Θύμα απάτης από δύο κατοίκους της Ρόδου που φέρονται να επεδίωξαν να της πωλήσουν διατηρητέο κτήριο για την ανέγερση ξενοδοχείου έπεσε μια ημεδαπή, κάτοικος Ολλανδίας, που δικαιώθηκε πρόσφατα από τον Αρειο Πάγο.
To ιστορικό της υπόθεσης σύμφωνα με την υπ΄αριθμ. 536/2013 απόφαση του Α2 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου έχει ως εξής:
Η ενάγουσα, Ελληνικής καταγωγής, είχε εγκατασταθεί από πολλά χρόνια στην Ουτρέχτη της Ολλανδίας, όπου διατηρούσε και εκμεταλλευόταν με τον Ολλανδό σύζυγό της και την οικογένειά της μικρή ξενοδοχειακή μονάδα. Το καλοκαίρι του 1991 επισκέφθηκε φίλη της στη Ρόδο η οποία και την φιλοξένησε στην οικία της. Εκεί γνώρισε και τους εναγόμενους.
Η ενάγουσα σε συζητήσεις που ακολούθησαν εξέφρασε την επιθυμία της στους εναγόμενους να επιστρέψει στην Ελλάδα, αφού προηγουμένως βρει αντικείμενο ασχολίας ίδιο με αυτό που γνώριζε. Τότε οι εναγόμενοι φέρονται να κατέστρωσαν σχέδιο εξαπάτησης της ενάγουσας αφού ανέπτυξαν στενές κοινωνικές σχέσεις μαζί της. Στην απόφαση αναφέρεται ότι παρέστησαν σε γνώση τους ψευδώς ότι ήταν μεγαλοεπιχειρηματίες με τεράστια οικονομική επιφάνεια και μεγάλη κτηματική περιουσία.
Ο μεν πρώτος ότι είχε αλυσίδα καταστημάτων εμπορίας κατεψυγμένων κρεάτων και ακίνητο μεγάλης αξίας και ότι διατηρούσε κτηματομεσιτικό γραφείο με το δεύτερο εναγόμενο στη Ρόδο. Ο δεύτερος ότι ήταν ασφαλιστής και κτηματομεσίτης με ευρύ κύκλο εργασιών εντός και εκτός Ελλάδος.
Στα πλαίσια των συζητήσεων συμφώνησαν να συνεργαστούν μελλοντικά και να αγοράσουν οικόπεδο όταν θα βρισκόταν κατάλληλο και σε καλή τιμή για να ανεγείρουν ξενοδοχείο με τη συμμετοχή όλων.
Μετά την αναχώρηση της ενάγουσας από τη Ρόδο οι διάδικοι διατηρούσαν επικοινωνία. Τέλη Απριλίου του έτους 1992 οι εναγόμενοι επισκέφτηκαν την Ολλανδία και η ενάγουσα τους φιλοξένησε στο ξενοδοχείο της για μια περίπου εβδομάδα. Εκεί της ανέφεραν ότι υπήρχε ένα ακίνητο κατάλληλο για ανέγερση ξενοδοχείου σε τιμή ευκαιρίας αντί τιμήματος 60.000.000 δραχμών που ανήκε σε συγγενή του δεύτερου εναγόμενου που διέμενε στην Αμερική και το πουλούσε. Αυτή πείστηκε από τους εναγόμενους και τους κατέβαλε στην Ολλανδία στις 2 Mαΐου 1992 το ποσόν των 15.648,89 ευρώ.
