Στα δίκτυα Ρουμάνου “καταφερτζή” αλλοδαπές που αναζητούσαν καλύτερη μοίρα

Δύο νέες απίστευτες περιγραφές για πράγματα, που φέρονται να συμβαίνουν, στην κατά τµ άλλα κοσμοπολίτικη και φιλήσυχη κοινωνία της Ρόδου, από δύο αλλοδαπές, ηλικίας 22 και 20 ετών, έρχονται να καταδείξουν τη διάσταση που έχει προσλάβει η σεξουαλική εκμετάλλευση ανήμπορων γυναικών και στο νησί μας.
Πρωταγωνιστής ο 41χρονος Ρουμάνος F. T. του M., που συνελήφθη την Πέμπτη από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου και απολογείται αύριο το πρωί ενώπιον της τακτικής Ανακρίτριας Ρόδου.
Το ιστορικό της υπόθεσης, που έφερε στο φως της δημοσιότητας η “δημοκρατική”, όπως περιγράφεται μέσα από τις καταθέσεις έχει ως εξής:
H 22χρονη Βουλγάρα κατέθεσε ότι ήλθε στην Ελλάδα με λεωφορείο από την Βουλγαρία την 9η Νοεμβρίου 2013, διέμεινε στην οικία μιας φίλης της, στην Αθήνα. Την είχε γνωρίσει προ ενός τριμήνου από την μητέρα της και στην οικία της γνώρισε τον 41χρονο Ρουμάνο. Ο 41χρονος την παρακαλούσε να τον ακολουθήσει στη Ρόδο για δουλειά υποσχόμενος ότι θα εργαζόταν σε ταβέρνα ή καφετέρια ή όπου αλλού ήθελε.
Της πλήρωσε το εισιτήριο και την έφερε στο νησί με πλοίο, την 11η Νοεμβρίου 2013. Όταν έφτασαν στο νησί την επόμενη ημέρα την οδήγησε στην οικία του. Εκεί, όπως κατέθεσε, άνοιξε μία κλειδωμένη πόρτα του σπιτιού και είδε ότι στο εσωτερικό του δωματίου ήταν δύο γυναίκες…
“Τους έδωσε φαγητό και μετά ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε ότι πρέπει να κάνουμε έρωτα. Εγώ του είπα ότι δεν θέλω και τότε αυτός με χτύπησε στο πρόσωπο και στη συνέχεια πήρε ένα όπλο που είχε κρυμμένο κάτω από το μαξιλάρι ενός καναπέ, το έβαλε στο κεφάλι μου και μου είπε ότι αν δεν κάνουμε έρωτα θα με σκοτώσει. Εγώ φοβήθηκα και τότε με έριξε στο πάτωμα μου έβγαλε τα ρούχα, φόρεσε ένα προφυλακτικό, το οποίο στη συνέχεια το έβγαλε και με βίασε. Σε όλη την διάρκεια που με βίαζε το όπλο το κρατούσε στο χέρι του. Όλη αυτή την διάρκεια που κράτησε περίπου είκοσι λεπτά, οι δύο άλλες κοπέλες, που είχα δει προηγουμένως, κοιτούσαν χωρίς να κάνουν τίποτα. Όταν τελείωσε και πλύθηκε κλείδωσε πάλι τις δύο γυναίκες στο δωμάτιο και εμένα σε διπλανό δωμάτιο ξεχωριστά”, κατέθεσε η 22χρονη η οποία υποστηρίζει ότι την 23.00 ώρα της ίδιας ημέρας την πήρε μαζί του «για να βρούν δουλειά».
Αφού περπάτησαν, την οδήγησε σε ένα νυχτερινό κέντρο με μαύρα τζάμια και εκεί της γνώρισε τον ιδιοκτήτη και τη σύντροφό του. Όπως ισχυρίστηκε της ζητήθηκε να ικανοποιεί σεξουαλικά τους πελάτες και επειδή αρνήθηκε, ο 41χρονος την μετέφερε πίσω στο σπίτι και την κλείδωσε σε ένα δωμάτιο ξεχωριστά από τις άλλες κοπέλες.
