Συνέντευξη στη Δήμητρα – Μαριλία Φούρλα
«Κρυμμένο» σε μια πανέμορφη, άγριας ομορφιάς κατάφυτη περιοχή, βρίσκεται το βασίλειο της Αρχαίας Κυμισάλας, που υπαγόταν διοικητικά στην άλλοτε κραταιά Κάμιρο. Αυτά τα «κρυμμένα μυστικά» κάτω από τα πεύκα, προσέλκυσαν ήδη, από τον 15ο αιώνα, περιηγητές του νησιού και αρχαιοδίφες. «Από τον 19ο αι. και µετά το πλήθος των περιηγητών αυξήθηκε και µαζί µε αυτούς το χώρο επισκέφτηκαν και πολλοί αρχαιογνώστες, αρχαιολόγοι, αλλά και αρχαιοκάπηλοι. O Ludwig Ross το 1843 και το 1844, ¶γγλος αντιπρόξενος στη Μυτιλήνη και αρχαιοδίφης Charles Newton, το 1853 ο Victor Guerin το 1854, ο ζωγράφος Albert Berg το 1862, συγκαταλέγονται ανάµεσα στους σηµαντικότερους επισκέπτες, οι οποίοι περιέγραψαν στα βιβλία τους τις αρχαιότητες της περιοχής. Οι εκτεταµένες αρχαιότητες της περιοχής προσέλκυσαν το ενδιαφέρον των Ιταλών αρχαιολόγων και η πρώτη συστηµατική αρχαιολογική έρευνα έγινε σχεδόν αµέσως µετά την Ιταλική κατοχή των ∆ωδεκανήσων. Tο 1913 η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών µε τους αρχαιολόγους L. Pernier και G.G. Porro πραγµατοποίησε επιφανειακή έρευνα στην περιοχή όπως και σε όλη τη δυτική παραλία του νησιού, συµπεριλαµβανοµένης και της Κυµισάλας στην οποία ακολούθησε το 1915 επιφανειακή έρευνα και µερική ανασκαφή στο ναό της ακρόπολης του Aγίου Φωκά και τη νεκρόπολη από τον από τον Amendeo Maiuri, έφορο Αρχαιοτήτων ∆ωδεκανήσου από το 1916 µέχρι το 1924 και αποτύπωσε πλέον, µε αξιοπιστία, τις αρχαιότητες της περιοχής. Μετά την έρευνα του Maiuri πραγµατοποιήθηκε µια ακόµη σηµαντική αρχαιολογική περιοδεία στην ύπαιθρο της Ρόδου από τους R. Hope Simpson και J.F. Lazenby, το 1970, οι οποίοι επισκέφτηκαν τα Βασιλικά, τη νεκρόπολη της Κυµισάλας, τον ¶γιο Φωκά και τη Γλυφάδα, ενώ επιφανειακή έρευνα στην περιοχή διενήργησε το 1982 και ο ¶γγλος αρχαιολόγος Mee.», διαβάζουμε σε μια πρόσφατη δημοσίευση του Μανόλη Ι. Στεφανάκη, Επίκουρου Καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας και Νοµισµατικής στο Τµήµα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστηµίου Αιγαίου και της Βασιλικής Πατσιαδά, Δρ. Αρχαιολόγου της ΚΒ’ ΕΠΚΑ. Ο κ. Στεφανάκης είναι επικεφαλής, από πλευράς Πανεπιστημίου Αιγαίου, της συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας, που από το 2006 διεξάγει το Τµήµα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστηµίου Αιγαίου σε συνεργασία µε την ΚΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και είχε την καλοσύνη να μας μιλήσει γι’ αυτή την ερευνητική δράση, μια από τις σημαντικότερες, που διεξάγονται αυτήν την περίοδο στο νησί.
