – προβοκάτορες ή αστυνομία” κάθε χρόνο στις 17 Νοέμβρη, το οδηγεί στη βεβήλωση, τη δυσφήμιση και τελικά στην απομόνωση.
Για όσους έτυχε να μετάσχουμε στα γεγονότα εκείνα του ’73, είναι φαντάζομαι κοινή συνείδηση ότι δεν μπορεί να παραφραστούν σε ξέσπασμα βίας και τρομοκρατίας περιθωριακών ομάδων, ως να εκφραζόταν τάχα έτσι ο ριζοσπαστισμός όλης της νεολαίας, αλλά ούτε και να μουσειοποιηθούν – ακίνδυνα και χωρίς προεκτάσεις για τη σημερινή πολιτική ζωή.
Το 1996 (ΤΑ ΝΕΑ στις 16/11/96), 61 από τους μετέχοντες στο Πολυτεχνείο του ’73 επισημαίνουν: “Φτάνει! Αυτού του τύπου η επετειακή αντιμετώπιση πρέπει να αλλάξει. Η μνήμη του Πολυτεχνείου πρέπει να διατηρηθεί με τρόπους που να την αποδίδουν. Με αίσθηση του ιστορικού μέτρου. Οι νεκροί του Πολυτεχνείου δεν είναι ξεχασμένοι και οι ζωντανοί δεν είναι παροπλισμένοι. Νέοι άνθρωποι ήμασταν, ερωτευμένοι με τη Ζωή και την Ελευθερία, σαν τους προηγούμενους και τους επόμενους από μας. Με αδυναμίες, με εκτροπές, με ασυνέχειες. Σήμερα, θέλουμε το νόημα του Πολυτεχνείου να αποτελέσει σημείο συνάντησης με τις επόμενες γενιές ….. Δεν θέλουμε το Πολυτεχνείο μουσειακό χώρο, αφορμή διαστρέβλωσης και καταστολής της ιστορικής μνήμης. Ούτε ετήσιο άλλοθι ιδοτέλειας. Ούτε επίκεντρο επετειακών βανδαλισμών απ’όπου και αν προέρχονται. Το θέλουμε χώρο διαπαιδαγώγησης των νέων στα ιδανικά της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας, της Συμμετοχής, της Ευθύνης και της Κοινωνικής Δικαιοσύνης. Το θέλουμε κέντρο πολιτικής και ηθικής μνήμης, ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αρχείο και μνημείο του Αντιδικτατορικού αγώνα. Το θέλουμε χώρο περιφρούρησης των δημοκρατικών ελευθεριών, χώρο ανάδειξης πρωτοβουλιών και δράσεων μιας κοινωνίας ενεργών πολιτών. Χώρο έκφρασης και δημιουργίας, έναυσμα προαγωγής πολιτισμού και όχι βαρβαρότητας.”
Σήμερα, 36 χρόνια μετά
Η μνήμη του Πολυτεχνείου είναι μια μνήμη, που παρά τις προσπάθειες βεβήλωσης, μπορεί και πρέπει να παραμείνει ζωντανή. Η Ιστορία πρέπει να γραφτεί, να διασταυρωθεί, να επαληθευτεί. Το σίγουρο όμως είναι πως δεν μπορεί να ξαναγραφτεί για να εξορκιστεί.
Ίσως στην “ώριμη” πλέον μνήμη του, το Πολυτεχνείο, 36 χρόνια μετά, μπορεί να συμβάλει στην αναβάπτιση της Πολιτικής, ώστε να μπορεί να εκφράζει τα οράματα και τις προοπτικές της ελληνικής κοινωνίας.
Γιατί και σήμερα η οξύτατη οικονομική και περιβαλλοντική κρίση δημιουργεί μία κατάσταση επίσης εκρηκτική.
Ο διάλογος που χρειάζεται, δεν είναι η αντιδικία των πολιτικών μονομάχων, αλλά η διεξοδική πολιτική εκπροσώπηση των δυνάμεων της κοινωνίας, που πρέπει να είναι παρούσες και στην πολιτική σκηνή και στην «οθόνη» της TV.
Το Πολυτεχνείο του ’73, κατά την άποψή μου, μας δείχνει το δρόμο γιατί δίνει ένα άλλο μήνυμα πολιτικής συμπεριφοράς. Αυτό της ενεργούς συμμετοχής του πολίτη στην κοινωνική και πολιτική ζωή για τη διαμόρφωση της ζωής και της τύχης του με δική του ευθύνη.
Η πραγματική πολιτική κληρονομιά του Πολυτεχνείου πρέπει επιτέλους να αναγνωρισθεί και να γίνει αποδεκτή.
Η γενιά μας ποτέ δεν προσδιόρισε την πολιτική σκηνή. Η ηρωοποίηση που ακολούθησε την εξέγερση είναι μια πρακτική που έβαλε το Πολυτεχνείο στο μουσείο και το έβγαλε από την πολιτική.