Το πρωί της 13ης Νοεμβρίου άνοιξε την πόρτα του δωματίου της και φέρεται να της είπε ότι πρέπει να βγάλουν χρήματα γιατί δεν έχουν ούτε για τσιγάρα και ότι θα πήγαιναν για να “κοιμηθεί με κάποιον”.
“Εγώ είχα καταλάβει από το προηγούμενο βράδυ για ποια ακριβώς δουλειά με ήθελε. Σήμερα το πρωί περίπου στις 11.30 με πήρε και περπατώντας με πήγε σε ένα ξενοδοχείο, που δεν θυμάμαι πώς λέγεται. Όταν μπήκαμε στην είσοδο του ξενοδοχείου ο (…) πήρε ένα τηλέφωνο και ενημέρωσε ότι είχαμε φτάσει. Στη συνέχεια ο (…) μπήκε σε ένα γραφείο και κατά την στιγμή που δεν με πρόσεχε εγώ άρχισα να τρέχω και έφυγα από το ξενοδοχείο. Ετρεχα στα στενά περίπου δύο ώρες. Τότε βρήκα δύο άτομα. Επειδή δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε καλά, με νοήματα τους έδειξα ότι κινδυνεύω από τον (…) και τους ζήτησα να με ακολουθήσουν μέχρι το σπίτι του (…) για να πάρω τα πράγματά μου. Αυτοί με ακολούθησαν και φτάσαμε σπίτι. Εκεί χτύπησα στον ιδιοκτήτη του σπιτιού που μένει (…) γιατί ήξερα ότι μένει στον κάτω όροφο γιατί το προηγούμενο βράδυ ο (…) μου είπε να μην κάνω φασαρία γιατί ο ιδιοκτήτης, που μένει από κάτω θα ενοχληθεί. Ο ιδιοκτήτης μου άνοιξε και αφού κατάφερα να του εξηγήσω ότι θέλω να μου ανοίξει το διαμέρισμα, αυτός μου άνοιξε, πήρα την ταυτότητά μου και έφυγα. Τα δύο άτομα που είχα βρει με περίμεναν. Εγώ από το τηλέφωνο μου πήρα τον αριθμό “166” για να καλέσω βοήθεια, γιατί στην Βουλγαρία αυτός ο αριθμός είναι η αστυνομία”, κατέθεσε η 22χρονη.
H 22χρονη Βουλγάρα, στη δεύτερη κατάθεσή της αναφέρθηκε σε τρεις σύριγγες με περιεχόμενο άγνωστο υγρό που βρέθηκαν στην οικία του 41χρονου και για τις οποίες ο ίδιος υποστηρίζει ότι πρόκειται για φαρμακευτική ουσία που χρησιμοποίησε για τη θεραπεία της γάτας του.
“Τις ενέσεις έχω δει να τις κρατάει ο (…) και να βγαίνει από το δωμάτιο των δύο κοριτσιών. Πιθανολογώ ότι με αυτές κρατούσε ήρεμες τις κοπέλες” κατέθεσε, αρνούμενη ότι ο 41χρονος της είχε κάνει ένεση.
H 20χρονη Ρουμάνα, η φερόμενη ως δεύτερο θύμα του 41χρονου, κατέθεσε ότι μια μέρα βρήκε μήνυμα στη σελίδα Facebook από τον κατηγορούμενο, ο οποίος της είπε ότι κατάγεται από ένα γειτονικό χωριό και της πρότεινε να εργαστεί σε ξένη χώρα και συγκεκριμένα στην Ελλάδα. Μιλούσαν για δύο μήνες περίπου και της έλεγε ότι θα εργαζόταν ως σερβιτόρα.
Στη Ρουμανία συζούσε με έναν ομοεθνή της με τον οποίο έχει και ένα παιδί ηλικίας 4 ετών. Ο σύντροφός της δεν κέρδιζε αρκετά χρήματα και για να ζήσουν αξιοπρεπώς αποφάσισε να έλθει στην Ελλάδα για δουλειά.
Στον σύντροφό της είπε ότι θα καθάριζε σπίτια και ότι τη δουλειά της, την είχε βρεί μια φίλη της.