• Θα μας δώσετε μια ιδέα για την περιοχή που εκτείνεται ο αρχαιολογικός χώρος και τι συμπεριλαμβάνει;
Η περιοχή της Κυμισάλας, βρίσκεται περίπου 70 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης της Ρόδου, στα όρια της Δημοτικής Ενότητας Αταβύρου. Είναι καλά κρυμμένη στα βόρεια του Ακραμίτη και μοιράζεται ανάμεσα στις αγροτικές και δασικές γαίες των Σιαννών και της Μονολίθου. Η περιοχή είναι ορεινή, πυκνά δασωμένη και γεμάτη άγρια ομορφιά, καθώς μικρά εύφορα λεκανοπέδια, λόφοι, κοιλάδες και ένα απέραντο δάσος δημιουργούν ένα τοπίο εξαιρετικού φυσικού κάλλους και ιδιαίτερης περιβαλλοντικής αξίας. Όχι τυχαία λοιπόν η Κυμισάλα βρίσκεται στο κέντρο της περιοχής «Ακραμίτης-Αρμενιστής-Ατάβυρος», η οποία έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό δίκτυο οικοτόπων «Natura 2000» και προστατεύεται ως Μνημείο της Φύσης. Μέσα σε αυτό το φυσικό τοπίο εκτείνεται ο κηρυγμένος πλέον, από το 2012, αρχαιολογικό χώρος της Κυμισάλας. Η έκταση που καταλαμβάνουν σήμερα οι εντοπισμένες αρχαιότητες ξεπερνά τα 10.000 στρέμματα και περιλαμβάνει τειχισμένη ακρόπολη με ναό, τουλάχιστον επτά εγκαταστάσεις/οικισμούς τριγύρω, μια μεγάλη κεντρική νεκρόπολη και άλλα πέντε τουλάχιστον μικρότερα περιφερειακά νεκροταφεία κοντά σε κάποιους οικισμούς.
• Πόσο σημαντικές θεωρείτε αυτές τις ανακαλύψεις, τόσο για σας ως επιστήμονα, όσο και για το ίδιο το νησί;
Να πούμε κατ’αρχάς ότι η ανακάλυψη δεν είναι δική μας. Εμείς απλώς συνεχίζουμε την έρευνα από εκεί που την σταμάτησαν οι Ιταλοί και χρησιμοποιώντας τόσο τις δικές τους πληροφορίες, όσο και νεότερα δεδομένα που έχουν προκύψει από κατά καιρούς σποραδικές σωστικές επεμβάσεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Σημαντικά ωστόσο είναι τα στοιχεία που φέρνει στο φως η συστηματική αρχαιολογική έρευνά μας, καθώς για πρώτη φορά μας δίνεται η δυνατότητα να εξετάσουμε την χωροταξική ανάπτυξη ενός αρχαίου δήμου της ροδιακής υπαίθρου.
Σε προσωπικό επίπεδο η έρευνα στην Κυμισάλα είναι το σημαντικότερο ερευνητικό έργο που έχω αναλάβει ποτέ στην ακαδημαϊκή μου πορεία, με γεμίζει ως άνθρωπο που έχει έμφυτη την ανάγκη να γνωρίσει το παρελθόν του, με σπρώχνει βαθύτερα στη γνώση, ως ακαδημαϊκό, αφού οι ερευνητικές προκλήσεις και τα ζητήματα που θέλουν απαντήσεις είναι άπειρα και με κάνει καλύτερο δάσκαλο, αφού μου δίνει την ευκαιρία να ασκήσω τους φοιτητές και της φοιτήτριές μας σε πραγματικές, και μάλιστα ιδιαίτερα απαιτητικές, συνθήκες πεδίου.
Όσον αφορά τώρα το νησί της Ρόδου, η ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου της Κυμισάλας, θα διασφαλίσει τη φυσιογνωμία της περιοχής και θα οδηγήσει σε μια αειφορική και βιώσιμη ανάπτυξη την ημιορεινή περιοχή του Ακραμίτη, καθώς, από την φύση του ο χώρος δεν ενδείκνυται για επισκέψεις μαζικού τουρισμού. Αντίθετα θα αποτελέσει πόλο έλξης ειδικής κατηγορίας επισκεπτών, με ιδιαίτερη έμφαση στον πολιτιστικό-αρχαιολογικό, τον οικολογικό και τον εκπαιδευτικό τουρισμό, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην ήπια και αειφορική οικονομική ανάπτυξη της τουριστικά υποανάπτυκτης και αναξιοποίητης ευρύτερης περιοχής του Αταβύρου.