Η ενάγουσα πεισθείσα στις διαβεβαιώσεις τους ότι ήταν άμεση η καταβολή των χρημάτων για να μην χαθεί η ευκαιρία και επειδή αν κατέθετε τα χρήματα σε τράπεζα χρειαζόταν για την εκταμίευση τους χρονικό διάστημα 15 – 30 ημερών μετά από παραινέσεις τους μετέβη στην Αθήνα στις 3 Ιουνίου 1992 και κατέβαλε στους εναγόμενους το ποσόν των 15.190,35 ευρώ και 418,43 ευρώ. Στις 11 Ιουνίου 1992 τους κατέβαλε στην Αθήνα το ποσό των 11.106,47 ευρώ και 373,75 ευρώ. Στις 17 Ιουλίου 1992 τους κατέβαλε στην Αθήνα το ποσόν των 4.476,80 ευρώ και 360,56 ευρώ. Στις 20 Οκτωβρίου 1992 τους κατέβαλε στην Αθήνα το ποσό των 11.830,87 ευρώ και 760,98 ευρώ.
Οι παραπάνω καταβολές γίνονταν στα χέρια του πρώτου ο οποίος μετέβαινε στην Αθήνα είτε μόνος είτε με το δεύτερο και παρελάμβαναν τα χρήματα. Το Νοέμβριο του 1992 οι εναγόμενοι επικοινώνησαν μαζί της χωριστά ο καθένας και της ανέφεραν ότι οι μεταξύ τους σχέσεις διαταράχθηκαν και η συμφωνία δεν μπορεί να προχωρήσει. Η ενάγουσα θορυβήθηκε και ζήτησε να μάθει για την τύχη των χρημάτων της.
Ο πρώτος των εναγομένων την καθησύχασε ότι αυτά ήταν ασφαλή σε τράπεζα. Μέρος των καταβαλλομένων χρημάτων είχαν κατατεθεί σε κοινό λογαριασμό της ενάγουσας και του εναγομένου ο ένας και στην ενάγουσα στον εναγόμενο και στο γιο του ο άλλος, στους οποίους υπήρχε το ποσόν των 3.922,57 ευρώ το οποίο ανέλαβε η ενάγουσα.
Η ενάγουσα πεισθείσα από την ψευδή εικόνα που της είχαν δώσει οι εναγόμενοι για τις οικονομικές τους δυνατότητες, δημιούργησαν σε εκείνη πεπλανημένα την εντύπωση ότι θα αγόραζαν οικόπεδο στη Ρόδο και θα ανήγειραν σε αυτό ξενοδοχείο, ενώ η αλήθεια ήταν ότι ο πρώτος διατηρούσε κατάστημα πώλησης κατεψυγμένων κρεάτων σε ακίνητο 15 τ.μ. περίπου με κακή οικονομική κατάσταση και χωρίς ακίνητη περιουσία, αφού και στο παρελθόν είχε εμπλακεί σε οικονομικά σκάνδαλα με άλλες γυναίκες. Ο δε δεύτερος διατηρούσε ασφαλιστικό και κτηματομεσιτικό γραφείο δίπλα με αυτό του πρώτου με τον οποίο συνεργαζόταν στις κτηματομεσιτικές εργασίες και είχε μικρή οικονομική επιφάνεια.
Το ακίνητο που υπέδειξαν ανήκε στην κυριότητα συγγενή του δεύτερου που διέμενε στην Αμερική που όμως δεν το πουλούσε και επιπλέον χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο το έτος 1996 και ήταν αδύνατη η μεταβίβασή του γεγονός που γνώριζαν οι εναγόμενοι. Παρά ταύτα οι τελευταίοι με το πρόσχημα της αγοράς του της απέσπασαν τα παραπάνω ποσά. Επιπλέον προέβη σε ταξιδιωτικά έξοδα ενώ της επιδικάστηκε και αποζημίωση για ηθική βλάβη.
Ο Αρειος Πάγος απέρριψε την αναίρεση του δεύτερου εναγόμενου και τους υποχρεώνει να της καταβάλουν σε ολόκληρον καθένας το ποσόν των 73.364,53 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση και επιπλέον να της καταβάλει ο πρώτος εναγόμενος το ποσόν των 14.673,51 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
https://www.dimokratiki.gr/arxeio/thima-apatis-roditissa-katikos-ollandias/