Ο 41χρονος πλήρωσε το εισιτήριο του λεωφορείου και την 30η Ιουνίου 2013 την περίμενε στον σταθμό στην Αθήνα. Την πήγε στο σπίτι του με τα πόδια. Την επόμενη μέρα της είπε ότι θα εργαστεί σε ένα μπαρ και θα κάνει παρέα σε άνδρες και δέχτηκε. Από την δεύτερη κιόλας μέρα που έφτασε στην Ελλάδα, όπως ισχυρίστηκε, της είπε ότι του ανήκει και την εξανάγκασε να κάνουν έρωτα. Παρακρατούσε, όπως υποστήριξε, τα έγγραφά της και εκείνη τον υπάκουε, φοβούμενη ότι θα της κάνει κακό.
Όταν ήρθαν στη Ρόδο έψαξαν να βρουν μπαρ για να δουλέψει. Εργάστηκε, όπως είπε, σε κέντρο στα σφαγεία για τρεις εβδομάδες και εν συνεχεία πήγαν σε άλλο κέντρο στον Ζέφυρο, αλλά δεν συμφώνησε με τον ιδιοκτήτη.
“Μετά από μερικές ημέρες, όταν έκανα τα χαρτιά μου από το γιατρό και την αστυνομία με πήγε να δουλέψω σε οίκο ανοχής στην Αγίου Φανουρίου, στην Παλιά Πόλη της Ρόδου… Κάθε μέρα με πήγαινε στο σπιτάκι στον Αγιο Φανούριο, που δούλευα το πρωί και ερχόταν και με έπαιρνε το βράδυ. Αλλά ερχόταν συνέχεια προκειμένου να με ελέγχει εάν ήμουν εκεί ή είχα φύγει”, κατέθεσε.
Η 20χρονη κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος της είπε ότι ο μόνος τρόπος για να την αφήσει να φύγει ήταν να βγάλει 4.000 ευρώ περίπου και να του τα δώσει προκειμένου να τα στείλει στη Ρουμανία για να φέρει άλλη κοπέλα που θα την αντικαταστήσει στον οίκο ανοχής.
Η 20χρονη κατέθεσε ότι δεν του έδινε χρήματα αλλά πλήρωνε τα πάντα η ίδια. Το σπίτι, το φαγητό, τα ρούχα του, όλα του τα έξοδα. Υποστήριξε ότι την χτυπούσε, ότι την απειλούσε ότι αν έφευγε θα έκανε κακό στο σύντροφο της στη Ρουμανία αλλά και στην ίδια, ρίχνοντάς της καυστικό οξύ στο πρόσωπο.
Όταν δε κατόρθωσε να φύγει, όπως υποστήριξε, έστειλε γυμνές φωτογραφίες της στον σύντροφό της στη Ρουμανία.
Ο ίδιος εξεταζόμενος αρνήθηκε κατηγορηματικά τα όσα του καταλογίζονται.
Είπε συγκεκριμένα ότι γνώρισε την 20χρονη από το Facebook και όταν ήλθαν στη Ρόδο εκείνος πουλούσε μπλουζάκια που έφερνε από την Αθήνα και εκείνη ήθελε να εργαστεί είτε σε μπαρ είτε σε οίκο ανοχής. Ισχυρίστηκε ότι μόνη της εργάστηκε σε οίκους ανοχής στη Μεσαιωνική Πόλη, είπε ότι είχαν σχέση και ότι ερωτεύτηκε έναν Αλβανό και τον εγκατέλειψε. Υποστήριξε ακόμη ότι μοιράζονταν τα έξοδα και ότι έστειλε γυμνές της φωτογραφίες στο σύντροφό της για λόγους εκδίκησης γιατί τον εγκατάλειψε.
Σε ό,τι αφορά την 22χρονη Βουλγάρα υποστήριξε ότι τον παρεκάλεσε η μάνα της να την φέρει για εργασία στη Ρόδο, ενώ είπε ότι εργαζόταν σε μπάρ κονσομασιόν, ότι εκδιδόταν και ότι η μητέρα της δεν το γνώριζε.
Υποστήριξε ότι ήλθε σε επαφή μαζί της με τη θέλησή της, με το που έφτασαν στη Ρόδο και διέψευσε ότι στο σπίτι διέμεναν ακόμη δύο γυναίκες. Αρνήθηκε ότι έχει όπλο και ότι της έχει φερθεί άσχημα.

Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρίσταται ο δικηγόρος κ. Βασίλης Μπέης.