• Σε ποιο σημείο βρίσκονται αυτή την στιγμή οι εργασίες σας;
Έχουμε ολοκληρώσει την διερεύνηση της ευρύτερης περιοχής με συστηματικές περιοδίες, και έχουμε έτσι αποκτήσει μια αρκετά καλή εικόνα της έκτασης του Δήμου των Κυμισαλέων και των αρχαιολογικών θέσεων που βρίσκονται γύρω από την ακρόπολη του Αγ. Φωκά.
Έχουμε επίσης ολοκληρώσει την ανασκαφική διερεύνηση της έκτασης της κεντρικής νεκρόπολης της Κυμισάλας, και τα τελευταία τρία χρόνια έχουμε πλέον επικεντρωθεί στη συστηματική ανασκαφή του ανατολικού τμήματός της, προσπαθώντας να δημιουργήσουμε έναν πρώτο επισκέψιμο αρχαιολογικό πυρήνα
• Ποιες είναι οι ερευνητικές δυσκολίες που συναντάτε;
Ως προς την έρευνα καθεαυτή, μεγάλο αρχαιολογικό πρόβλημα αποτελεί η κατανόηση του χώρου, καθώς η διασπορά των αρχαιοτήτων στην περιοχή της Κυμισάλας είναι μεγάλη σε έναν τόπο ορεινό, δύσβατο και πυκνά δασωμένο, που συχνά καθιστά την πρόσβαση σε αρκετές θέσεις εξαιρετικά δύσκολη. Τα πεύκα που φαίνεται πως αναπτύχθηκαν με οργιώδεις ρυθμούς στα νεώτερα χρόνια, έχουν επιφέρει μεγάλες αλλαγές στο τοπίο, και έχουν καταστρέψει θεμελιώσεις κτηρίων και πολλών τάφων στη νεκρόπολη με το ριζικό τους σύστημα. Επιπλέον η πυκνή θαμνώδης βλάστηση και το παχύ στρώμα πευκοβελόνας που καλύπτει σχεδόν τα πάντα σήμερα, δυσχεραίνει κατά πολύ την αρχαιολογική παρατήρηση.
Αλλοιώσεις στο τοπίο έχει επιφέρει επίσης η αγροτοκτηνοτροφική δραστηριότητα και η μελισσοκομία με διανοίξεις αγροτικών δρόμων και κατασκευές μαντρότοιχων, ενώ πολλοί αρχαίοι ξηρολιθικοί τοίχοι φαίνεται να έχουν καταπέσει από τη διέλευση αμνοεριφίων.
Μη αναστρέψιμη καταστροφή προκάλεσε βέβαια στις αρχαιότητες της περιοχής η πάγια αρχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς ανά τους αιώνες, που υποκινείται από την ανάγκη για εύκολη εξοικονόμηση οικοδομικού υλικού και ελάττωση μόχθου, ότι δηλαδή σε κάθε ιστορική στιγμή και κάθε τόπο τα κατάλοιπα του παρελθόντος χρησιμοποιούνται από τους επόμενους. Τόσο κατά την περίοδο των Ιπποτών με την ανέγερση των μεγάλων κάστρων της Μονολίθου και των Σιαννών και των παράλιων πύργων παρατηρητηρίων, όσο και κατά τους νεότερους χρόνους με την οικοδόμηση των παρακείμενων χωριών της Μονολίθου και των Σιαννών, μεγάλες ποσότητες οικοδομικού υλικού μεταφέρθηκαν από τις αρχαιολογικές θέσεις της Κυμισάλας. Χαρακτηριστική είναι η ύπαρξη τουλάχιστον τριών ασβεστοκάμινων στην περιοχή -ένα μάλιστα από αυτά βρίσκεται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο των Βασιλικών- μέσα από τα οποία μεγάλες ποσότητες αρχαίου δομικού υλικού μετατράπηκαν σε ασβέστη. Τέλος, μεγάλη ποσότητα δόμων μετακινήθηκε για την κατασκευή αναλημμάτων και ξηρολιθικών τοίχων που οριοθετούσαν αγροτεμάχια στην περιοχή, ενώ άλλα σημαντικά αρχιτεκτονικά μέλη μεταφέρθηκαν για να κοσμήσουν αυλές και δωμάτια ιδιωτικών κατοικιών. Οι επί αιώνες λιθολογούντες χωρικοί συντέλεσαν στην ολοκληρωτική σχεδόν αποξήλωση των υπέργειων αρχαίων κατασκευών της περιοχής.
Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι μεγάλη μάστιγα της περιοχής υπήρξε η αρχαιοκαπηλία, η οποία ανθούσε στο χώρο
μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες του 20 αιώνα και τουλάχιστον κατά τον 18ο και 19ο αι. Αποτελεί ίσως και το σημαντικότερο πρόβλημα στην κατανόηση του χώρου. Ο μεγαλύτερος όγκος ευρημάτων των παρελθόντων χρόνων αγνοείται, ενώ για όσα γνωρίζουμε την προέλευση δε γνωρίζουμε το ανασκαφικό τους πλαίσιο. Οι περισσότεροι από τους 500 ανοικτούς τάφους που έχουν εντοπιστεί μόνο στην κεντρική νεκρόπολη της Κυμισάλας πρέπει να είναι αποτέλεσμα τόσο της «ανασκαφικής» δράσης του Alfred Biliotti, όσο και της μεγάλης αρχαιοκαπηλικής δραστηριότητας στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αι. Από τη νεκρόπολη της Κυμισάλας πρέπει να προέρχονται και πολλά αγγεία σε Μουσεία του εξωτερικού με καταγεγραμμένη προέλευση από τα Σιάννα ή την Κυμισάλα. ¶λλωστε η εξαιρετική κατάσταση διατήρησης όλων αυτών των αγγείων ενισχύει την υπόθεση ότι προέρχονται από τάφους.
• Από τα μέχρι στιγμής ευρήματα ποια κατά την γνώμη σας είναι τα σημαντικότερα;
Η ανασκαφή της νεκρόπολης της Κυμισάλας, του ναού της ακρόπολης του Αγ. Φωκά και οι συστηματικές περιοδείες στην ευρύτερη περιοχή έχουν δώσει αξιολογότατα ευρήματα, από αρχιτεκτονικά μέλη, μετάλλινα αντικείμενα και εξαιρετικής ποιότητας λεπτόκοκκη και γραπτή κεραμική, μέχρι ανθρωπολογικά κατάλοιπα. Ωστόσο το εύρημα, αυτό καθεαυτό δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία από μόνο του. Είναι φυσικά φορέας κατασκευαστικών τεχνικών και τέχνης, μιας εποχής και αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού της, ωστόσο, μόνον η συνολική αποτίμηση των ευρημάτων μπορεί να έχει σημαντικά και ουσιαστικά αποτελέσματα. Όλα αυτά άλλωστε, αποτελούν υλικό με το οποίο ασχολείται η επιστήμη της αρχαιολογίας, που έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο και την υλική δημιουργική πορεία του στους αιώνες. Καταλαβαίνετε λοιπόν τον λόγο για τον οποίο δεν μπορώ να ξεχωρίσω σημαντικότερα από λιγότερο σημαντικά ευρήματα. Ίσως, όμως, αν πρέπει να δώσω μια απάντηση στην ερώτησή σας τελικά, για μένα εξαιρετικά σημαντικό εύρημα θεωρείται η κατάκτηση της εικόνας της έκταση και της χωροταξικής διάρθωσης του Δήμου των Κυμισαλέων, που ήταν αποτέλεσμα συστηματικής, πολυετούς και επίπονης περιοδείας και παρατήρησης στο δύσκολο φυσικό ανάγλυφο της Κυμισάλας.
