Σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων αντιμέτωποι με τις κατηγορίες της απάτης από κοινού από την οποία η συνολική ζημία του παθόντος και το αντίστοιχο περιουσιακό όφελος υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ και της σύστασης συμμορίας για διάπραξη κακουργημάτων παραπέμφθηκαν τρεις κάτοικοι της Ρόδου.
Στις αρχές Φεβρουαρίου 2008 συγκεκριμένα ο μηνυτής ήλθε σε επαφή με τους κατηγορουμένους οι οποίοι φέρονται να του παρέστησαν ότι είναι μέλη μιας τεχνικής εταιρείας, ότι ανήγειραν ένα βιοτεχνικό χώρο που βρίσκεται στην περιοχή Τσαΐρι της Ρόδου και ότι ήταν ιδιοκτήτες του συνόλου αυτού του βιοτεχνικού χώρου, προκειμένου, κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ τους, να συμφωνήσουν να του μεταβιβάσουν την κυριότητα λόγω πώλησης τριών συνεχόμενων χώρων ιδιοκτησίας τους, κειμένων στο δεύτερο όροφο του ακινήτου αυτού.
Το τίμημα για την αγοραπωλησία αυτή συμφωνήθηκε στο ποσό των 270.000 ευρώ, το οποίο κατά τη συμφωνία τους θα καταβαλλόταν με την παράδοση στους κατηγορουμένους από τον εγκαλούντα μεταχρονολογημένων επιταγών και ο χρόνος παράδοσης των ακινήτων προσδιορίστηκε για τον Ιούλιο 2008. Ο μηνυτής φέρεται να παρέδωσε στους κατηγορουμένους, ως προκαταβολή του συνολικού τιμήματος για την εν λόγω αγοραπωλησία, δεκαοχτώ επιταγές και συγκεκριμένα δεκαεπτά επιταγές σε διαταγή του δευτέρου των κατηγορουμένων και μία σε διαταγή του τρίτου των κατηγορουμένων αξίας 247.965 ευρώ.
Εκ των υστέρων όμως και μετά από έλεγχο που διενήργησε στο Κτηματολόγιο Ρόδου διαπίστωσε ότι οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων ότι ήταν κύριοι των χώρων αυτών και ότι υπήρχαν ενδιαφερόμενοι αγοραστές για τους χώρους αυτούς ήταν ψευδείς καθώς η πραγματικότητα ήταν ότι οι κατηγορούμενοι δεν ήταν κύριοι των χώρων αυτών αλλά τρίτο πρόσωπο και επίσης δεν υπήρχαν ενδιαφερόμενοι αγοραστές για τους χώρους.
Από το αποδεικτικό υλικό φέρεται να προέκυψε επίσης ότι αν και ο μηνυτής ζήτησε από τους κατηγορούμενους να του επιστρέψουν τις επιταγές, αυτοί αρνήθηκαν προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες και ακολούθως τον έπεισαν και άλλη μία φορά με ψευδείς παραστάσεις, λέγοντάς του ότι η τεχνική τους εταιρεία της οποίας ήταν συνέταιροι είχε αξιοπιστία στο χώρο όπου δραστηριοποιείται και οικονομική ευρωστία, για να συμμετάσχει ως εταίρος σ ́αυτήν.
Ο μηνυτής πείστηκε και δέχτηκε να συμμετάσχει στην τεχνική εταιρεία και παρέδωσε στους κατηγορουμένους δέκα μεταχρονολογημένες επιταγές τον Ιούλιο του έτους 2008 αξίας 136.000 ευρώ. Προς εξασφάλισή του ο μηνυτής έλαβε από τον τρίτο των κατηγορουμένων μία λευκή επιταγή με τη συμφωνία να συμπληρώσει το ποσό και την χρονολογία σε περίπτωση που δεν του επιστρεφόταν το συνολικό ποσό που αντιστοιχεί στις επιταγές που τους είχε ήδη παραδώσει.
Εκ των υστέρων διαπίστωσε ότι και αυτές οι διαβεβαιώσεις των κατηγορουμένων ήταν ψευδείς, αφού η πραγματικότητα ήταν ότι η εταιρία αυτή δεν υφίστατο ούτε είχε αναλάβει την ανοικοδόμηση ακινήτου στο Λαδικό, ότι οι ίδιοι διέρχονταν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και ότι δεν είχαν την οικονομική ευρωστία που του παρέστησαν.