Βαριές κατηγορίες για βιασμό και αποπλάνηση ανήλικης

Τη διενέργεια περαιτέρω κυρίας ανάκρισης για πτυχές υπόθεσης που απασχολεί επί μακρόν την τοπική δικαιοσύνη και το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Κω, ενώπιον του οποίου έχουν παραπεμφθεί συγγενείς μιας ανήλικης με τις κατηγορίες του βιασμού και της αποπλάνησης παιδιού ηλικίας 7 ετών παρήγγειλε χθες ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου σε εκτέλεση βουλεύματος που εξέδωσε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου το οποίο εξέτασε μεταξύ άλλων και ζητήματα εκκρεμοδικίας που έχουν ανακύψει.
Κατά τριών κατοίκων Ιαλυσού ασκήθηκε συγκεκριμένα ποινική δίωξη για άμεση συνέργεια σε βιασμό και για άμεση συνέργεια σε αποπλάνηση ανηλίκου που δεν συμπλήρωσε τα δέκα έτη.
Ο ένας εξ’ αυτών κατηγορείται για το ότι στη Ρόδο κατά το χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του 2001 έως Ιουλίου του 2002 και σε μη επακριβώς προσδιορισθείσες κατά την ανάκριση ημερομηνίες, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του ίδιου εγκλήματος με σωματική βία εξανάγκασε άλλον σε ανοχή ασελγούς πράξης και ειδικότερα κατά τον παραπάνω χρόνο κάμπτοντας την αντίσταση της ανήλικης εγγονής του ηλικίας 7 ετών την εξανάγκασε να ανεχθεί κατ’ επανάληψη ασελγείς πράξεις θωπείες και ψαύσεις των γεννητικών της οργάνων. Κατηγορείται ειδικότερα ότι της θώπευε το στήθος, την φιλούσε στο στόμα και τριβόταν επάνω της γυμνός ενώ η ανήλικη ήταν ξαπλωμένη.
Η δεύτερη κατηγορούμενη κατηγορείται ως υπαίτια του ότι από κοινού με μια άλλη συγγενή της με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου εξανάγκασε άλλον σε συνουσία ή σε ανοχή ή επιχείρηση ασελγούς πράξης.
Κατηγορείται ειδικότερα για το ότι στη Ρόδο σε απροσδιόριστο επακριβώς από την ανάκριση χρόνο πάντως λίγο πριν το Πάσχα του έτους 2003 εντός της οικίας της, στην οποία είχε οδηγήσει και την ανήλικη θυγατέρα της ετών 7 και στη οποία βρισκόταν και η αδερφή της, έπεσε πάνω στην ανήλικη, την οποία κρατούσε η αδερφή της και έβαλε το χέρι της μέσα στο αιδοίο της ανήλικης προκαλώντας πόνο σε αυτήν και αιμορραγία.
Το δικαστικό συμβούλιο που εξέτασε δεύτερη δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την ίδια υπόθεση αφού αναγνώρισε ότι υφίσταται ζήτημα εκκρεμοδικίας στην περίπτωση ενός εκ των κατηγορουμένων διέταξε την διενέργεια περαιτέρω κυρίας ανάκρισης.
Ειδικότερα, έκρινε επιβεβλημένο να κληθούν από τον Ανακριτή 5 μάρτυρες που είχαν εξεταστεί προανακριτικά προκειμένου να καταθέσουν σε αυτόν ότι γνωρίζουν σε σχέση με τις πράξεις δύο κατηγορουμένων και ειδικότερα με ποιο τρόπο αυτές συνέδραμαν στον πρώτο στην τέλεση των αδικημάτων για τις οποίες αυτός κατηγορείται σε βάρος της ανήλικης.
Οι κατηγορούμενοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για μια σκηνοθετημένη υπόθεση από τον πατέρα της ανήλικης. Αρνούνται τις κατηγορίες και ισχυρίζονται ότι οι καταθέσεις της ανήλικης είναι αποτέλεσμα επηρεασμού από τον πατέρα και τους γονείς του με τους οποίους υπάρχει μεγάλη ένταση λόγω του χωρισμού. Και ότι με αυτό τον τρόπο πέτυχαν την αφαίρεση της επιμέλειας από την μητέρα.
H μητέρα του παιδιού, που αντιμετωπίζει βαρύτατες κατηγορίες, έχει στραφεί με μήνυση της κατά του πρώην συζύγου της και δύο συγγενών του υποστηρίζοντας ότι τα όσα ισχυρίστηκαν σε βάρος της είναι ψευδή και συκοφαντικά.
Σε βάρος των καταγγελλόντων έχει σχηματιστεί κατηγορητήριο για ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμιση και ηθική αυτουργία στις πράξεις αυτές.
H δίκη σε βάρος της μητέρας, της θείας και του παππού έχει αναβληθεί επ’ αόριστο ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Κω.
Ο μηνυτής και η κατηγορούμενη μητέρα της παιδίσκης είχαν τελέσει γάμο στις 11 Νοεμβρίου 1995. Από τις 22 Σεπτεμβρίου 2000 ο μηνυτής και η μητέρα της παιδίσκης τελούν σε διάσταση και με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, αφαιρέθηκε η προσωρινή επιμέλεια της ανήλικης από την κατηγορούμενη και ανατέθηκε προσωρινά στο μηνυτή με τον οποίο διαμένει στην κατοικία του.