• Πότε πιστεύετε πως ο χώρος μπορεί να γίνει επισκέψιμος; Έστω ένα κομμάτι του;
Ο χώρος μπορεί πολύ εύκολα να γίνει επισκέψιμος, καθώς υπάρχουν ήδη κάποιες αρχαιολογικές θέσεις που θα μπορούσαν να είναι επισκέψιμες. Αυτό που μένει να γίνει είναι να διασυνδεθούν αυτοί οι χώροι μεταξύ τους με ένα περιπατητικό μονοπάτι. Και έχω την αίσθηση ότι αυτό πρόκειται να ξεκινήσει σύντομα, χάρη στην ευαισθησία του περιφερειάρχη κ. Γιάννη Μαχαιρίδη, του αντιπεριφερειάρχη κ. Αντώνη Χατζηιωάννου, της περιφερειακής συμβούλου κας Λίνας Παπατσή και του Διευθυντή Ανάπτυξης της Περιφέρειας κου Τριαντάφυλλου Καραγιάννη, οι οποίοι επεξεργάζονται τον τρόπο με τον οποίο θα επιτευχθεί η ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου της Κυμισάλας σε εύθετο χρόνο. Κάτι τέτοιο, όπως καταλαβαίνετε, θα δημιουργήσει κάποιες προϋποθέσεις και ενδεχομένως υποδομές για να εξελιχτεί η Κυμισάλα σε ένα σημαντικό αρχαιολογικό, αλλά και, λόγο της φύσης της, οικολογικό πάρκο στο κοντινό μέλλον.
• Στην ιστοσελίδα «ΕΥΛΙΜΕΝΗ» όπου μπορεί να δει κάποιος την πορεία των ερευνών από το 2006 και μετά, βλέπει, πως τα δύο τελευταία χρόνια κλείνετε αυτή την παρουσίαση με την φράση: «Η έρευνα αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες που άπτονται της δεινής οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, με αποτέλεσμα την παντελή έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης». Πόσο αυτό μπορεί να εμποδίσει την συνέχιση της έρευνας; Πώς τα καταφέρνετε μέχρι τώρα και πώς σκέπτεστε να το ξεπεράσετε;
Ερχόμαστε λοιπόν σε ένα άλλο είδος δυσκολίας που αντιμετωπίζει η έρευνα στην Κυμισάλα, πρακτικό αυτή τη φορά, το οποίο αφορά στη διεξαγωγή της. Είναι αλήθεια πως το 2011 και το 2012 -γιατί αυτές είναι οι δύο τελευταίες αναρτήσεις πεπραγμένων της έρευνας- δεν υπήρξε καμία χρηματοδότηση, ως αποτέλεσμα της γενικότερης οικονομικής κρίσης. Εκ των πραγμάτων λοιπόν έπρεπε να μειωθεί τόσο το προσωπικό, όσο και ο χρόνος της έρευνας και η ανασκαφή κρατήθηκε κυριολεκτικά «με τα δόντια», χάρη στην εθελοντική προσφορά και συνεισφορά των μελών της ανασκαφικής ομάδας (αρχαιολόγων, τοπογράφων και φοιτητών) και την ανιδιοτελή συνεισφορά και στήριξη της ενορίας Αγίου Παντελεήμονα Σιαννών και της τοπικής κοινωνίας Σιαννών και Μονολίθου, σε επίπεδο συλλόγων, καταστηματαρχών και ιδιωτών οι οποίοι ανέλαβαν το βάρος της διαμονής και διατροφής της ερευνητικής ομάδας, καθώς και της αμοιβής ανειδίκευτων τεχνιτών.
Το 2013, ωστόσο, η ανασκαφή στηρίχτηκε για πρώτη φορά από την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, και όπως φαίνεται μάλλον θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο κατά το 2014. Σε αυτή την περίπτωση μάλιστα, θα έχουμε την ευκαιρία να επεκτείνουμε την ανασκαφική μας δράση, εκτός από τη νεκρόπολη της Κυμισάλας και σε δύο πολλά υποσχόμενα ιερά στην ακρόπολη του Αγίου Φωκά.
• Με ποιο τρόπο πιστεύετε πως πρέπει να αναδειχθεί στο μέλλον αυτός ο αρχαιολογικός χώρος;
Εδώ και αρκετό καιρό έχω στηρίξει και διαχύσει την ιδέα της ίδρυσης ενός αρχαιολογικού- οικολογικού πάρκου που θα διαφυλάττει την αρχαιολογική/πολιτιστική κληρονομία και την βιολογική ποικιλότητα της Κυμισάλας, συνδυάζοντάς τες μέσα από μια περιπατητική διαδρομή, ένα περιβαλλοντικό μονοπάτι που θα ξεκινά από τα Μαρμαρούνια, θα περνά από την ακρόπολη, θα κατηφορίζει στη νεκρόπολη και από κει θα καταλήγει στον οικισμό των Βασιλικών. Έτσι θα αναδειχτεί το τρίπτυχο πόλη-ακρόπολη-νεκρόπολη- μέσα από μια διαδρομή μοναδικού φυσικού κάλλους και οικολογικού ενδιαφέροντος. Να μην ξεχνάμε ότι η Κυμισάλα βρίσκεται στο κέντρο της προστατευόμενης περιοχής Νatura 2000 Ατάβυρος-Ακραμίτης-Αρμενιστής και αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα της περιοχής, σε συνδυασμό με την ανάδειξη των αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων, οφείλει να αξιοποιηθεί, να αναδειχτεί μέσα από ένα καινοτόμο αρχαιολογικό-οικολογικό πάρκο και να αποδοθεί στην τοπική κοινωνία. Μιλάμε για μια σημαντικού βαθμού ποιοτική αναβάθμιση του τμήματος αυτού της ροδιακής περιφέρειας, με την ανάδειξη των ιδιαίτερων πολιτισμικών, φυσικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών του τόπου και την δημιουργία υποδομών για μιαν ήπια και αειφορική τουριστική ανάπτυξη στην περιοχή, που θα την προφυλάξει από την αδηφάγο μανία του μαζικού τουρισμού.
• Σίγουρα η Κυμισάλα κρύβει πολλά μυστικά και έχει να μας μάθει ακόμη πολλά πράγματα που δεν γνωρίζουμε. Δύο λόγια, ωστόσο, τελευταία, για το τι έχετε διδαχτεί εσείς από την αρχαιολογία;
Τι έχω διδαχτεί; Είχα την τύχη να σπουδάσω την αρχαιολογία κοντά σε έναν πραγματικό δάσκαλο, με όλη την έννοια του όρου, τον Νίκο τον Σταμπολίδη, στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Έναν άνθρωπο με ευρύτατη παιδεία και ανοικτούς ορίζοντες, προικισμένο με την εξαιρετική ικανότητα να εμπνέει τον φοιτητή, να ανασύρει από μέσα του το καλύτερο και φυσικά να του μεταλαμπαδεύει τη γνώση με έναν τρόπο μαγικό…Ταυτόχρονα απόλυτα πειθαρχημένο και εξαιρετικά απαιτητικό άνθρωπο. Όμως, από τον Νίκο τον Σταμπολίδη δεν διδάχτηκα μόνον αρχαιολογία, έρευνα και μέθοδο ανασκαφής. Έμαθα -και συνεχίζει ακόμη να μου το τονίζει με κάθε ευκαιρία- πως πάνω από όλα βρίσκεται ο άνθρωπος. Πρώτα ο άνθρωπος και μετά έπονται όλα τα άλλα. Μου δίδαξε δηλαδή, μέσα από την αρχαιολογική επιστήμη, πρωτίστως σεβασμό προς τον άνθρωπο, την πορεία του και τα έργα του. Αυτό, πιστεύω ότι με βοήθησε να δω την αρχαιολογία, μια από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές επιστήμες, αλλά ακόμη και την προσωπική μου ζωή, με άλλο μάτι. Αυτό προσπαθώ κι εγώ με τη σειρά μου, ως ένα ελάχιστο αντίδωρο για ό,τι απλόχερα μου προσφέρθηκε, να μεταδώσω στους δικούς μου μαθητές. Αν λοιπόν θέλω να πω ότι έχω κάτι διδαχτεί από την ενασχόλησή μου με την αρχαιολογία όλα αυτά τα χρόνια, αυτό είναι να σέβομαι και να υπολογίζω τον άνθρωπο για χάρη του οποίου θέλω και επιμένω να ερευνώ το παρελθόν, άσχετα με τις δυσκολίες που αυτό μπορεί να έχει και το τίμημα που μπορεί να συνεπάγεται.
https://www.dimokratiki.gr/arxeio/sto-fos-axiologa-evrimata-apo-tin-anaskafi-tis-nekropolis-tis-kimisalas/